elgreco

 

Ο Ιησούς «εκδιώκει τους εμπόρους από το Ναό των Ιεροσολύμων». Έργο του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου(Ελ Γκρέκο) 1600-6. Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου.

 

  


 

 

 

   Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ   ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΩΝ.

 

 Μετασυνοδικές σκέψεις

 

                                                                           

 

 

 

             Οι Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου για να επιλύσουν την αρχαία διαφωνία των ανατολικών με τους δυτικούς χριστιανούς για τον εορτασμό του Πάσχα έθεσαν ως βάση τη πρώτη Κυριακή μετά τη Πανσέληνο της εαρινής Ισημερία. Σήμερα επιστημονικά γνωρίζουμε πραγματικά ότι αυτή συμβαίνει στις 21 Μαρτίου. Εμείς όμως επιμένουμε ότι αυτὴ συμβαίνει 13 ημέρες αργότερα, στις 4 Απριλίου.....κατά το αδιόρθωτο Ιουλιανό Ημερολόγιο !

Αυτός ο αναχρονισμός γίνεται για να μη διαταραχθεί η ενότητα λατρείας των Ορθοδόξων Εκκλησιών, αφού πολλές απ' αυτές για διάφορους λόγους δεν προσαρμόστηκαν στην ημερολογιακή πραγματικότητα. Εξ αυτού και φέτος εορτάσαμε το Πάσχα στη 1η Μαΐου 2016, που ήταν η δεύτερη Κυριακή της Πανσελήνου της αδιόρθωτης Ιουλιανής Ισημερίας! Η παραβίαση αυτής της «συμφωνίας» των Πατέρων έχει επίπτωση και στον ενιαύσιο κύκλου του ορθοδόξου Κυριακοδρομίου. Φέτος, λόγο του αργού Πάσχα «καταλιμπάνεται» η περικοπή της ΙΓ΄ Κυριακής του Ματθαίου, που περιλαμβάνει τη γνωστή παλαιότερα ως παραβολή «Των κακών γεωργών» και του «αποδοκιμασθέντος λίθου» και ακούεται συνήθως περί τα τέλη Αυγούστου ή τις αρχὲς Σεπτεμβρίου και λίγο πριν τη Κυριακή Προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Αυτή η Παραβολή της συνοπτικής παραδόσεως καταγράφηκε τρις φορές στη Καινή Διαθήκη (Ματθ. κα΄ στ. 33-42. Μαρκ. ιβ, 1-12. Λουκ. κ΄, 9-19 ) και την επανέλαβε και ο Ερμάς στον «Ποιμένα» του (Γ,2,1-2)γιατίέχει ποιμαντική βαρύτητα και πάντοτε εκκλησιαστική επικαιρότητα, αφού η ζοφερή σκηνή των αγνωμόνων έμμισθων αμπελουργών προς τον Οικοδεσπότη πρέπει να παραδειγματίζει.

 

         Η διήγηση της Παραβολής προκαλείται μετά την εκδίωξη των εμπόρων από την αυλή του Ναού των Ιεροσολύμων όταν οι ανενδοίαστα καυχόμενοι για την ευσέβεια και την ηθική ανωτερότητά τους Αρχιερείς και Πρεσβύτεροι, Γραμματείς και Φαρισαίοι, ερωτούν τον Ιησού,: «Με ποία εξουσία ταύτα ποιείς»; Ο Ιησούς για να σκεφθούν προσεκτικά τη σημασία αυτής πράξεώς του απαντά με αυτό το παραβολικό λόγο. Ο ιδιοκτήτης καλλιεργήσιμης γης οριοθετεί πρώτα τα όρια του κτήματός του γιατί επιθυμεί να φυτεύσει αμπελώνα. Διαθέτει τη γη και το κεφάλαιο και για να πραγματοποιήσει το σχέδιό του προσλαμβάνει έμμισθο ειδικό εργατικό προσωπικό. Προσδοκά παραγωγή στον αμπελώνα του και μεριμνά από τώρα για το πάτημα των καρπών του για την εξαγωγή του οίνου. Όμως όταν έρχεται ο καιρός της συγκομιδής και οι αμπελουργοί θέλουν να καρπωθούν εξ ολοκλήρου τη παραγωγή και συμπεριφέρονται με κακότητα στους αποσταλμένους του και τούς εξοντώνουν γιατί θέλουν να ανατρέψουν τη συμφωνία με τον εργοδότη τους και να σφετεριστούν το «γένημα της Αμπέλου» του. Από την εποχή του Νώε ( Γεν. η΄21. θ΄ 20) η αμπελοκαλλιέργεια θεωρείται από τούς απογόνους του πραγματική ευλογία του Θεού. Η βιβλική παράδοση μας αποκαλύπτει ότι η Άμπελος ως «άνωθεν ανατέλλουσα» (Ψαλμ.ξδ΄.10) εἰναι «καρποφόρος» (Ιερεμ.ια΄.16) και ως «αληθινή» (Ιερεμ β΄.13) είναι «ευκληματούσα» (Ωσηέ ι΄. 4)   όταν τα κλαδιά της είναι ενωμένα μαζί της γιατί τότε διατηρούν το χυμό τους και βλαστάνουν και καρποφορούν. Όταν όμως οι κληματίδες κλαδευθούν ξηραίνονται και είναι κατάλληλα μόνον για προσάναμμα. Επομένως η αξία της Αμπέλου κοστολογείται από τη καρποφορία της, και όχι από το ξύλο του κορμού της.

 

                     Όταν ο «Λόγος σάρξ εγένετο και εσκἠνωσεν εν ημίν», ο Λὀγος ταύτισε τον Εαυτόν του με την «Άμπελο την αληθινή», της οποίας Γεωργός είναι ο Πατήρ Του ( Ιω.ιε΄.1-10). Οι Απόστολοί του καταστάθηκαν από τον Ίδιο καλλιεργητές της «αληθινής Αμπέλου» και στη συνέχεια τους ανατέθηκε η ευθύνη διαφυλάξεως και καλλιέργειας του αμπελώνα καθώς και στους κανονικούς διαδόχους τους μέχρι σήμερα.Στην ίδια παραβολή αποκαλύπτεται πώς ο Υιός του Οικοδεσπότη «εγεννήθη εις κεφαλήν γωνίας» και είναι ως ο Ακρογωνιαίος Λίθος και ο αληθινός κληρονόμος του καθορισμένου και καλλιεργούμενου αμπελώνα, που στη πραγματικότητα είναι η συντεταγμένη οικοδομή της Εκκλησίας Του.   Ειδικά για εμάς τους Ορθοδόξους αυτή η θεσμική «Ευσεβής Πηγή» της αποστολικότητος είναι η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, εκ της οποίας και άντλησαν εκκλησιολογική υπόσταση όλες οι τοπικές Εκκλησίες, της Κρήτης, της Παλαιάς Ελλάδος, και οι χαρακτηριζόμενες τον Ε΄ αιώνα ως «βαρβαρικές χώρες» της Ανατολικής Ευρώπης.              

 

           Η έννοια της συνάξεως του λαού του Θεού την «ημέρα Κυρίου» αποδόθηκε από τους Ο΄, ήδη από το Δευτερονόμιο (Δευτ. δ΄10,, ιη΄ 16. κγ΄ 1.2. λα΄.30), με την ελληνικότατα λέξη Εκκλησία! Αυτή η Εκκλησία κατά το θέλημα του Ιδρυτή της οφείλει να παραμένει Μία και να διατηρεί αδιατάρακτη ενότητά της ( Ιω. ιέ -ιζ΄). Το πρότυπό της περιγράφεται στις Πράξεις των Αποστόλων (κεφ. 15) και συνήλθε περίπου μετά 15ετία από την Ανάληψη του Κυρίου το 48 μ.Χ., στα Ιεροσόλυμα.   Η πρώτη αυτή Σύνοδος της Εκκλησίας δεν απαρνήθηκε τις ιουδαϊκές καταβολές της, αλλά χειραφετήθηκε από τους ιουδαϊκούς θεσμούς για να ανοίξει το δρόμο της χριστιανικής πίστεως «προς πάντα τα έθνη» και το Ευαγγέλιο να αποκτἠσει   πανανθρώπινη και οικουμενική εμβέλεια προς τελείωση της παρούσης ζωής. Την αυθεντική διδαχή του Ιησού την εξέφραζαν «οι ζώντες και δοκούντες είναι στύλοι» της Εκκλησίαςμε τη συμφωνία και όσων εκ της πρώτης και της δεύτερης γενεάς άκουσαν τον Ιησού και βίωσαν τις υποθήκες Του. Τη Μωσαϊκή παράδοση γνώριζαν οι εξ Εβραίων πιστοί ότι την περιφρουρούσε το Ανώτατο Μέγα Συνέδριο. Οι ελληνιστές πάλι Ιουδαίοι, που βρίσκονταν σε επαφή με τούς τότε ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς θεσμούς, γνώριζαν τους κανόνες λειτουργίας των βουλευτηρίων και των συγκλήτων της εποχής τους. Με τη συλλογική εμπειρία των διάφορων μορφών διοικήσεως αρχίσει να μορφοποιείται σε συντεταγμένο ένα Σώμα η Εκκλησία του Χριστού, με την ισότιμη συμμετοχή πρεσβυτερίου και λαού. Προϊόντος του χρόνου αυξήθηκε το πλήρωμα στην Εκκλησία και ανατίθεται στους επισκόπους, ως ανιδιοτελείς και φερέγγυους ποιμένες δεσμευμένους για τη ορθή πίστη με τη χειροτονίας τους, να εκφέρουν έγκυρη γνώμη για ουσιώδεις αλήθειες της πίστεως και της επικρατούσης εκ παλαιού τάξεως,. Τότε ξεχωρίζει ο «Πρώτος» του πρεσβυτερίου και η επιτυχής άσκηση της αποστολής του τον ανύψωσε σε κεντρική προσωπικότητα στις συλλογικές συνάξεις των επαρχιακών επισκόπων. Μέσα στη περίοδο των Διωγμών από τέτοιες συνάξεις καθορίστηκαν οι «δικαιοδοσίες», τα γνωστά σήμερα και ως «κλίματα», και τα πρώτα θεσμικά κέντρα των παλαιότερων αποστολικών θρόνων. Όμως η οριστική μορφή των Συνόδων διαμορφώνεται στις αρχές του Δ΄ αιώνα μέχρι τα μέσα του Στ΄ αιώνα. Σε διάστημα 300 ετών, μεταξύ του 253 και του 553, συνήλθαν 260 Σύνοδοι διαφόρων μορφών σε Ανατολή και Δύση, όπως απεκάλυψε ο ιστορικός RamsayMacMullen στο σχετικό σύγγραμμά του το 2006. Η ιστορική έρευνα περί των Συνόδων έχει συγκεντρώσει μέχρι σήμερα τεράστια βιβλιογραφία για τις διάφορες μορφές τους, όπως ήταν η Επαρχιακή, η Τοπική, η Πατριαρχική και η Γενική Σύνοδο που κατέληξαν στην Οικουμενική Σύνοδο, που ολοκληρώθηκε με το θεσμό της «Πενταρχίας» των Πατριαρχών, η οποία και αποτελεί τη ανώτατη σύνταξη της Εκκλησίας που θεσπίζει απόλυτου κύρους αποφάνσεις για θέματα πίστεως.

 

                     Ανάλογη εξέλιξη είχε και το θέμα της ψήφου των επισκόπων μέσα σε Σύνοδο γιατί το αποτέλεσμα της κρίσεως τους συνδέεται με τη λήψη αποφάσεως που έχει κανονική και νομική ισχύ. Η απόλυτα ιδανική βέβαια λύση για τη λήψη αποφάσεως είναι η ομόψυχη «ομοφωνία» των παρόντων! Η αρχαιότατη βιβλική μαρτυρία του Νόμου που υπάρχει στην Έξοδο (κγ΄2) βεβαιώνει πώς η ομοφωνία των παρόντων διασφαλίζεται ομαλά και όταν εκφράζεται με τη «κοινή πάντων ψήφο». Την αρχή αυτή υιοθέτησε και η Εκκλησία στον επίλογο του 6ου κανόνα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, σε περίπτωση αδιέξοδου «δι' οικείαν φιλονικίαν αντιλεγόντων». Τότεοφείλει να θεραπεύεται η διαφωνία κατά παρέκκλιση εκ της ομοφωνίας δια «της ψήφου των πλειόνων». Όσοι από πεισματώδη αγκύστρωση σε «προσωπικά και ιδιοτελή κίνητρα» είναι αντίθετοι με την ομαλή λειτουργία της συνοδικότητας, είναι και υπεύθυνοι της παρεκκλήσεως εκ της «ομόφωνης ακρίβειας». Ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός,με την πικρή συνοδική εμπειρία που είχε, συμβουλεύει η υπέρβαση κάθε αδιέξοδου που υποθάλπτει τη συγκρουσιακή ατμόσφαιρα στις Συνόδους πρέπει να γίνεται με τη χρήση «της ψήφου των πλειόνων» ( MigneP.G. t.49.B. 225).

 

           HΜεγάλη Σύνοδο που συνήλθε πρόσφατα στη Κρήτη είναι ισοδύναμη με τη Μεγάλη Σύνοδο των παλαίφατων Πατριαρχείων, που συνήλθε το 1872 στο Φανάρι κατά του Εθνοφυλετισμού, ο οποίοςστη θεωρία εμφανίζεται ως πατριωτισμός, ενή στη πρἀξη είναι «σλαβικός εθνικισμός» και για να πετύχει η τσαρική διπλωματία τούς τότε στόχους της αδίστακτα τον μεταχειρίστηκε για να εξάψει τη βιαιότητα κατά της Μητρός Εκκλησίας της βουλγαρικής ανταρσίας. ( Συνοδικόν, τ, Β΄ σσ.177-186) Η εισαγωγή εθνοκρατικών επιδιώξεων στα εκκλησιαστικά θέματα έκτοτε απορρίπτεται και ουδένα μέχρι σήμερα Διορθόδοξο κανονικό συνοδικό σώμα δεν αποπειράθηκε να ανατρέψει αυτή τη συνοδική απόφανση του 1872. Ἐτσι και σήμερα, οι κατ' αρχὴ συμφωνήσαντες για τη σύγκληση της νέας Συνόδου στη Κρήτη και «δι' οἰκείαν φιλονικίαν» μεταμελἠθηκαν και φυγοκεντρίστηκαν, περί καθισμάτων, κειμένων, Κατάρ και λοιπών φαιδρών ευρημάτων, δεν μπορούν να ανατρέψουν τα κείμενα που ψήφισε η πλειονοψηφία των δέκα παρόντων μελών της Αγίας, Κανονικής Διορθόδοξης Συνόδου, γιατί κατά τη Κανονική Τάξη έχουν άδικο.

 

                  Στη Παραβολή εκφράστηκαν τρείς φορές πράξεις αγνωμοσύνης από τους «μισθωτούς αμπελουργούς» γιατί θέλησαν να σφετεριστούν τον αμπελώνα και τη παραγωγή του. Αυτές οι βάναυσες πράξεις φαίνεται πως έχουν συνειρμό με αντίστοιχα σημερινά πεπραγμένα.

 

       1. Η προς άρκτον τοπική Εκκλησία το 1589 απαιτεί να τιμηθεί με τη πατριαρχική αξία. Με τη συγκατάθεση των παλαίφατων Πατριαρχών αυτή της χορηγήθηκεμε βασικό όρο: ποτέ να μην αναστατώσει τα Δίπτυχα της Εκκλησίας και διεκδικἠσει Πρωτείο έναντι του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Όμως από τα μέσα του 19ου αιώνα η τσαρικοί δυναστεία των Ρωμανώφ θέλησε να «προστατεύσει» τους Ορθοδόξους με είδος Διομολογήσεων, όπωςεκείνες που πέτυχαν οι Δυτικοί από το οθωμανό σουλτάνο για τους Ρωμαιοκαθολικούς υπηκόους του. Η προστασία αυτή     σκόρπισε τη πλάνη της «ομοσπονδοποιήσεως» των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών με την φρούδα ελπίδα πώς το πλήθος και ο πλούτος θα αναγορεύσουν εκ των πραγμάτων νέα ηγέτιδα κεφαλή στους Ορθοδόξους. Πρώτη απόπειρα έγινε από Ρώσους αρχιερείς που εισπήδησαν στον Νέο Κόσμο. Αυτοί έπαυσαν να σέβονται τον 28ον κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που τέθηκε για να περιφρουρεί το θεσμικό κέντρο της Κων/πόλεως την ενότητα της κατ΄ Ανατολάς Εκκλησίας. Όταν η Σύνοδος του 1872 κατεδίκασε τον Εθνοφυλετισμό από την επομένη άρχισαν μέσο ψευδώνυμων εταιριών τις χορηγίες μυριάδων ρουβλίων για τη διάσπαση της ενότητος των Ελληνορθόδοξων παλαίφατων Πατριαρχείων. Έτσι το 1899 πέτυχαν τον εξαραβισμό του Πατριαρχείου Αντιοχείας με την εκλογή του από Λαοδικείας Μελέτιος Ντουμάνη σε πατριάρχη Αντιοχείας ο οποίος εξεδίωξε από τη Δαμασκό τους Έλληνες Αγιοταφίτες, που επί χρόνια προστάτευσαν το εκεί Πατριαρχείο από τις γνωστές Διομολογήσεις, που οδηγούσαν Ορθοδόξους στο «Μελχιτισμό». Η ενθρόνιση του Μελετίου φανέρωσε τη ταυτότητα του υποκινητή στον εξαραβισμό με τη προκλητική παρουσία του τσαρικού Ρωσικού Στόλου στις Συριακές ακτές της Μεσογείου (!). Μήπως τα τότε συντρέξαντα δεν συνάπτονται με τα τώρα εκεί διατρέχοντα; Αυτή η τσαρική προστασία αναθάρρυνε τους Αντιοχειανούς να επανέλθουν τις παλαιές βλέψεις τους για την Κύπρο (Έφεσος 431) και επιδίωξαν να αναμειχθούν στην ἐριδα των «δύο Κυρίλλων» για τη διαδοχή στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κύπρου.Ο Αλεξανδρείας Φώτιος, έμπειρος στις τότε ρωσικές επιδιώξεις στη Μέση Ανατολή, τους απομάκρυνε από την Κύπρο ως «ακοινώνητους» και εξελέγησαν στη Πάφο ο Ιάκωβος και για στο Κίτιο ο Μελέτιος Μεταξάκης, που αναδιοργάνωσε την εκεί Εκκλησία! Τελικά το Πατριαρχείο Αντιοχείας όταν επέστρεψε στις ελληνορθόδοξες ρίζες του το 1909 αναγνωρίστηκε ο από Τριπόλεως Γρηγόριος Δ΄ Χάδδαδ ως κανονικός πατριάρχης Αντιοχείας που άσκησε τη πατριαρχία του ειρηνικά μέχρι το 1928. Τούτον διαδέχθηκε το 1931 ο Αλέξανδρος Γ΄ και μετά το 1959 ο Θεοδόσιος Στ΄ και το 1970 ο Ηλίας Δ΄, που γνώρισα προσωπικά και οι τρεις ήταν άριστοι ελληνιστές ως απόφοιτοι της γεραράς Θεολ. Σχολής της Χάλκης. Το 1979 επανέκαμψε στη Δαμασκό η Μοσχοβίτικη επιρροή με τον Ιγνάτιο Δ΄, που συνεχίζει μέχρι σήμερα να δορυφορεί τις ρωσικές τακτικές.

 

       2, Συνήθως, οι σχολιάζοντες αυτή τη παραβολή εντοπίζουν τους «κακούς γεωργούς» μόνον στον αρχαίο Ισραήλ και κατ΄ επέκταση τους άρχοντές του. Όμως οι αρπακτικές συμπεριφορές ενδημούν και στο ημέτερο Γένος. Οι ενταύθα παροικούντες δεν μπορούν να καταλάβουν ότι η εκδίωξη το 1922 των Ελληνορθόδοξων εκ της Ανατολής δημιούργησε νέα εκκλησιαστική πραγματικότητα στην Ελλάδα. Το Πλήρωμα των 25Μητροπόλεων της Μικρασίας και της Ανατολικής Θράκης συνυπάρχει πλέον με το λοιπό Πλήρωμα των Νέων Χωρών και της Κρήτης αλλά και της σημερινής ελλαδικής διοικήσεως μέσα στην από αιώνων δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.Με άρθρα μας αποδείξαμε ότι ούτε Ιεροί Κανόνεςπερί «αυτοκεφαλίας» υπάρχουν και ούτε τα λεχθέντα υπό του ιερού Φωτίου αφορούν την κανονική πράξη της Εκκλησίας. Η παραχωρηθείσα «ανεξάρτητη διοίκηση», που «ακάνονα» λέγεται «αυτοκεφαλία», δόθηκε από το θεσμικό Θρόνο της Κων/πόλεως γιατί εκκλησιαστικά οι εν Ελλάδι Εκκλησίες υφίστανται μέσα στην από αιώνων δικαιοδοσία της. Αυτό δεν ξεχνιέται, ούτε και παραγράφεται από κουτοπόνηρες εθνικιστικές ιδεοληψίες.   Συνεπώς αυτή η επί μέρους παραχωρηθείσα διοίκηση δεν είναι ένα πειναλαίο πιράγχας που κατατρώγει με βουλιμία τις επαρχίες που πάντα εξαρτώνται πνευματικά» εκ του θεσμικού κέντρου της Εκκλησίας μας. Η Εκκλησία της Κρήτης π.χ. βρίσκεται μέσα στο κλίμα του Οικουμενικού Θρόνου πριν αποσπαστεί τον 8ον αιώνα από την Παλαιά Ρώμη η λεγόμενη τότε Αχαΐα και η παλαιά Ελλάδα, απόσπαση που συνετέλεσε και αυτή στο χορό των διαστάσεων μεταξύ της Παλαιάς και της Νέας Ρώμης!

 

         Τα σκληρά μέτρα που επέβαλαν τη Μεταλωζάννεια εποχή οι «νικητές» για να παραμείνει στην έδρα του το Οικουμενικό Πατριαρχείο μας, το ανάγκασαν να αναθέσει επιτροπικά τη συνδιοίκηση μέρους των εν Ελλάδι επαρχιών της στη Σύνοδο των Αθηνών.Τόσον ανησυχούν οι εξ Αθηνών μήπως παύσουν να τοποθετούν τους υποτακτικούς τους στις «Νέες Χώρες», καταχρώμενοι το κανονικό δικαίωμα του Πατριάρχη να ελέγχει την εκλογή των ιεραρχών του Θρόνου του; Μετά το 1928 οι Αθηνοκεντριστές παρόπλισαν στα περιθώρια της εκκλησιαστικής ζωής των πατριαρχικών επαρχιών σημαντικούς Νεοχωρίτες «κοπιάσαντες» κληρικούς και χαρισματούχους πατέρες της Αγιώνυμης Πολιτείας πανάξιους για ποιμαινάρχες.   Η Εκκλησία Κων/πόλεως γνωρίζει ότι: «Το εξ αρχής ανυπόστατον, ουκ βεβαιούται τη χρονία παραδρομή» ( Πανδέκτ. 50,4 reg.jurisΒασιλ. ΙΙ 3,29) και «άχρι καιρού» αντέχει τους αντικανονικούς καὶ πονηρούς σφετερισμούς των «κακών αμπελουργών».        

 

         3. Την τακτική των «κακών εργατών» μιμήθηκαν και οι ποικίλης προελεύσεως συντρέξαντες στον αντισυνοδικό αγώνα. Αυτοί αντι   να συνδράμουν τη διορθόδοξη επιθυμία και τους πολυετείς κόπους τιμίων ιεραρχών και θεολόγων   για την επανασύναξη των απανταχού Ορθόδοξων Εκκλησιών, παρενέβαλαν κάθε κακόβουλο λογισμό για να τροχοπεδήσουν τη πορεία προς τη Σύνοδο, το κυρίαρχο αυτό θεσμό του Σώματος της Εκκλησίας. Συνασπίστηκαν πρόσωπα του φθηνού εγχώριου ζηλωτικού αντιρρητισμού που θέτουν διάφορες ενστάσεις, όπως: «περί την ονομασία και τη σύνθεσή της και αφού απουσίασαν 4 στις 10 Εκκλησίες και μήπως έχει έλλειμα συνοδικότητος και επομένως στερείται της κανονικότητος» και «αν είναι συνεπής στη συνέχεια των παλαιών Συνόδων η είναι ένας νέος τρόπος συναθροίσεως»! Ακόμηκατακρίνουνκαι «την ορθοδοξία των αποφάσεών της και άν αυτές έχουν πανορθόδοξο χαρακτήρα και γιατί δεν ασχολήθηκε η Σύνοδος της Κρήτης και με άλλα σοβούντα προβλήματα » και πολλές άλλες θνητέςφλυαρίες που παραμένουν άλυτες για να ταλανίζουν τους αδιάβαστους στα εκκλησιαστικά ζητήματα. Το αντιρρητικό μένος ενισχύθηκε και από τους αναρριχηθέντες σε θρόνους και σε έδρες δια της «τεθλασμένης αμαρτωλής οδού», οι οποίοι «θεολογούντες» ταυτίστηκαν με τις ζηλωτικές παράνοιες των έξαλλων παρασυνάγωγων του τύπου της Κερατέας!   Μαζί με αυτούς συμπλέουν και οι θρασύστομοι «ομολογητές» που υπερμαχούν για κάποιο «Ορθοδοξισμὀ», χωρίς βέβαια αυθεντικό εκκλησιαστικό φρόνημα. Μεταξύ αυτών συμπλέκονται και μερικοί Κύπριοι βαττολογούντες που μου θύμισαν γεγονότα ημερών Ιωαννίδη του 1972 για τη καταστροφική πολεμική τους κατά του αρχιεπισκόπου Μακαρίου (†3/8/1977). Η τότε προκληθείσα κατά τη «Μουρατήδεια» υπόδειξη «συνοδική παρέμβαση», ξεκίνησε τη τραγωδία του Κυπριακού ελληνισμού. Τώρα, κάποιοι επίγονοι εκείνων των ολετήρων μονοπωλούν εργολαβικά καὶ χυδαία τη πολεμική του Καλβινικής κοπής «αντιπαπισμού», με τη μάσκα και τη ψευδώνυμη κάλυψη του ύποπτου για το ρόλο του θρασύδειλου μετανάστη συμπατριώτη τους. Πρόσφατα εμφανίστηκαν και μερικοί ασύντακτοι μανιακοί ζηλωτές Αγιορείτες και κάποιοι άλλοι καλόγηροι, που δεν έμαθαν «πώς όταν οι καλόγεροι θυμώνουν καίγονται τα γένια τους»! Αυτοί κραδαίνουν την απειλή της παύσεως της Μνημονεύσεως, «παίζοντες εν ου παικτοίς» με την «υποχρεωτική ἠ τη δυνατική» εφαρμογής της με τον επίσκοπο τους που τους επέτρεψε ως Ορθόδοξοι ιερομόναχοι να ιεροπρακτούν στην επαρχία του! Φαίνεται πως αγνοούν τι υπέστησαν οι Αθωνίτες τὸ 1927, που αλλόφρονες διέπραξαν το ασεβές και βαρύτατο αυτό κανονικό ολίσθημακατά του θρασύτατα συκοφαντηθέντος γεραρού πατριάρχου Βασιλείου Γ΄. Η αναστολή της «Μνημονεύσεως» δεν προσβάλλει μόνον τον κορυφαίο θεσμό του «Πρώτου» της Ιερωσύνης που διασφαλίζει την ενότητα της Εκκλησίας, αλλά και που προστατεύει τη κανονικότητα τελέσεως του βασικού Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας κατά αποστολοπαράδοτη εντολή διατηρηθείσα διαχρονικά στη λατρεία μας. Οι κατά καιρούς θυμώδεις ταραξίες της εκκλησιαστικήςζωής, επικαλούνται τους κανόνες ΙΓ-ΙΕ της Πρωτοδευτέρας Συνόδου για την αυτοπροστασία της εριστικότητάς τους. «Αυτόβουλα» διαστρέφουν την εννοία αυτών των κανόνων και επαπειλούν τον αποεκκλησιασμό τους, που δεν αποπληρώνεται ούτε και με το «Μαρτύριο» του αίματος ή και της ασκήσεως,   κατά τους Αγίους Πατέρες.            

 

           Η Μεγάλη Σύνοδος της Κρήτης περάτωσε με επιτυχία τις εργασίες της με την επιστασία του Παρακλήτου Πνεύματος. Παρέστησαν σ' αυτή αριθμητικά υπἐρτεροι Συνοδικοί Πατέρες από τους 150 που συνάχθηκαν στη Κων/πολη το 381 κατά τη σημαντικότατη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο για να ολοκληρώσουν τότε   το Σύμβολο της Πίστεώς μας. Η τελευταία απόπειρα   κλονισμού της κανονικής πρωτοβουλίας του Οικουμενικού Θρόνου και πάλι κατέρρευσε, όπως συνέβη και μετά το 1872. Ο πατριάρχης Βαρθολομαίος απέδειξε και πάλι ότι χειρίζεται το καθήκον του ύπατου αξιώματός του με σοφία οικουμενικού Πατέρα, και ξεπέρασε τον δόλιχο των πολλών   εμποδίων, που κατέστρωσαν καιροσκόποι για να πετύχουν τις επιδιώξεις τους.  

 

       Η Άμπελος της «Ευσεβούς Πηγής» του Γένους μας, που «εκκλησιολόγησε» τηνύπαρξη όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών στην Ανατολική Ευρώπη και ανακαίνισε πλειστάκις την αρχιεροσύνη των λοιπών Ορθοδόξων Πατριαρχείων της Μέσης Ανατολής, δεν λαμβάνει υπ' όψη της τη κακή συμπεριφορά των εκάστοτε «μισθωτών εργατών», που αυθαδίασαν προς Αυτήν. Ο «ακρογωνιαίος λίθος», δεν θα τους «απολέσει κακούς κακώς», αλλάμε ευσπλαχνία και έλεος θα επιβλέψει προς εκείνους που επέλεξε να παραμείνουν : « ζωντανοί λίθοι για να οικοδομήσουν τον πνευματικό οίκο με το άγιο ιερατείο για να προσφέρουν δια του Ιησού Χριστού πνευματικές θυσίες ευπρόσδεκτες στο Θεό». (Α΄ Πέτρου β΄. 5).-

 

                                                                                                                 Α.Π.

 

 

Loading