Μία μορφή που δεν χάνει τίποτα από την ακτινοβολία της και μετά την ανάπαυσή της, αλλ’ αντίθετα και απ’ αυτούς τους φυσικούς νόμους, όσο απομακρύνεται στην αιωνιότητα και στην Ιστορία, τόσο και μεγεθύνεται, αντιλαμβάνεστε πόσο είναι δύσκολο να σκιαγραφηθούν οι πνευματικές διαστάσεις της και μάλιστα από ένα υπηρέτη της Θεολογίας που σε κρίσημες εκκλησιαστικές στιγμές τον διάλεξε ο ίδιος ως τον «εξ απορρήτων συνεργάτη του». Γι’ αυτό και δεν θα επιχειρήσω συστηματική ανάλυση της πνευματικότητος του Γέροντα της Ορθοδοξίας, παρά την πρώτη μνημόνευση μερικών από τα στοιχεία που την συνθέτουν.
Στην μορφή του εκλεγέντος Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα συνυπάρχουν το βιβλικό, το ευαγγελικό και το εκκλησιαστικό φρόνημα ως στοιχεία που την συνθέτουν. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του δοκιμάζεται από την τραγωδία του θανάτου της μητέρας του και τον αγκαλιάζει η στοργή της εκ μητρός προμάμμης του από την Κόνιτσα. Αυτή φαίνεται πως έριψε τον σπόρο της ευσεβείας της πως κάθε ορφανό παιδί υιοθετείται από την Παναγία Μητέρα του Χριστού μας. Έτσι από τα 12 χρόνια αρχίζει να συνειδοποιεί ότι ανήκει στην Εκκλησία, αν και δεν είχε καμμιά ιερατική κληρονομία, σε όποια και αν κάθησε θρανία για να μαθητεύσει. Όμως η θεία Πρόνοια αφύπνισε το ενδιαφέρον του μητροπολίτη Βελλάς και Κονίστης Κωνσταντίνου Καρατζόπουλου και τον στήριξε τις σπουδές του Αριστοκλή Σπύρου στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης.1 Ο εύελπις νέος περάτωσε τις εκεί θεολογικές του σπουδές επί της σχολαρχίας του περιφήμου θρακιώτη Θεολόγου Γερμανού Στρινόπουλου και κατατάχθηκε στους αποφοίτους της Σχολής το 1910 με το θέμα: «Περί της εκλογής πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως από του Μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι της Ἁλώσεως». Τότε συνέβη και η δολοφονία του πατέρα του από εξτρεμιστές που πολεμούσαν την ελληνικότητα της Βορείου Ηπείρου και αποφάσισε να ιερωθεί. Το αίτημά του διαβιβάστηκε στον Μ. Πρωτοσύγκελλο Αθηναγόρα Ελευθερίου και η χειροτονία του πραγματοποιήθηκε με εντολή του σπουδαίου Πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄, στο ναΐδριο της Σχολής τον Μάρτιον του 1910 από τον μητροπολίτη Ελασσώνος Πολύκαρπο Βαρβάκη, τότε πρόεδρο της Εφορίας της Σχολής.
Τότε ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ επιδιώκει να περισώσει τις εκκλησιαστικές επαρχίες του στην νότια πλευρά των Βαλκανίων όπου η τσαρική διπλωματία επιδιώκει να ενισχύσει τις εθνικιστικές επιδιώξεις των υφισταμένων εκεί λαών μετά την διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Ανατολική Ευρώπη. Επιδιώκεται το φούντωμα του εθνικισμού για να επιβληθεί ως εκκλησιολογικό δόγμα ο σλαβικός «Εθνοφυλετισμός» που κατεδίκασε ως αίρεση η Μεγάλη Σύνοδος των παλαίφατων Πατριαρχείων στο Φανάρι το 1872. Η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ανέθεσε στην Μητρόπολη Πελαγονίας την εξαρχία όλης της Ανω Μακεδονίας και εκεί εκ παλαιού απεστέλλοντο δόκιμοι αρχιερείς και στον 20ον αιώνα εστάλησαν το 1910 ο Στέφανος Δανιηλίδης και από το 1912 ο Χρυσόστομος Καβουρίδης (1912-1918) με έδρα την πολυφυλετική πόλη του «Μοναστηρίου», όπου η ελληνική κοινότητα ήκμαζε με τα 18.000 μέλη της. Προς στήριξη της Μητροπόλεως αυτής στάλθηκε από το Φανάρι ως άλκιμο στέλεχος και γραμματέας της Μητροπόλεως ο διάκονος Αθηναγόρας ως έχων έγκυρη γνώση στην περιοχή των δικαίων του Οικουμενικού Θρόνου και υπεύθυνος της εκεί εκπαιδεύσεως λόγο της γλωσσομάθειά του στήν γαλλική, την αρβανίτικη και στην τουρκική γλώσσα. Εκεί επί οκταετία έδρασε ως αρχιδιάκονος ο Αθηναγόρας με το ύψιπετές ηπειρωτικό του ανάστημα και το διαμπερές όμμα που καθήλωνε τους επισκέπτες του γραφείου του και όταν τους ρωτούσα «σε τί μπορεί να τους φανεί χρήσιμος;» Εκείνοι του απαντούσαν: «ήλθαμε για να κοιταχθούμε» ! Ετσι ως διάκονος όχι μόνον με την βαθυφωνία του στις ακολουθίες, αλλά και από ειλικρινές και έντιμο κοίταγμά του έγινε αξιαγάπητος στην κοινωνία του Μοναστηρίου μέχρι που έφθασε η ημέρα υπηρεσιακά να συνοδεύσει τον Μητροπολίτη του Χρυσόστομο στη Θεσσαλονίτη, όπου οι συμμαχικές άρχες γνώριζαν τα βασιλικά φρονήματα του μητροπολίτη του και αμφοτέρους τους συνέβαλαν και τους κακοπάθησαν Σενεγαλλέζει στις φυλακές μέχρι που παρέβη ο Μητροπολίτης Γεννάδειος και εκτοπίστηκαν στο Άγιον Όρος απ’ όπου κλήθηκε ο αρχιδιάκονος Αθηναγόρας στην Αθήνα ως κληρικός «δακτυλογράφος σε μηχανή» από μητροπολίτη Αθηνών Μελετίου Μεταξάκη!
Τετραετής ήταν η συνεργασία του Αθηναγόρα ως γραμματέας της Μητροπόλεως κοντά στον Αθηνών Μελέτιο. Αυτή ήταν συνεχώς εποικοδομητική και κατά την λειτουργία της Μητροπόλεως και κατά τις περιοδείες του άριστα πεπαιδευμένος ιεράρχης επί των εκκλησιαστικών πραγμάτων και στην επίλυση των κανονικών προβλημάτων. Ως ο Κιτίου Μακάριος καταστάθηκε οργανωτής της Εκκλησιολογικής συγκροτήσεως της Κυπριακής Εκκλησίας και ο «Καταστατικός του Χάρτης» ίσχυσε μέχρι πρότινων ετών Η μαθητεία του Αθηναγόρα πλησίον του ἠταν πραγματική μετάγγιση του σωστού εκκλησιαστικού φρονήματος και της ποιμαντικής φροντίδος που τον διαπαιδαγώγησε. ¨Όλα αυτά ήταν πραγματική θεία περίνοια ώστε να σταθεί επάξια να ποιμάνει στην Μητρόπολη Κερκύρα με την έντονη σχέση με το βασιλικό στέμμα και μάλιστα απειλούμενη από φασιστικό γειτονικό καθεστώς. Εκεί αναδεικνύεται «ο ποιμήν ο καλός» του κερκυραϊκού κλήρου και λαου που όχι μόνον περιθάλπτει και το προσφυγικό στοιχείο δημιουργεί μια νέα εκκλησιαστική και ποιμαντική πραγματικότητα στην νησο, που άρχισε με την επιστροφή του ιερού λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνα στην Εκκλησία μέχρι την σύσταση το 1924 της Ιερατικής Σχολής των Επτανήσων και άλλων ευαγών ιδρυμάτων όπως για την νεότητα λογω της αποστολής του από την Εκκλησία της Ελλάδος ως γλωσσομαθούς στο Εξωτερικό σε και συγκροτεί το 1924 την πεντατάξια Ιερατική Σχολή, με διευθύνοντα τον Αρχιμ. Παρθένιο Πολάκη προς τελειότερη μόρφωση τοῦ ιερού Κλήρου της Επτανήσου. Εκπροσώπει την Εκκλησία της Ελλάδος λόγω της γλωσσομαθείας στη Χ.Α.Ν. και ειδικά στην «Διορθοδόξου Επιτροπής για τά θέματα της Προσυνόδου» στο Άγιον Όρος ως άριστου γνώστη των συγχρόνων εκκλησιαστικών θεμάτων της Έκκλησίας. Τότε γνωρίστηκε εκεί με τον Αποκρισιάριο του Πατριαρχείου Τραπεζούντος Χρύσανθο και συνεζήτησαν την εκκλησιαστική κατάσταση της ομογένειας στην Αμερική και στερεώθηκε η φιλία τους για το Φανάρι. Το 1928 Ελλήνική Κυβέρνηση αποφασίζει να γεφυρώσει τα διεστώτα στην ομογένεια της Αμερικής. Η πατρίδα της κορινθιακής σταφίδας που τότε ήταν χρυσάφη για το πτωχό ταμείο της Ελλάδος καταστράφηκε από τον τρομερό σεισμό της Κορίνθου που ισοπέδωσε την πόλη και την επαρχία της. Για να ακουστεί η φωνή της ενότητος του Γένους και να ζητηθεί η πανελληνια ερανική συνδρομή έπρεπε να σταματίσει η φθορά της εθνικής διχοστασίας και στην Αμερική. Και αυτό το αναλαμβάνει ο Κορίνθου Δαμασκηνός που στη Έκθεση που συνέταξε γνωμοδότησε ότι το ζήτημα θα θεραπευθεί μόνον εάν η εκεί ιεράρχες επιστρέψουν στην Ελλάδα. Με τον Κορίνθου Δαμασκηνό συμφώνησε και η Ελληνική Κυβέρνηση και το διεμήνυσε στον πατριάρχη Βασίλειον Γ΄ που απέλυσε τον αρχιεπίσκοπον Αλέξανδρον και τον κατέστησε κατά το προνόμιό του ως πρώην Αμερικής. Τότε ο Χρύσανθος υπέδειξε ως ενοποιό αρχιεπίσκοπο τον αγγλομαθή μητροπολίτη Αθηναγόρα ο οποίος εξελέγη στις 12 Αυγούστου 1930 και αποδείχθηκε ο επιδέξιος αναδιοργανωτής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Αμερικανική Ήπειρο.
Η περίοδος του Μεσοπολέμου είναι μία κατ’ εξοχήν εποχή επιλύσεως τριών σπουδαίων ζητημάτων για το δοκιμασθέν από την Καταστροφή του 1922 Γένος μας. Πρώτον ήταν η ανάδειξη ως ποιμενάρχη του Αθηναγόρα για να την τεταραγμένη ομογένεια της Αμερικής και η προετοιμασία του έξη μήνες στην Αθήνα για να έλθει σε επαφή με τους δυναμένους να τον βοηθήσουν στην Ελληνοαμερικανική αποστολή του και η Ιερά Σύνοδο των Αθηνών να τακτοποιήσει σε Μητροπόλεις τον Νοέμβριον του 1930 τους εξ Αμερικής αρχιερείς τον Αλέξανδρο στην Κέρκυρα και τους άλλους δύο σε χηρεύουσες επαρχίες της Ελλάδος. Δεύτερον ήταν διπλωματική προσέγγιση της ηγεσίας των δύο ειρηνευσάντων γειτονικών λαών της Τουρκίας και της Ελλάδος μετά την «Συνθήκη της Λωζάννης», του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Μουσταφά Κεμάλ που να θεμελιώσουν στην Αγκυρα της 30 Οκτώβριου 1930 τις τρείς συμφωνίες ώστε να μην μετάσχουν α) σε οποιαδήποτε πολιτική ή οικονομική συνεννόηση που θα στρεφόταν εναντίον της μιας εξ αυτών και (β) να μην προβούν σε παραγγελίες ή κατασκευές πολεμικών πλοίων χωρίς προηγούμενη συνεννόηση μεταξύ τους και (γ) να τονωθούν οι εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες με εμπορική και προξενική σύμβαση. Οι σχέσεις αυτές αναπτύχθηκαν ακόμα περισσότερο στις 14 Σεπτεμβρίου 1933 όταν υπέγραψαν στην Αγκυρα το σύμφωνο ότι αναλάμβαναν την εγγύηση των κοινών τους συνόρων και έκτοτε «αυτή η τότε χάραξη των συνόρων αποτέλεσε μόνιμο σημείο αναφοράς πέραν του αιώνος και το ορόσημο τους». Το σύμφωνο της Αγκυρας θεμελίωσε την Ελληνοτουρκική προσέγγιση και όντως ωφείλεται στην συναντίληψη των δύο τότε πουδαίων ηγετών τους για το κοινόν συμφέρον των γειτονικών λαών. Δυστυχώς ο επισυμβάς στις 10 Νοεμβρίου 1938 θάνατος του Μουσταφά Κεμάλ σε ηλικία των 57 ετών διέκοψε την καλλιέργεια αυτών των σχέσεων με την διαδοχή του από τον Ισμέμ πασά Ιννονού. 2 Όταν καταλήφθηκε το 1941 η Ελλάδα από τους Ναζί ο Ισμέτ έδειξε το αντιχριστιανικό μένος του. Την 21η Σεπτεμβρίου 1941 μεγάλη πυρκαἱα κατέστρεψε στην τρίτη ομάδα των κεντρικών κτηρίων που αποτελείτο από τα τέσσερα ξύλινα κτήρια το Πατριαρχείο του Φαναρίου καταστρέφοντας το πλήθος των κειμηλίων, των κωδίκων, των χειρογράφων και των πολυτελών επίπλων. Όλα αυτά έγιναν «παρανάλωμα πυρός» από δήθεν βραχυκύκλωμα, που ουδέποτε ανακριτικά επιβεβαιώθηκε. Η ανακατασκευή του κτηρίου επετράπη μετά μηνό αιώνα γιατί διεθνώς έγινε αντιληπτός ο ηθελημένος εμπαιγμός της Άγκυρας που βεβαιώθηκαν από τους εξοντωτικούς διωγμούς της ελληνικής μειονότητος όσο νικούσαν οι Ναζί στο Ρωσικό μέτωπο.
Το τρίτο σοβαρό ζήτημα που προέκυψε κατά τον Μεσοπόλεμο ήταν πονηρή επιθετικότητα του σοβιετικού καθεστώτος κατά των Ορθοδόξων Εκκλησιών στην Ανατολική Ευρώπη. Η αναπτυχθείσα φιλία του Στάλιν με τον μητροπολιτη Λένινγκραντ Αλέξιον Σιμάνσκη κατά την πολιορκία της άλλοτε πρωτευούσης της Τσαρικής αυτοκρατορίας, διευκόλυνε τον Σεπτέμβριο του 1943 τον «ιστορικό συμβιβασμό» του Σοβιετισμού με την Εκκλησία. Τότε δόθηκε η άδεια εκλογής ως Πατριάρχη του Μόσχας του Σεργίου Στραγκορόνσκη που απεβίωσε το 1944 και τον διαδέχθηκε 1945 ο Αλέξιος Α΄. Αυτός εντέλλεται από το Κρεμλίνο να συνεχίσει το σχέδιο των τσάρων για να μεγαλώσει το κράτος της Ρωσίας με την κατάληψη όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών στην Ανατολική Ευρώπη που ελευθερώνοντο από τον Σοβιετικό Στρατό. Έτσι άρχιζε ο λεγόμενος «Ψυχρός Πόλεμος» που απειλούσε τον ελεύθερο κόσμο. Εκδιώκονται όλοι οι κανονικοί επικεφαλείς των Ορθοδόξων Εκκλησιών ο Εσθονίας Αλέξανδρος, ο Πολωνίας Διονύσιος, ο Ρουμανίας Νικόδημος, ο Τσεχίας Σαββάτιος, ο Σερβίας Γαβριήλ Ε΄ και ο Αλβανίας Χριστοφόρος που απεβίωσε στην φυλακή και διοικούντο πλέον από φιλοσοβιετικούς πράκτορες που ήταν υποχείρια αντρείκελα της Μόσχας. Το Κρεμλίνο ως η ηγέτιδα δύναμη του κομμουνισμού θέλησε να ελένχει όλη την Ορθοδοξίας μέσω του Μόσχας Αλεξίου Α΄. Τότε ανακάλεσε ανιστόρητες φαντασίες περι δήθεν «αυτοκεφαλίας» της Ρωσικής Εκκλησίας προ της Αλώσεως το 1448. Με αυτό δήθεν το πρόσχημα ο Αλέξιος Α΄ αυθαίρετα συγκάλεσε το 1948 μία «Πανορθόδοξη Διάσκεψη», γεγονός που απέτυχε παταγωδώς! *** Βλ. άρθρο μου «Η πονηρευόμενη συνεχώς πατριαρχία της Μόσχας» στον ημέτερον ιστότοπον. Αριστείδης Πανώτη . gr. Τον σκοπό της αυτής της «πρωτοβουλίας» απέδειξαν τα «κατασκευασμένα πεπραγμένα» που δημοσιεύθηκαν γαλλικά και: Ήταν η πρώτη διακήρυξη της εχθρότητος του Κρεμλίνου στον Δυτικόν πολιτισμόν. Εξ του εχθρικού «στίγματος» αυτού ο πατριάρχης Μάξιμος Ε΄ αντελήφθηκε ότι ο πραγματικός αντίπαλος της πατριαρχίας του ήταν ο «Πανρωσισμός της Ορθοδοξίας» που έλαβε και «εκμαυλιστικό χαρακτήρα» των Ορθοδόξων Εκκλησιών με χορηγίες ποσών και αυτό έπρεπε «μηδοπωστιούν». Δηλαδή με «οποιονδήποτε τρόπον» να αποτραπεί. Τότε εντάθηκε η «κατάθλιψή» του που προκλήθηκε από την εξορίας του στην Προύσσα το 1943 και παραιτήθηκε! Έξ αυτού η Μ. Εκκλησία στερήθηκε του «οικείου προστάτη» της και χρειάστηκε νέον στεναρόν ηγέτη που είχε αγωνιστικό σθένος.
Το 1948 στην «Κληριλολαϊκήν της Βοστώνης» ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής Αθηναγόρας δήλωσε:. «ότι το ολέθριο πνεύμα της καταστροφής απειλεί να πνίξει την ελευθερία της συνειδήσεώς μας, τα ανθρώπινα ιδανικά μας και τα ιερά του χριστιανικού πολιτισμού θεμέλια (...). Η Ελλάς από το ένα μέρος διεξάγει ήδη σκληρόν αγώνα δια να διατηρήσει την ελευθερίαν και την εδαφικήν της ακεραιότητα. απεδείχθη εν τη πράξει ως εις εκ των αποτελεσματικοτέρων παραγόντων εις τον αγώνα προς απόκρουσιν της επιθέσεως αυτής». Προς διεξαγωγή της ιερωτέρης αντιστάσεως δια την υπεράσπισιν των ιδανικών της χριστιανοσύνης εξ όσων εδόθησαν ποτέ επισημάνθηκε τότε ο Αμερικής Αθηναγόρας και η Ενδημούσα Σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, έχουσα την πληρεξουσιότητα από την εκτός Τουρκία Ιερουρχία του θρόνου, συνήλθε κατά την κρατούσα τάξη εκ των Ιερών Κανόνων και κατήρτησε δια μυστικής ψηφοφρίας το τακτικόν δελτίον του «τριπροσώπου» εκ των: Αμερικής Αθηναγόρα, Μηθύμνης Διονυσίου και Κώου Εμμανούλ και οι 17 αρχιερείς της κατήλθαν στον πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου και «ανέπεμψαν εν κατανύξει ψυχής επίκληση του Αγίου Πνεύματος και πάλι με μυστικήν ψηφοφορίαν: «επέλεξαν κατά πλειοψηφίαν τον υπό του Θεού υποδεχθέντα και προβληθέντα ως αρχιεπίσκοπον Αμερικής τον μητροπολίτην Αθηναγόρα». «Αυτόν δε ως Παναγιότατον ημών Δεσπότην και Οικουμενικόν Πατριάρχην αναγνωρίζομεν και ανακηρύττομεν, εν ώραις αισίαις και ελπίσι χρησταίς ημών τε και πάσης της Εκκλησίας». Οι τελευταίοι αρχιερείς που υπέγραψαν τον ιερό κώδικα ήσαν οι πέντε «λευκοψηφίσαντες»:Ο Περγάμου Αδαμάντιος, Ο Νεοκαισαρείας Χρυσόστομος, ο Χαλδίας Κύριλλος, ο Λαοδκείας Μάξιμος και ο Σάρδεων Μάξιμος. 3
Πρίν ξεκινήσει ο νέος πατριάρχης Αθηναγορας για την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως επιχείρησε μια μεγάλη περιοδεία σε όλες σχεδόν τις ορθόδοξες κοινότητες της Αμερικής καλώντας όλους σε μια σταυροφορία κατά του οργανωμένου από το κράτος αθεϊσμού με αεροσκάφος που είχε παραχωρηθεί από τον τότε Πρόεδρο των Η.Π.Α. Χάρρυ Τρούμαν ο νεοεκλεγής Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας έφτασε εκ Παρισίων στο αεροδρόμιο του Γεσίλκοϊ (Αγίου Στεφάνου) της Κωνσταντινουπόλεως την Κυριακή 23 Ιανουαρίου 1949. 4
Στο αεροπλάνο ανήλθε και τον χαιρέτησε τον νέον Πατριάρχη των Ορθοδόξων ο Νομάρχης τοη Πόλεως επιδίδοντάς του πλέον τουρκικό διαβατήριο ο οποίος εξερχόμενος εντυπωσίασε όλους μιλώντας εκτός των ελληνικών και στα τουρκικά, εκφράζοντας την εκτίμησή του στις αρχές και το πλήθος χριστιανών αλλά και των μουσουλμάνων που τον υποδεχόταν. Μάλιστα σχηματίστηκε μια τεράστια πομπή που κατευθύνθηκε στη κεντρική πλατεία Ταξίμ της Πόλης, όπου ο Αθηναγόρας κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο του Κεμάλ Ατατούρκ και μεταταύτα μετέβη στο Φανάρι που τον υποδέχθηκε ο Τοποτηρητής και η Ιεραρχία και πλήθος πιστών. Επί τριήμερο ενημερώθηκε εκεί επί των ζητημάτων της αρχιεπισκοπής του και ιδίως πως τώρα λειτουργεί από το 1941 ο «Οίκος των του Χριστού πενήτων» μόνον στην δυτική πέτρινη πλευρά των «Κωνσταντινιανών» και του «Ευγενίδειου» κτηρίων. Ο Πατριάρχης εγκαταστάθηκε στον β΄ όροφο του «Ευγενίδειου» κτηρίου, όπου υπάρχει το παρεκκλήσιο του Αγίου Ευσταθίου και το πατριαρχικόν κελλίον, καθώς και το επίσημο γραφείον του. Η ζημιά από την μεγάλη πυρκαϊά της 21ης Σεπτεμβρίου διότι από την έκταση των 4891 τ.μ. μόνον τα μισά 2354 τ.μ. παρέμειναν προς χρήση υπό του Πατριαρχείου. κάτι που το ταλαιπώρησε τον επί μισό αιώνα μέχρι το 1989. Η ιεροτελεστία της «Ενθρονήσεως» διεξήχθη κατά την αρχαίαν τάξη την Πέμπτη 27 Ιανουαρίου1949 και την προσφώνηση του εξ ονόματος της Ιεραρχίας ανέλαβε ο λόγιος μητροπολίτης Αίνου Γερμανός με εμπεριεκτική ομιλία του στηριζόμενη στην φράση εκ του βιβλίου του Βαρούχ (ε΄5-6) «Ανάστηθι και στήθι επί του υψηλού και περιβλέψε προς ανατολάς και ίδε συνηγμένα τα τέκνα σου» εκφράζοντας την ομόθυμονπροσδοκίαν κλήρου και λαού δια την ανάληψη από αυτήν την ώραν της υπάτης στην Εκκλησία διακονίας υπό πεφωτισμένου ανδρός περιωπής. Στην συνέχεια επεξηγεί τις «πολλές δεινές περιστάσεις που διέρχεται η Εκκλησία που απαιτούν έκτακτον άνδρα με νούν διορατικόν, βούληση ισχυράν και ηθικήν, καρδίαν αγαθήν και χείραν στιβαρά και ευρείαν διάνοιαν για να θέσει αρραγείς τις βάσεις της αναδημιοργίας».
Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας ενθρονίζετε στην καθέδρα του πανσέπτου πατριαρχικόν ναό, έχων δεξιά τον Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου Ιάκωβος Στεφανίδης και στο αριστερό του τον Μ. Πρωτοσύγγελο Μελίτωνα Χατζή. Την ιστορική αυτή φωτογραφία μου απέστειλε το 1949 ο αείμνηστος καρδιακός φίλος μου μετά Ικονίου Ιάκωβος.
Ο Πατριάρχης άρχισε τον ενθρονιστήριο λόγο του από το Πέτρειον αποστολικό κάλεσμα : «Αναστάς, πορεύου συν αυτοίς, μηδέν διακρινόμενος» (Πραξ. ι΄ 20) που αποτελεί θεία παρότρυνση προς μετάδοση στην Οικουμένη του ευαγγελικού μηνύματος προς Σωτηρία διά Ιησού Χριστού. Και δηλώνει ότι ήλθε εδώ με την ευμένειά της Ιεραρχίας για να συμπορευθώ μαζί της προς αποτροπήν κάθε δυσπιστίας προς την παραδοθείσα αλήθεια περι του Ιησού Χριστού και των αξιών που το Ευαγγέλιό του πρόσφερε στην ανθρωπότητα του Πλανήτη μας. Είπε: Ήλθα για να συμπορευθώ μαζί σας με προσευχή στον μεγάλο αγώνα με βαθειά πίστη για να κατακάτσει κοντά μας όπως στους προγόνους μας Άπτερη η νίκη όχι καθ’ υπερβολήν λόγου και σοφίας κατ’ άνθρωπον, άλλά ως δούλος και οικονομός των μυστηρίων του Χριστού, βλέποντας όλους κατάμματα ως αδελφούς του αυτού του αμπελόνος και ευχαριστώντας όλους για την υποδοχή και συγχαίρων τους πάντες για την εδώ ανθηρότητα αυτού του αμπελώνος.«Μονον δια της Θρησκείας οι άνθρωποι θα ειρηνεύσουν με εαυτούς και αλλήλους αφού η γενική ευτυχία προέρχεται μόνον με την συμφιλίωση, την συνδιαλλαγή και την συνεργασία. Είμεθα δυό λαοί που συζούμε μαζί επί αιώνες αρκεί να αντιλαμβανόμεθα ότι είμαθε το πλήρωμα πλανήτη της γής με κοινές ευθύνες και προς τούτο δεν υπάρχει πολυτικότερη ευλογία από την Ειρήνη Πάσι». 5 Το επισφραγισμα αυτό του ενθρονιστήριου λόγου του Πατριάρχη αναδείχθηκε και το «οικόσημο της πατριαρχίας του και ήλθε στην Άγκυρά να το καταθέσει για να δείξει στο κατεστημένο στη Αγκυρα, ότι ο εκ του εξωτερικού αφιχθείς νέος Ρωμιός Προκαθήμενος εκτιμά βαθύτατα την «εκ της Ιστορίας παρατεταμένη συμβίωση των δύο λαών στα εδάφη της Μικράς Ασίας ως κοινής πατρίδας» και ότι συνεχής αντιπαλότητα στοίχισε αφάνταστα στην ευημερία στους λαούς με το κοινό πεπρωμένο από τον Δημιουργό Θεό και που μάλιστα έχουν και πολλές κοινές πολιτιστικές αξίες αιώνων. Στην Άγκυρα μετέβη με πολυμελή κληρικολαϊκή Αντιπροσωπεία της ανθούσης ακόμη Ρωμαϊκής μειονότητας για να εκφράσει ο πατριάρχης Αθηναγόρας στον τότε πρωθυπουργό Ισμέτ πασά Ιννονού τις ευχαριστίες του, τόσον για την απονομή της τουρκικής υπηκοότητος, όσο και για του δείξει την νομιμοφροσύνη προς την εκάστοτε κυβέρνηση της χώρας του σεπτού ιερού κέντρου της Ορθόδοξης Οικουμένης.-
1. Πρόκειται για τον εκδιωχθέντα από την Άγκυρα στην Ελλάδα από το Φανάρι πατριάρχη Κωνσταντίνον Στ΄ τον Ιανουάριο του 1924 ως δήθεν «ανταλλάξιμον»!
2. Ο θάνατος αυτός έφερε στην εξουσία τον Ισμέτ πασά Ιννονού ο οποίος από την εποχή των συνομιλιών στη Λωζάννη βαραινόταν από αντιπατριαρχικό μένος που δεν πέτυχε να συμπεριλάβει στο πρωτόκολλο περι της «Ανταλλαγής των πληθυσμών» και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Άγκυρα πρεσβευτής του Χίτλερ ήταν ο διαβόητος φίλος του Φον Πάπεν που του είχε δηλώσει ότι όταν νικήσει ο Χίτλερ θα καταργούσε για την Τουρκία ότι προερχόταν από την «Συνθήκη της Λωζάννης»!
3. Κώδιξ Α΄β΄ 2 σ. σ. 168171 .ημερ. 1 Νοεβρ. 1948
4. Διερχόμενου της Ρώμης του αεροσκάφους ο Πατριάρχης παρεκάλεσε τον πιλότο να κάνει ένα κύκλο από επάνω της για να δεί το Κολοσσαίο και τον Αγιο Πέτρο, αφού ποτέ δεν είχε επισκεφθεί την πόλη αυτή στο παρελθόν, αυτό ήταν προμύνημα των θέσεών του για την καταλλαγή των διεκκλησιατιχ΄ων θέσεών του μήπως δόσει το ερέθισμα στον τότε αυστηρό πάπα Πίο ΙΒ τον Πατσέλλι΄(+1958) να ανταποδόσει την διάθεση προς καταλλαγή. Όταν διερχόταν από τον ελληνικό εναέριο χώρο, ανταλλάχθηκαν χαιρετισμοί μεταξύ Βασιλέως Παύλου και Πατριάρχη.
5. Και των δύο λόγων βλέπε πλήρη κείμενα στο περιοδικό «ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ» τ.24. (1959) σ.35-41.