Σκέψεις επάνω στη συνερχόμενη Σύνοδο.

 

   « Η Θείω Πνεύματι κραταιωθείσα Σύνοδος της Κρήτης »

                                                                  

Του Αριστείδη Πανώτη

            

 

4

Ο μακαριστός Κρήτης Ευγένιος λιτανεύει την κάρα στη  πόλη του Ηρακλείου μετά του Αυστρίας Χρυσοστόμου  και του Κισσάμου Ειρηναίου.

 

 

 

 

                    Η σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου στη Κρήτη κατέγραψε διάφορα μηνύματα για τον Ορθόδοξο κόσμο και για όλη τη Χριστιανοσύνη.   Παράδοξη ήταν η σύμπτωση με τον εορτασμό της Μετακομιδής στη μεγαλόνησο από τη Βενετία της σεπτής κάρας του Αποστόλου Τίτου, που με τη παρουσία του ξεκίνησε η υποδοχή των ταγών της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Ηράκλειο για να ευλογήσει τους επισκόπους που συγκεντρώθηκαν για να επιλύσουν με οξυδέρκεια λογισμών προβλήματα που επισώρευσαν οι αιώνες στην Εκκλησία και να ακροαστούν : «Τι το Πνεύμα λέγει σήμερα στις Εκκλησίες» που πρέπει να καταγραφεί στο   μνημοθέσιο της Εκκλησίας μας.

 

                          Για τον Απόστολο Τίτο δεν μιλούν καθόλου οι Πράξεις των Αποστόλων. όμως όπως φαίνεται από τις μαρτυρίες των επιστολών του Αποστόλου Παύλου ήταν λίαν εμπιστευτικό πρόσωπο που καλύπτεται με περίεργη σιωπή. Προέρχεται από εθνική ελληνιστική οικογένεια της Αντιόχειας, που αν και «σεβόμενος τον Θεόν» παρέμεινε «απερίτμητος». Γνωρίζοντας τις θέσεις του Παύλου για την «ακροβυστία» των «εξ Εθνών χριστιανών» τον συνόδευσε στην Αποστολική Σύνοδο (Πραξ. ιε΄4) που συνήλθε στα Ιεροσόλυμα περί το 49 μ. Χ. Εκεί για πρώτη φορά αναγνωρίστηκε από τους Αποστόλους η «εκ Θεού κλήση του Παύλου» και ό,σοι ακολούθησαν τις διδαχές του για τη μη τήρηση των νομικών εθίμων από τους εξ Εθνών πιστούς, που υπεστήριζαν χάρη της ακριβείας του Νόμου «οι δοκούντες είναι στύλοι» Απόστολοι Πέτρος, Ιωάννης και ο Αδελφόθεος Ιάκωβος. (βλ. Γαλ. α΄-ε΄). Ο Απόστολος Παύλος χειροτονεί το συνεργάτη του Τίτο επίσκοπο  Γορτύνης και του αναθέτει τον ευαγγελισμό της Κρήτης. Σύγχρονη τοιχογραφία.Η Εκκλησία   κατάταξε τον Τίτο στον ευρύτερο κύκλο των 70 Αποστόλων, στον οποίον ανήκουν και οι: Βαρνάβας, Άρχιππος, Αριστόβουλος κ.ά... Ο Παύλος τον θεωρεί «γνήσιο τέκνο» του «κατά τη πίστη» (Τιτ.α΄4) και τον κατέστησε για όλη τη Κρήτη επίσκοπο Γορτύνης αφού είχαν δημιουργηθεί τότε οι πρώτες χριστιανικές κοινότητες και έπρεπε να οργανωθούν και απαριθμούνται τα προσόντα του πρεσβυτερίου για όσα ελλείποντα οφείλουν να επιδιορθωθούν καθώς και κάποιες εγχώριες συμπεριφορές και κακοδοξίες. Η γραμμή πλεύσεως από τη Παλαιστίνη προς τη Ρώμη περνούσε από τους Καλούς Λιμένες στανοτιοδυτικά της Κρήτης όπως συνέβη με τον Παύλο ταξιδεύοντα προς τη Ρώμη το Σεπτέμβριο του 59 (Πράξ. κζ΄. 1-14). Μετά παρέχει συμβουλές για τα καθήκοντα των χριστιανών και δίδονται διάφορα μηνύματα και τέλος οι ασπασμοί με την αποστολική ευλογία.

                         Όμως στο Τίτο ο Παύλος   εμπιστεύεται και διάφορες άλλες αποστολές μεταξύ των Ελλήνων σε άλλες πόλεις. Μία απ' αυτές είναι η κρίσιμη μετάβασή του στη τότε κοσμοπολιτική Κόρινθο. Στάλθηκε εκεί   για να εξετάσει εκ του πλησίον αν εξακολουθούν να υφίστανται μεταξύ των χριστιανών αυτά που προκάλεσαν τη πρώτη αυστηρή επιστολή του Παύλου προς τους Κορινθίους, κυρίως από τη μερίδα των εκ των εθνικών χριστιανούς που δεν ξεχνούν τις ειδωλατρικές συμπεριφορές με τα παλαιά ήθη και προκάλεσαν αντιδράσεις με τους εξ Ιουδαίους χριστιανούς που διεκδικούν πλέον την ακεραιότητα της πίστεώς του την ηθική καθαρότητά τους και προκαλείται   διχασμός στη Κόρινθο. Τα ερείπια της Βασικής της Γορτύνης. Ιουστινιάνειος ναός του Στ΄ αιώνα,  επισκευαζόμενος μέχρι τον 10 αιώνα.Όλα αυτά καταλύπησαν τον Παύλο και το 57 μ. Χ. έγραψε τη γνωστή ως «επιστολή των δακρύων», για να τους υπενθυμίσει τους κόπους του για την εν Χριστώ αναγέννηση και ενότητά τους και αποστέλλει με τον γνώριμό τους «αδελφόν» Τίτο τις προσωπικές οδηγίες του για να πετύχουν τις ευαγγελικές αρετές που τους δίδαξε και έκανε έκκληση επιστροφής και μετανοίας των απομακρυθέντων από τη κατά Χριστόν ζωή. Τέλος εξέφρασε την ικανοποίηση του για τη βελτίωσή τους και τους ευχαρίστησε για τη «Λογία» που απέστειλανγια τους πτωχούς αδελφούς και αναιρεί συκοφαντίες εναντίον του και παρέχει την αποστολική ευλογία του.

                         Η συναξαριστική παράδοση διηγείται ότι τελικά ο Γορτύνης Τίτος μετά το μαρτύριο του Αποστόλου στη Ρώμη (67-8) και τη ταφή του στο αγρόκτημα της Λουκίνας «Έξω τον τειχών» στην οδό προς την Όστια συνέχισε το έργο του ευαγγελισμού της Κρήτης επί 39 χρόνια και αποβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 94 ετών το 105 μ.Χ. Τάφηκε στη Γορτύνια γη και ο τόπος ταφής του περιβλήθηκε από τον β΄ αιώνα με αποστολικές τιμές από τις γενεές των Κρητών και με ναό για τις συνάξεις τους. Τα σωζόμενα σήμερα από τους σεισμούς και τις καταστροφικές επιδρομές των Αράβων μέρη της βασιλικής του είναι Ιουστινιάνεια του 6ου αιώνα και έχουν υποστεί συνεχείς αναπαλαιώσεις μέχρι το 10 αιώνα. Είναι πολύ πιθανόν να υφίστατο ο τάφος του στη νοτιοδυτική γωνία του μεσαίου κλίτους του υπάρχοντος ναού. Από εκεί Ανακομίστηκαν για ασφάλεια τα λείψανα του το 824 και μεταφέρθηκαν το 981 στο ναό του στο Ηράκλειο. Τέλος η σεπτή του κάρα μεταφέρθηκε το 1669 στη Βενετία για να μη καταστραφεί από τους αλλόπιστους κατακτητές της Κρήτης, οι οποίοι καταδάφησαν τον ναό του και οικοδόμησαν εκεί τζαμί που κατέπεσε από σεισμούς και το 1852 οικοδομήθηκε εκεί νέο, το Βεζύρ τζαμί, με τη θέληση του τότε διοικητή Αχμέτ Κιουπρουλού. Αυτό το κτίσμα έλαβε μορφή χριστιανικού ναού μετά την απελευθέρωση της νήσου, δεδομένου ότι κατείχε τον τόπο ναού του Αποστόλου Τίτου και εγκαινιάστηκε ως νέος ναός του. Επί αρχιεπισκόπου Τιμοθέου Παπουτσάκη αναγνωρίστηκε και ως ο Καθεδρικός ναός της Αρχιεπισκοπής Κρήτης. Το ορθόδοξο εορτολόγιο τιμά τη μνήμη του Αποστόλου Τίτου, μαζί με τη Μετακομιδή των λειψάνων του Αποστόλου Βαρθολομαίου, στις 23 Αυγούστου, το δέ λατινικό εορτολόγιο τ[ον εορτάζει την ημέρα που στην Ανατολή τιμώνται οι 70 Απόστολοι στις 4 Ιανουαρίου.

Η μετακομιδή της σεπτής κάρας του Αποστόλου από τη Βενετία στο Ηράκλειο στις 15 Μαΐου 1966.

Η μετακομιδή της σεπτής κάρας του Αποστόλου από τη Βενετία στο Ηράκλειο στις 15 Μαΐου 1966.

 

 

               Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα οι δύο πρώτες αποστολικές Καθέδρες της Ρώμης κατάλαβαν ότι τα χίλια χρόνια της «ακοινωνησίας» είναι πάρα πολλά και ότι μέσα στα ιστορικά χρόνια της ακοινωνησίας που διέτρεξαν φώλιασαν στη μνήμη των ανθρώπων μίση από τα δεινά του πέρασαν οι λαοί και πολλές εκατέρωθεν παρερμηνείες διδασκαλιών και διαστρεβλώσεις θέσεων. Συνειδητοποιήθηκε η έκταση των παρενεργειών της συμφοράς των διαιρέσεων μέσα στη Χριστινοσύνη και άρχισε η εμβάθυνση στις πηγές και η αναζήτηση της αδελφότητος του ενός προς τον πλησίον αδελφόν που ομολογεί τις βάσεις των αληθειών του Ευαγγελίου και την Αποστολική Παράδοση που διδάσκει εφαρμογή της αρχής : «Εις τα αναγκαία ενότητα και εις τα αμφιβαλλόμενα ελευθερία» και την Πατερική Παρακαταθήκη που μας φανερώνει ότι : «πως περισσότερα μας ενώνουν από αυτά που μας χωρίζουν»! Μάλιστα μερικά που χωρίζουν και υποδείχθηκαν από συνοδικές αποφάνσεις, όπως οι επίμαχες Σύνοδοι του Θ΄ και του ΙΔ΄ αιώνα που συνήλθαν υπό το κράτος της αντιπαλότητας και γι' αυτό οι σώφρονες παλαιότερες γενεές των αρχιερέων απέφυγαν επί αιώνες να τις καταστήσουν μόνιμες αφορμές διενέξεων και γι' αυτό δεν υπάρχει Σύνοδος που να τις επικύρωσε. Οι θεολογικές συζητήσεις που τεχνολογούν διαιρέσεις απορρίπτονται από τη Συνείδηση της Εκκλησία, μάλιστα όταν οι τεχνουργεί καταχρώνται ιερατικό αξιώμα ή οποιαδήποτε διδακτική ιδιότητα και επιδιώκουν να δημιουργούν στη Εκκλησία σκανδαλοθηρικές εντυπώσεις που να υποθάλψουν τις διαστάσεις και την αντιπαλότητα σε κατά βάση απληροφόρητα πληρώματα.

 

Ο σημερινός Καθεδρικός ναός του Αποστόλου Τίτου στο Ηράκλειο της Κρήτης.

Ο σημερινός Καθεδρικός ναός του Αποστόλου Τίτου   στο Ηράκλειο της Κρήτης.

 

           Τη δεκαετία του 60 αρχίζουν να κυοφορούνται τα πρώτα δειλά βήματα επανασυναντήσεως της Παλαιάς με τη Νέα Ρώμη. Η Συνάντηση των Ιεροσολύμων του 1964 ξεκλείδωσε τις εκατέρωθεν επιφυλάξεις και ξεκίνησαν οι εξελίξεις για Διάλογο με μία νέα γλώσσα εξετάσεως των διαφορών, γιατί κατά τον απόστολο: « η γλώσσα καταράσσει και η γλώσσα ευλογεί» (Ιακ.γ΄5-6) και πολλές φορές αυτή εξόγκωσε τις διαφωνίες και μεγιστοποίησε ακόμη περισσότερο τις διαφορές.

         Μέσα στο βελτιωμένο πλέον κλίμα ξεκινούν και σημαντικές πράξεις προσεγγίσεως που εντάσσονται στις κοινές παραδόσεις για το «νέφος των κοινών Αγίων», αλλά και για την αγιαστική χάρη των λειψάνων τους. Τούτο, στη πραγματικότητα   μας ενώνει με τον Ίδιο τον Ιησού Χριστό, από τον Οποίο και δέχθηκαν την χαρισματική επιβράβευση του αγώνα τους που τους κατέστησε και μέτοχους της Θείας Χάριτος Του. Έτσι τα λείψανα των Αγίων που διασώθηκαν στη Ρώμη από τη μανία των εικονομάχων και από την οργή των αλλοθρήσκων, άρχισαν να επιστρέφουν τον δοξασμό τους και πάλι στους τόπους προελεύσεώς τους, όπου η θυσία και η χάρη τους προσφέρεται στους προσκυνητές και οφελούν τις ψυχές τους. Με αυτές τις σκέψεις η Ρώμη δέχθηκε να επιστρέφει ό, τι απέμεινε χαριτωμένο από τα σεπτά λείψανα.

           Στις 26 Σεπτεμβρίου 1964 έγινε η Επανακομιδή της κάρας του Αποστόλου Ανδρέα στη Πάτρα και μετά διετία, στις 15 Μαΐου 1966΄συνετελέστη η Επανακομιδή της κάρας του Αγίου Τίτου στο Ηράκλειο της Κρήτης. Το αίτημα της Εκκλησίας της Κρήτης τοαποδέχθηκε ο πάπας Παύλος Στ΄ και ο πατριάρχης της Βενετίας Ιωάννης Ουρπάνι στις 9 Μαρτίου 1965 αγγέλλει στον Κρήτης Ευγένιο την απόφαση για την Επανακομιδή. Κατ' αρχήν ερευνάται η ανεύρεση της αρχικής λειψανοθήκης, όπως έγινε και στο θέμα της κάρας του Αποστόλου Ανδρέα.Ο Κρήτης Ευγένιος μεταβαίνει στο Βατικανό και ευχαριστεί τον πάπα Παύλο Στ΄ για την απόφασή του. Όμως δυστυχώς στη Πάτρα κάποιος φανατικός κατατρυχόμενος από ζηλωτικό αντιπαπισμό επιδίωξε να διαπιστώσει αν η κάρα είχε παραδοθεί και κατέστρεψε την αρχική χρυσή προεικονομαχική λειψανοθήκη της κάρας του Αποστόλου ! Έτσι κρίθηκε να κατασκευαστεί σύγχρονη λειψανοθήκη όπως εκείνη για τη κάρα του Αγίου Νεκταρίου. Την κατασκευή της ανέλαβε το Εργαστήριο των αδελφών Βογιατζή, που τότε βρισκόταν στο Μοναστηράκι. Έτσι μετά 294 χρόνια παραμονής στη Βενετία αντιπροσωπεία του Πατριαρχείου της Βενετίας υπό τους μακαριστούς:΅ τον Β. Επίσκοπο του πατριάρχη Βενετίας Ιωσήφ Ολιβάττι, τον Πρωτοδιάκονο του Αγίου Μάρκου Σκάρπα και τον π. Ιωάννη Λόγκ έφθασε στο Ηράκλειο. Συνοδευόταν από τον μητροπολίτη Αυστρίας και τοποτηρητή Ιταλίας Χρυσόστομο Τσίτερ,   ανεψιό του εθνομάρτυρα Σμύρνης Χρυσοστόμου. Την όλη ιστορία της υποδοχής του ιερού λειψάνου στη Κρήτη την περιέγραψα στον τόμο των «Ειρηνοποιών» μου που εκδόθηκε το 1971 (σσ. 181-182) με τη βιβλιογραφία του (328), αλλά μέχρι σήμερα διατηρώ στο αρχείου μου σειρά εγχρώμων διαφανειών για το γεγονός, που τιμητικά παραβρέθηκα.  

 

         Η ευλογημένη παρουσία της σεπτής κάρας του Αποστόλου Τίτου για τον εορτασμό της προ πεντηκονταετίας Επανακομιδής της, υπενθύμισε από τη στιγμή της επίσημης υποδοχής των συνοδικὠν της Μεγάλης Συνόδου τον αποστολικό ζήλο για να καταπραΰνονται   οι διάφορες διχογνωμίες, όπως έπραξε ο Τίτος στο μέσο των προστριβών στην Κόρινθο. Γνωρίζουμε πως άρχισαν οι διαιρέσεις ενώ ζούσε ο Απόστολος Παύλος και δεν σταμάτησαν ούτε και μετά τεσσαρακονταετία και προκάλεσαν την παρέμβαση και πάλι στα τέλη του πρώτου αιώνα του μεγάλου αποστολικού άνδρα και επισκόπου Ρώμης Φλάβιου Κλήμεντα! Μήπως. κάποιες παρόμοιες καταστάσεις δεν συμβαίνουν και σήμερα από δολοφρονούντες που με αίολους και αντικανονικούς εκβιασμοὐς επιδιώκουν να επιβάλουν τις θελήσεις τους ; Η περάτωση της Μεγάλης Συνόδου είναι το μέγιστο εκκλησιαστικό γεγονός των ημερών μας και ας λοιδορείτε από αγνοούντες τη διαχρονική δύναμη των συνοδικών αποφάνσεων.   Αυτοί που θέλησαν να πηδήξουν «εν κινήσει» εκ της Συνόδου δεν σκέφθηκαν ποτέ την ορμή της φυγόκεντρη δύναμη της πτώσεως; Μέσα στη πολυμήχανη παραζάλη τους μήπως αγνοούν τις συνέπειες του τολμήματός τους;-

Loading