Σκέψεις για τα συντελεσθέντα στη Σμύρνη.

Η   ΠΑΡΑΔΟΞΗ ΚΑΤΑΞΙΩΣΗ   ΟΣΩΝ....... ΠΕΡΙΜΕΝΑΝ

 

       Οι αποφράδες ημέρες ανακαλούν δυσάρεστες μνήμες. Την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο, τον Σεπτέμβριο του 1922, η  Ρωμιοσύνη   οδηγήθηκε στη προσφυγιά και έσβησε μετά από 20 αιώνες η λυχνία της Εκκλησίας της Σμύρνης.

Απλώθηκε σιγή για 94 χρόνια. Το Σαββατοκύριακο 24 και 25 Σεπτεμβρίου 2016, άνοιξαν οι Ουρανοί και φανερώθηκε η εύνοια του Θεού με δύο υπερβατικά τελέσματα. Αυτά ήταν η Ενθρόνιση του Σεβ. μητροπολίτη Σμύρνης κ. Βαρθολομαίου Σαμαρά και η Χειροτονία του Θεοφ. επισκόπου Ερυθρών κ. Κύριλλου Συκή. Ξανακτύπησε η καμπάνα και συνήχθησαν εκεί διάφορες φυλές των Ορθοδόξων για να   υψωθεί ο Τίμιος Σταυρός και δημόσια να τελεστούν δύο αποφάσεις της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας που δείχνουν πως«ανακαινίζεται ως αετού η νεότης της» (Ψαλμ. ΄103,5). Το Πατριαρχείο προσφέρει και πάλι τη παρακαταθήκη του για να σβήσουν οι αποφράδες μνήμες και λειτουργηθούν και πάλι τα ιερά σεβάσματα των Ορθοδόξων. Έτσι ειρηνεύουν οι ψυχές και επανέρχεται το κλίμα της καλής γειτονίας όπως συνέβη στα χρόνια του Ηρακλείου (629-641) με τη «Συνθήκη» που επιβεβαίωσε ότι οι διασκορπισμένες τότε τουρκικές φυλές που ζούσαν στα κράσπεδα των ακριτικών περιοχών της αυτοκρατορίας «εγένοντο φίλοι τοις Ρωμαίοις»!

           Στη Σμύρνη το ανασκαφικό έργο επιβεβαίωσε ότι από αυτά τα χώματα πέρασαν και άφησαν τα ίχνη τους γενεές ανθρώπων και πολιτισμών. Τη μυθική εποχή διαδέχθηκε ο συλλογισμός που ανίχνευσε τα φιλοσοφικά και μεταφυσικά προβλήματα και άνοιξε τη πρωτοπορία των επιστημών. Ακολούθησε η Ιώνια θεία χάρη που πρόσφερε τόσες εκφάνσεις πολιτισμού και άπλωσε με το οικουμενικό πνεύμα μας πολλές του βίου πραγματείες. Στα μέσα του πρώτου αιώνα επιχειρήθηκε νωρίς η διάδοση   του Ευαγγελίου στην Μικρά Ασία. Η πολυάνθρωπη Έφεσος καταστάθηκε αποστολικό κέντρο με την συνυπουργία των Αποστόλων Παύλου και Ιωάννη και αυτὀ το λειτούργημα αναδέχθηκε ο Οικουμενικός Θρόνος με τις οικουμενικές αποφάσεις των Πατέρων της Εκκλησίας μέχρι σήμερα. Πολλές φορές διερωτώμαι : Ποίος άλλος θρησκευτικός θεσμός στη Ιστορία έχει αντέξει μέσα στη διαδρομή του τόσες αντίξοες παρεμβάσεις της κοσμικής εξουσίας για την αποστολή του και από τις εσωτερικές τριβές φθόνου και κακοβουλίας ομογενών και ομόδοξων, αν δεν είχε τη θεία «Άνωθεν» επιστασία και ασφάλεια; 

         Ιστορικά δεδομένα δείχνουν ότι η εν Σμύρνη Εκκλησία είναι η «πρωτότοκη» θυγατέρα της όντως αποστολικής κοιτίδας του Χριστιανισμού. Σε αυτό συνετέλεσε ότι η αγορά και ο λιμένας της πόλεως διαχρονικά αποβαίνουν σπουδαίο πνευματικό, ναυτιλιακό και εμπορικό κέντρο. Στα χρόνια του Ευαγγελιστή Ιωάννη κατευθύνεται και στερεώνεται το Ευαγγέλιο στην πολυάνθρωπη και ευδαίμονα Μικρασιατική ενδοχώρα. Στο τέλος του πρώτου αιώνα ο Ιωάννης αποκαλύπτει τη ταραχώδη ιστορία της Εκκλησίας της Σμύρνης και παραγγέλλει σε όποιον αγωνιζόμενος εκεί και αναδεικνύεται νικητής δεν έχει να φοβηθεί από το δεύτερο θάνατο δεν πρέπει να γονατίζει από τις θλίψεις και τις συκοφαντίες, αλλά πάντοτε να πορεύεται προς ταεμπρός(Αποκ. β΄. 3-11). Η παλαιοχριστιανική κοινότητα της Σμύρνης κοσμείται από επίλεκτους λειτουργούς. Αυτοί αρχίζουν από τον Αριστίωνα, το Στραταία, τον Λωΐδα και τον Αρίστο ( MigneP.G. 1.1055) και συμπληρώνονται από τον Βουκόλο, που τον διαδέχθηκε ο Πολύκαρπος, όπως μαρτυρεί το ελληνικό λεξικό του Σουΐδα που συντάχθηκε τον 10ον αιώνα και αποδέχεται η Εκκλησία. Ο ακριβής όμως καθορισμός των διατελεσάντων επισκόπων στηρίζεται μόνον στα πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων που συμμετείχαν. Γνωρίζουμε πως η επισκοπή της Σμύρνης αναγορεύεται κατά την αρχαία τάξη σε αρχιεπισκοπή και μετά σε Μητρόπολη με έξη (6) Επισκοπές. Η συνεχής όμως διαδοχή διακόπτεται από τις σεισμικές ισοπεδώσεις της πόλεως και από πανδημίες επιδημίες πανώλης και διάφορες επιδρομές αλλοφύλων που αποδεκάτισαν τους πληθυσμούς της. Κατά την οθωμανική περίοδο γνωρίζει κάποια ειρηνική περίοδο και συνεχώς ανανεώνονται οι ιεράρχες της από το Πατριαρχείο μας. Παρά αυτά οι χριστιανοί της Σμύρνης επανειλημμένα πληρώνουν τις συνέπειες των πολεμικών συγκρούσεων των χριστιανικών κυβερνήσεων με το σουλτάνο. Μετά το 1831, που αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις της Πύλης με τους Ρωμιούς Πατριάρχες, έχουμε συνεχή τον κατάλογο των ιεραρχών της Σμύρνης μέχρι το 1922. Αυτοί είναι οι μητροπολίτες Σεραφείμ, Χρύσανθος, Παΐσιος, Μελέτιος, Βασίλειος και τέλος ο Χρυσόστομος.

                Με την έναρξη του νέου εκκλησιαστικού έτους 2017, η πατριαρχική Ι. Σύνοδος αποφασίζει να δώσει μετά 94 χρόνια ποιμενάρχη στους ορθοδόξους της Σμύρνης. Νέος μητροπολίτης Σμύρνης εκλέγεται κλητός Φαναριὠτης Η κλήση του στα ιερά καλλιεργήθηκε μέσα σε νεανικό κύκλο εμπνεόμενο από το παράδειγμα του Αγίου Δημητρίου. Θέλησε η σταδιοδρομία του να μη παρακωλύεται από τις ελλαδικές δοτές συμπλεγματικές καταστάσεις και προσανατολίστηκε προς τη βρυσομάνα του Γένους των Ορθοδόξων, το Φανάρι. Συνδέθηκε με στενούς συνεργάτες της πατριαρχικής ευθύνης, οι οποίοι εκτίμησαν το ζήλό και τη θετικότητά του για έντιμη διακονία στην Εκκλησία και τον ενέταξαν στην πατριαρχική Αυλή. Η μακροχρόνια και επίμονη σφράγιση της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης αποστράγγιξε από ευέλπιδα νέα στελέχη το Φανάρι σε η εποχή που στέρευε η άντληση στελεχών από τη μεγάλη δεξαμενή της Ίμβρου. Έτσι εντάσσεται με εργατικότητα και σοβαρότητα ο αρχιμανδρίτης Βαρθολομαίος Σαμαράς στη συνοδεία του Πατριάρχου μας για να μαθητεύσει με καθαρό φρόνημα στη Μεγάλη Σχολή της ενδότερης Εκκλησιαστικότητας και τάξεως. Αυτή η σπουδή δεν έχει καμιά μεταπτυχιακή σχέση με τη λήψη ενός στεγνού πτυχίου προς εγγραφή σε «Κατάλογο προς Αρχιερατεία» για τη διεκδίκηση ισόβιας «δοξασμένης» ζωάρκειας σε κάποια Μητρόπολη. Η πολυετής θητεία του πλησίον του σοφού και πεπνυμένου πατριάρχη Βαρθολομαίου του Ιμβρίου, ανέδειξε πλήθος χαρισμάτων του που εκτιμήθηκαν και τον κατέστησαν άξιο να αναδεχθεί την ευθύνη μαρτυρικού θρόνου που τώρα πρέπει να αναγεννηθεί. Μετά 94 χρόνια η εκκλησιαστική ζωή στη Σμύρνη συνεχίζεται «εν ετέρα διορθοδόξο μορφή» με μητροπολίτη που έρχεται να ποιμάνει τον εκεί μικρό λαό του Θεού με τη πραότητα του ειρηνικού χαρακτήρα του, αποδεικνύοντας την οικουμενικότητα της «καθ' ημάς» Εκκλησίας.  Η επάξια αυτή εκλογή και χειροτονία δεν μπορεί να απομονωθεί από το δεύτερο σκεύους της εκλογής γενόμενομενης την αυτήν ημέραν, του Θεοφ. Κύριλλου Συκή. Ο σεμνός και δυναμικός αυτός ιερομόναχος γόνος πτωχής προσφυγικής οικογενείας από το Αϊβαλί γεννήθηκε στη Λέσβο και από μικρός ένιωσε τη κλήση για τα ιερά γράμματα γι' αυτό στάλθηκε από επίσης ανάστημα του δασκάλου μου Γρηγορίου Παπαμιχαἠλ και φίλο μου μακαριστό μητροπολίτη Ιάκωβο τον Κλεόβροτο να τα σπουδάσει στη Ριζάρειο Ιερατική Σχολή των Αθηνών. Εκεί ανάλωσε εαυτόν στη συνεχή πρόοδο και αριστούχος θέλησε να συνεχίσει σπουδές στη Θεολογία. Αυτό τον έπραξε σκληρά εργαζόμενος, όπου από κοντά έζησε τη κοινωνική αδικία για να εγκολπωθεί βαθειά το Μακαρισμό «για τους πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνη του Θεού». Στα πρώτα εκπαιδευτικά βήματα απειλείται η ζωή του από σοβαρή ασθένεια και θαυμαστά διασώζεται απ'αυτή για να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη διακονία του θυσιαστηρίου. Ο διάδοχος μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος Φραντζής αναζητούσε συνεργάτη και τον χειροτονεί. Διεπίστωσε σε λίγο τη πολυτάλαντη αξία αυτού του προσώπου και τον καθιστά βασικό συνεργάτη του. Λόγω του δεσμού του με τη Σχολή της Χάλκης τον διαθέτει περιοδικά και στο Πατριαρχείο για να λειτουργεί μετά το 1922 κλειστούς ναούς της απέναντι χώρας και με προσκυνητές να μνημονεύει τους προαπελθόντες προγόνους που αναπαύονται εκεί. Όταν το 2002 ο πατριάρχης Βαρθολομαίος μετέβη στη Λέσβο τον τίμησε με τον τίτλο του αρχιμανδρίτη του Οικουμενικού Θρόνο και εκείνος εξέφρασε με τις ευχαριστίες του και τον βαθύτατο σεβασμό και τις προσφορές στο Γένος του ιερού αυτού θεσμού, κάτι που παρεπίκρανε τους άσπονδους εν Ελλάδι διεκδικητές των προνομίων του Θρόνου, που μελετούσαν και διασκέπτονταν πως θα τα φαλκιδεύσουν!   Ο τότε Αθηνών Χριστόδουλος, δυστυχώς παρασύρθηκε από δύο αρχιερείς Ηρακλείς του «αυτοκεφαλισμού» και προέβη στη πρωτοφανή στα χρονικά διαγραφή από το »Κατάλογο προς αρχιεραετεία» του τιμηθέντος ιερομονάχου! Έτσι ξεκίνησε η θλιβερή περίοδος της διενέξεως 2002-2004 γιατί ο ελλαδισμός υπέκυψε στο Τρίτο Πειρασμό του Κυρίου (Ματθ. δ΄. 8-9.) εναντίον του Πατριαρχείου.   Δυστυχώς δεν κατάλαβαν ακόμη τη κανονική ασφάλεια που του παρέχει αυτός ο ύπατος θεσμός της Εκκλησίας μας έναντι πάσης παρεμβάσεως της κοσμικής εξουσίας. Τον διαγραφέντα ιερωμένο ο Πατριάρχης μας αμέσως τον τίμησε και τον κατάστησε υπεύθυνο του πρώτου Πατριαρχικού Καθιδρύματος που απέκτησε από δωρεά στην Ανθούσα της Αττικής μέσα στην δικαιοδοσία του όπου και λειτουργεί από το 1850 και η «»ελλαδική ανεξάρτητη διοίκηση.   Ο π. Κύριλλος όμως συνέχισε πιστά και τη διακονία του στη Μητρόπολή του και συνέχιζε τη παρουσία του στη Μικρασία. Τελικά όμως ο βύθειος δράκοντας της συκοφαντίας και της εμπάθειας καταδολίευσε τη προσφορά του στο λαό της Μυτιλήνης και απολύθηκε από τη Μητρόπολη   για να στερηθεί ακόμη και του επιουσίου ! Και τότε το Φανάρι τον στήριξε ώστε να συνεχίζει τη διακονία του στην Μ. Ασία μέσο του μητροπολίτη Διδυμοτείχου Δαμασκηνού. Όμως, όπως αποδείχθηκε και δικαστικά, οι συκοφαντίες επέστρεψαν στα πρόσωπα των διωκτών του.

           Κατά τον εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη μονή Σουμελά του Πόντου τον Αύγουστο του 2013 ο Πατριάρχης μας κάλεσε πλησίον του τον π. Κύριλλο και του παρέδωσε πιττάκιο διορισμού ως προϊσταμένου της Ορθοδόξου Κοινότητος στη Σμύρνη! Ο νέος εφημέριος είδε την εκεί αποστολή του με ταπείνωση και με πνεύμα φωτισμένης διακονίας, χωρίς υπερβολές και νοσταλγίες του παρελθόντος. Η ανάθεση αυτή ήταν Θεόπνευστη και καταλυτική και ο π. Κύριλλος πότισε με ζωντανά ύδατα τις αιματοποτισμένες ρίζες της Σμυρναϊκής Εκκλησίας και αναβλάστησαν μία πανορθόδοξη αναδενδράδα, που υπενθυμίζει γεγονός Πεντηκοστής. Στο μικρό αμπελώνα του παρεκκλησίου της Αγίας Φωτεινής συγκέντρωσε το πολυεθνικό ορθόδοξο ποίμνιο της νέας μεγαλουπόλεως και με τη ακούραστη και ανιδιοτελή θρησκευτική προσφορά γρήγορα τον ξαναζωντάνεψε κάτι που τον ανέδειξε ορθόδοξο αναστηλωτή της εκεί εν Χριστώ ελπίδος. Αυτό εκτιμήθηκε και από τις εκεί τοπικές Αρχές. Η άτυφη καλογερική ευγένειά του συγκίνησε και την υπάρχουσα εκεί από το 1818 Ρωμαιοκαθολική αρχιεπισκοπή που του έδειξε ευθύς την εν Χριστώ αδελφότητά της.

               Επάξια οι πολλές διακονίες του τον ανέδειξαν επίσκοπο Ερυθρών και βοηθού του Πατριάρχου μας. Το Φανάρι έδειξε και πάλι πως διαθέτει μαζί με την ευλογημένη σοφία του και το ένστικτο να ανιχνεύει κατάλληλα πρόσωπα για να εμπιστευθεί το μέλλον των επαρχιών του και να θέτει τη κάθε φωτεινή λυχνία «να λάμπει πάσι τοις εν τη οικία» ( Ματθ. ε΄15.). Βρέθηκα στη Σμύρνη στο τέλεσμα της χειροτονίας του νέου επισκόπου Ερυθρών από τον Πατριάρχη μας και τους αρχιερείς του. Πραγματικά με συγκίνησε γιατί αυτό συντελέστηκε στο ναό του πολιούχου Αγίου Βουκόλου, τον μοναδικό διασωθέντα από τη λαίλαπα του 1922! Το ναό αυτό τον ανακαίνισε η ίδια η δημοτική αρχή της πόλεως! Πρόσεξα ότι στη φορητή Αγία Τράπεζα δεν υπήρχε μόνον το Ευαγγέλιο, ως «ο Σωματικός Χριστός», για να επισκιάσει τον νέο επίσκοπο, αλλά και δύο μικρές φορητές λειψανοθήκες. Αυτές περιείχαν ρινίσματα λειψάνων του Αλεξανδρείας Αθανασίου και του Καρχηδόνος Κυπριανού, δωρηθέντα από την Πρεσβυτέρα Ρώμη προς στήριξη και ευλογία της τοπικής Εκκλησίας που αναβλάστησε. Όταν ο Παναγιώτατος περιέβαλε τον χειροτονηθέντα νέο επίσκοπο με την συμβολική «ποιμαντική δορά» του ωμοφορίου, αναλογίστηκα πόσο η αρχική Μητρόπολη Εφέσου είχε απλωθεί με τις 37 επισκοπές της και στην Ιωνική χερσὀνησο Ερυθραίας τις επισκοπές της για να αγιάζει το πλήθος των βαπτισμένων. Κάτι ανάλογο γεγονός με το τρέχον έζησε προ δύο αιώνων κατά την χειροτονία του και ο τελευταίος επίσκοπος Ερυθρών Θεόκλητο. Όμως στα κάτω χρόνια η επισκοπή Ερυθρών έπαυσε να εδρεύει στην αρχαία πόλη των Ερυθρών και όταν διαπίστωσε το Πατριαρχείο την αύξηση του βαπτισμένου πληθυσμού στη χερσόνησο της Ερυθραίας τότε το 1806, α) Συνέστησε την   επισκοπή «Κρήνης και Ανέων» και μετέθεσε εκεί τον επίσκοπο Ερυθρών, που ετιμάτο ως «υπέρτιμος και έξαρχος Ιωνίας» με πρώτη καθέδρα το Τσεσμέ και δεύτερη τα Αλάτσατα, πόλη που έγινε σπουδαίο εκκολαπτήριο ιερατικών κλίσεων που σπούδασαν στη Χάλκη και παντού διέπρεψαν. β΄) Πάλι η πληθυσμιακή αύξηση των χριστιανών ανάγκασε το 1883 το Πατριαρχείο να διαχωρίσει την αναφερθείσα επισκοπική επαρχία στα δύο και να συστήσει τη νέα Μητρόπολη «Ανέων» με έδρα τα Σώκια με τη τιμή πάλι του «υπέρτιμου και έξαρχου Ιωνίας». γ΄) Το πλήθος των χριστιανών στο παραθαλάσσιο προάστιο των «Βρούλλων» της Σμύρνης ανάγκασε τον πατριάρχη Μελέτιο Δ΄ να ανασυστήσει εκεί την αρχαία επισκοπή Βριούλλων του Εφέσου ως νέα Μητρόπολη τιμηθέντος του επισκόπου της ως «υπερτίμου και εξάρχου Ερυθραίας». Όμως την ενθρόνισή του πρόλαβαν τα τραγικά συμβάντα του Αυγούστου του 1922. Τέλος οι Μητροπόλεις της Σμύρνης και της χερσονήσου της Ερυθραίας απεσβέστηκαν γιατί οι χριστιανοί τους δια «πυρός και σιδήρου» προσφυγοποιήθηκαν. Στη Σμύρνη έμεινε ο ναός του Αγίου Βουκόλου και μερικά παρεκκλήσια και στην Ερυθραία μόνον τα σεβάσματά των ναών και τα κοιμητήρια, όπως π.χ. στη Κρήνη (Τσεσμέ) είναι ο μεγαλοπρεπής ναός του Αγίου Χαραλάμπους κ.ά.,

               Το Πατριαρχείο μας και πάλι ανασυνέστησε   την ιερά Επισκοπή των Ερυθρών, αντί των λοιπών παλαιών Επισκοπών και Μητροπόλεών του και την ανέθεσε στον Θεοφ. επίσκοπο Κύριλλο για να συνεχίσει να προσφέρει τη καλή διακονία του στις έτοιμες καρδιές που αναζητούν την ορθὀδοξη καταβολή τους. Και η πείρα δίδαξε ότι και εκ λίθων εγείρονται τέκνα στον Αβραάμ. Αυτούς αναζητά ο Θεοφ. Κύριλλος στα ερείπια της Επισκοπής Ερυθρών για να ανάψουν την κανδύλα στη μνήμη του Αγίου επισκόπου Ερυθρών Ευτυχίου, που συμμετείχε ως Συνοδικός Πατέρας της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου και «πεισθείς όψεσι και αποδείξεσι» ομολόγησε - μετά του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, ότι η Μητέρα του Κυρίου είναι πραγματικά Θεοτόκος και Μητέρα όλης της κατ' Ανατολάς και Δύσεως Εκκλησίας.-

 

                                                                                        Α.Π.

         Φωτογραφίες του συγγραφέα από τη χειροτονία σε επίσκοπο Ερυθρών του Θεοφ. Κυρίλλου Συκή.                                                                                                      

              

Loading