Ο ναΐσκος του Σωτήρος στην νήσο Κέα

Ο ναΐσκος του Σωτήρος στην νήσο Κέα

Όταν μου ανατέθηκαν τα καθήκοντα του αρχισυντάκτου της Θ.Η.Ε το 1962, ανέλαβα την ευθύνη της συντάξεως και της εικονογραφήσεως του ιστορικού αυτού έργου. Την ίδια εποχή κοινητοποίηθηκε ένα ενδιαφέρον επιτελείο, το οποίο κατέληξε σε νέες αποφάσεις συγραφής και διακοσμίσεως της Θ.Η.Ε. Το έργο ξεκίνησε για να γίνει μια πολλαπλή παρουσίαση στο κοινό, συνήθως με θεματική ανάλυση. Έτσι προέκυψε η εξέταση των θεμάτων από διάφορες σκοπιές, αυτό ανάγκασε τη δνση να εφαρμόσει καινούργιες αντιλήψεις. Τότε περιήλθε εις εμέ το κτήμα της Τζιας και ξεκίνησα το έργο αποπεράτωσης του ταπεινού στάβλου που βρισκόταν στην είσοδο του κτήματος σε διαμόρφωση ένα είδος ναού. Έτσι το σχεδόν τετράγωνο κτίριο επικαλύφθηκε με τρούλο χρήσιμο κυρίως για την ιστόρηση μιας παλαιοχριστιανικής εποχής. Αντιγράφηκαν με προσοχή τα σχέδια των Δεσποτικών εορτών από τις κατακόμβες της Ρώμης, από εμέ το ίδιο και άρχισε ο χρωματισμός τους κατά σύγχρονο τρόπο από τον αγιογράφο Κωνσταντίνο Πανταζή, κάτω από τον τρούλο που αγιογραφήθηκε κατά τρόπον ιστορήσεως των κατακομβών. Φιλοτεχνίθηκαν με ψηφιδωτά, το πρόσωπο του Χριστού και ενα σπουδαίο παλαιόχριστιανικό θέμα, η Ετοιμασία του θρόνου του 7 ου αιώνα. Η εικονογράφηση ακολούθησε τον Πομποιανό τρόπο παραθέσεως των απεικονήσεων. Όλος ο τρούλος καλύφθηκε από ακριβής αντιγραφές υπό εμού του ιδίου. Στο ανατολικό μέρος φιλοτεχνήθηκαν μωσαϊκά, στο κέντρο των οποίων η καταστραφείσα το 1922 παράσταση της ετοιμασίας του Θρόνου, από ναό της Νικαίας, και ο Σωτήρ. Στο κατώτερο αριστερό μέρος απεικονίστηκαν οι νεομάρτυρες που θυσιάστηκαν από τον 16 ο αιώνα για τη νήσο Κέα. Αυτοί ήταν: Ο Μητροπολίτης Αθηνών Μιχαήλ, ο Επίσκοπος Ευρίπου Τιμόθεος, και ο Μητροπολίτης Τζίας και Θερμίων Αμβρόσιος, ο οποίος εκρεμάστηκε από τους Τούρκους στα Ορλοφικά. Επίσης η Αγία Φιλοθέη η Αθηναία, και ο παπά Χάνος τον οποίον κομμάτισαν οι Τούρκοι και χώρεσε σε ένα καλάθι. Το έργο αυτό αγιογραφήθηκε κατά σύγχρονο τρόπο από τον Χρήστο Λιόντα και τον υιό του. Το ναϊδριο αυτό καθαγιάστηκε από τον Ιερό κλήρο της νήσου με την τέλεση της αρχαίας θείας λειτουργίας του Αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου, την οποίαν θείαν λειτουργίαν είχα επιμεληθεί για την έκδοσή της. Έκτοτε παρέδοσα τη χρήση του ναϊδρίου εις την ορθόδοξη ευσέβια των Κείων.

Ο εν Οτζιά Κέας ναός του Σωτήρος

Η είσοδος του Ναού

Ο λίθος του Θαβώρ

Επί το έργο...

Η Αγία Τράπεζα και ο λίθος του Θαβώρ

Ο Σωτήρ ψηφιδωτο του Α.Π.

Η αγιογράφηση του τρούλου

Η Βάπτιση

Η πρώτη δεσποτική εικόνα της βαπτίσεως του Ιησού Χριστού

Το Δωδεκάορτο στο επιστήλιο

Ο καλός ποιμήν

Η πρώτη θ.λειτουργία του Αγίου Ιακώβου 23-7--1993

Τα θυρανοίξια του ναιδρίου το 1993

Ο καθηγιασμός

Ο λαός κατά την Πανήγυρι

Ο προυπάρχων στάυλος του παππου 1919-1990

Η κατασκευή του τρούλου

Το δημιουργηθέν παρεκκλήσιο του Σωτήρος Χρηστού

Ο Πανταζης αρχίζει την αγιογράφηση

Ο Πανταζής επι το έργο

Loading

Ο Αριστείδης Πανώτης για την τιμή του Αγίου Απολογητού Αριστείδου του Αθηναίου

Το 1964 ο Πατριάρχης Αθηναγόρας με ρώτησε γιατί δεν τιμώ την μνήμη του Απολογητή Αριστείδη του Αθηναίου και του είπα γιατί τον τιμά, όπως ξέρω, μόνον το Εορτολόγιο της Λατινικής Εκκλησίας.

Τότε ξαφνιάστηκε και μου είπε εμείς να προσθέσουμε τις 13 ημέρες εκ του Ιουλιανού Ημερολογίου και από τώρα να τον γιορτάζουμε στις 13 Σεπτεμβρίου, γιατί τον Β΄αιώνα πρόσφερε μεγάλη διακονία στην Εκκλησία. Αυτό από το 1965 εφαρμόστηκε γενικά και μάλιστα μου υπέδειξε την εικόνα του που έφτιαξε πρώτα ο προσωπικός φίλος μου κυρ Φώτης Κόντογλους στον Άγιο Νικόλαο στα Κάτω Πατήσια.

Έκτοτε αυτήν την ημέρα πάντα μου ευχόταν και άρχισε το ενδιαφέρον για την ανέγερση ναών στη Θήρα και αλλαχού. Ο μακαριστός κυρ Φώτης είχε ασκηθεί στην εικονογράφηση των αρχαίων προσωπικοτήτων στο Δημαρχείο των Αθηνών επί Κοτζιά, πριν τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο.

Αυτά τα λίγα σήμερα καταθέτει έγκυρα ο γέροντας Αριστείδης Πανώτης που οι πολλοί ευεργετηθέντες τον νομίζουν εκδημήσαντα.

Loading

Ο ΟΣΙΟΣ ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΩΑΣ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ»

ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΙΚΡΟΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗΣ

Η    μαθητεία στον ΄Οσιο Γεράσιμο Μικρογιαννανίτη του Αριστείδη Πανώτη.

                                 Στην ηρωϊκή Βόρεια Ήπειρο και κοντά στους «Άγιους Σαράντα»στο χωριό της Δρόβιανης γεννήθηκε το 1903 ο Αναστάσιος Γραικός. Παιδιόθεν ανατράφηκε από τους γονείς του με δύο στόχους «με την παιδεία και τη νουθεσία του Κυρίου»και με την αφοσίωσή του στην προγονική  του ελληνικότητα. Μεγάλωσε σε μία περιοχή με δεκάδες ελληνοχώρια που ποτέ δεν έπαυσαν να θρησκεύουνορθόδοξα και να μιλούν ελληνικά, όπως ποτέ δεν σκέφτηκαν  ότι κάποτε θα επιχειρηθεί να αποξενωθούν από αλλοεθνή εξουσία! Όταν περάτωσε την στοιχειώδη μαθητεία θέλησε να  συνεχίσειτις γυμνασιακές σπουδές του κοντά σε συγγενείς τουσε  Σχολαρχείοτου «Κλεινού Άστεως» των Αθηνών. Και πραγματικά μαθήτευσε κοντά σε κράτιστους φιλολόγους  καθηγητές με άριστες επιδόσεις που του άνοιξαν το δρόμο για πλατύτερο άνοιγμα στο πέλαγος της Ελληνομάθειας. Μέχρι το Σεπτέμβριο του 1916 η Βόρεια Ηπειρος είχε αναμφισβήτητη την ελληνικότηταμάλιστα στηριζόμενη από την «Συμμαχία της Antant» τουλάχιστον μέχρι την ειρήνευση του 1918. Όμως απότις Νοεμβριανές εκλογές του1920θριάμβευσαν στην Ελλάδα οι αντίπαλοι της «Συμμαχίας Antant»και οι Δυτικοευρωπαίοι αναθεώρησαν την συμμαχική στάση τους κai αγκάλιασαν το Σερβικό έθνος και το βοήθηκαν να καταλάβει στην περιοχή της λεγόμενης «Άνω Μακεδονίας» και να αυξηθεί προς νότο  στις παραλίμνιες περιοχής των Πρεσπών όπου στο παρελθόν υφίστατο η αρχιεπισκοπή Αχρίδος. Αλλά βοήθησαν και το νεοσύστατο Αλβανικό κράτος να σταθεί στα πόδια του και αντί να αυξηθεί προς βορρά όπου αφθονούσε ο Σερβικός πληθυσμός να στραφεί προς νότο και να προσαρτήσει την ελληνικότατη περιοχή της Βορείου Ηπείρου. Έτσι πληρώθηκε από τους νικητές του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου  «Εθνικός Διχασμός» των Ελλήνων! Όμως η «Μικρασιατική Καταστροφή» του 1922  έδωσε την ευκαιρία   στην Ιταλία  να στηρίξει το Αλβανικό κρατίδιο και στην Βόρεια Ήπειρο, και η πατρίδα του Αναστασίου Γραίκα υποδουλώθηκε στα Τύραννα και εκείνος αναζήτησε ως άλλο τόπο καταφυγής  την εν Χριστώ ελευθερία του και προτίμησε εκεί που ζούν οι βιαστές της «Βασιλείας των Ουρανών»και «υπάρχει το Πνεύμα του Κυρίου και καθιδρύει και η ελευθερία» (Β΄.Κορ.γ΄. 17), και ο Τάσος Γκραίκας κρυφά από τους δικούς του το 1924  προτιμά ως δικλίδα ασφαλείας της «Ελευθερίας» του και πορεύεται στην Αθωνική Πολιτεία. Όμως στην Πολιτεία αυτή συνυπάρχουν δύο μορφές αναχωρητικού βίου, ο ένας είναι ο πολυάνθρωπος κοινωνικός μοναχισμός των ιερών μονών, είτε υπό την κοινοβιακή ή την  ιδιόρρυθμη μορφή καθώς και η μονήρης εγκαταβίωση των «ελαχίστων» σε μικρή καλύβι μέσα στα όρια της κυριαρχίας της περιοχής της μονής.

                           Πέραν των ορίων της Λαυριώτικης Σκήτης της Αγίας Άννης αριστερόθεν  του ακρωτηρίου του  Νυμφαίου, στις σημερινές «Πίννες» υπάρχει μικρό άνυδρο πλάτωμα  κορυφής όπου υφίστατο «μία ωραία καλύβηυψούμενη ως μία σκοπιά». Στην «Αθωνίτικη αυτή Άκρα» διαβίωσαν προς μείζωνα τελείωση  ο περίφημος «Πνευματικός» παπά-Γρηγόρης καθώς και πολλοί άλλοι διακριτικοί πατέρες στις γύρω καλύβες, όπως ήταν ο παπά-Σάββας, ο παπά-Κοσμάς και άλλοι που ήρχοντο εκεί και εξωμολογούντο Αγιορείτες μοναχοί και Προηγούμενοι και «μεταξύ αυτών και ο ησυχαστής πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄», όταν ως «καλογέρευε» στον Μυλοπόταμοστα τέλη του 19ου αιώνα, καθώς και λαϊκοί προσκυνητές «προς ιλασμόν αμαρτιών, συγχώρηση ανομιών και ίαση ασθενημάτων». Ο τόπος όμως αυτός είναι κατ’ εξοχήν αγιασμένος από πλειάδα έξοχων αγίων αναστημάτων, όπως ήταν «Αγάπιος Λάνδος» ο Κρητικός που έγραψε την «Αμαρτωλών Σωτηρία» τον 17οναιώνα και οδοδεικτεί την αρχή της «Μικραγιαννάνας» και στο βάθος την έρημο των «Κατουνακίων», που τα τέλη του 19ου  αιώνα εγκαταστάθηκε Δανιήλο Σμυρναίος (+1929) και από το 2003 είναι  ο Όσιος γεννήτορας των σημερινών Αγιορειτων «Δανιηλαίων». Ο Εορτασμός της χιλιετηρίδος από της συστάσεως της Μεγίστης Λαύρας στον Άθωνα το 1967 ήταν η δεύτερη ευκαιρία μεταβάσεως στο Άγιο Όρος αυτή τη φορά με όμιλο Κυκλαδιτων φίλων και εκεί ήλθε να με συναντήσει ο π. Γεράσιμος με τον εκ Κέας συγγενή μου π. Διονύσιο για την συνεργασία μας στην Θ.Η. Εγκυκλοπαιδεία. Και έκτοτε συνεδέθηκα στενά μαζί του.

Στο κέντρον του «Εορτασμού της Χιλιετίας της ΜεγίστηςΛαύρας»
Εξ αριστερών ο καθηγητής Αρ. Πανώτης και ο Πνευματικός Διονύσιος Ξέστερνος εκ Κέας,ο Νάξιος καθηγητής Στυλ.Κορρές και ο Όσιος Γεράσιμος  Μικραγιαννανίτης,ο Άνδριώτης μητροπολίτης της Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός και ο Κιμώλιος π. Ιωάννης Ράμφος κ.ά

Εξ αυτής της γνωριμίας μας πορεύθηκα το 1964 στην περιοχή της Μικράς Αγίας Άννας ανακαλώντας  τις εφηβικές αναμνήσεις μου από τις διηγήσεις του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη «Με του βορηά τα κύματα» και τότε εκεί συνήντησα δύο μόνον Λαυριώτικες καλύβες. Η  πρώτη καλύβη ήταν το καταφύγιον  του Μικρασιάτη ιερομόναχου Μελετίου και τιμούσε τον «Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη», πρωτοστάτη της ερημικής ασκήσεως. Σε αυτόν προσήλθε σε ηλικία 19 ετών και έβαλε «μετάνοια» γενόμενος υποτακτικός ο βορειοηπειρώτης Αναστάσιος-Αθανάσιος Γραικός. και εντάχθηκε ως υποτακτικός του Μελετίου για να γίνει μοναχός. Όμως ο Μελέτιος ήταν κρυφός «ζηλωτής» και οπαδός της κινήσεως των πολεμίων   της «Ημερολογιακής Μεταρρυθμίσεως» του 1923 και επέσπευσε την μοναχικήν «κουράν» του προσελθόντος μέχρι την 20ην   Οκτώβριο 1924 και τον ονόμασε Γεράσιμον μοναχόν. Οι εξ Αθηνών Παλαιοημερολογίτες τον πλάνεψαν  και έγινε «ιερέας» τους.  ***Μεταπολεμικά μάλιστα είδα παρόμοια περίπτωση Αγιορείτη περιφερόμενου με το δισάκι των «ιερών» του στον ώμοαπό εξωκκλήσιο σε εξωκκλήσιοστα περιβόλια του Μοσχάτου, πάντα  πανέτοιμο να «λειτουργήσει» αντί πινακίου φακής! Έτσι η καλύβη του  «Τιμίου Προδρόμου»με την ευλογία της Μεγίστης Λαύρας  περιήλθεστην κυριότητα του μοναχού Γεράσιμου που μόνος πλέον προσευχόμενος εργαζόταν εκεί προς επιβίωση αρχικά μεν την ξυλογλυφία σφραγίδων των προσφόρων, όμως ως εγγράμματος μοναχός προσελήφθει και ο αρχειοφύλαξ και βιβλιοφύλαξ στην Σκήτη της Αγίας Άννης, δεδομένης μάλιστα της ευφυΐας και φιλομάθειας του ασχολήθηκε όχι μόνον  με μελέτη και σπουδή της Αγιολογίας και  Υμνολογίας αλλά κατέχοντας και το ποιητικό τάλαντο ασκήθηκε κατά τον Μεσοπόλεμον και κατά την εποχήν της Κατοχής και μελετούσε το γραφέν υπό του Γρηγόριο Νύσσης ότι η μελέτη «επί τοις υπάρχουσιν ημίν αγαθοίς  ανατιθεμένη τω Θεώ ευφημία αποτελείκαι το εντρίφηματης ιερής «ευφημίας» των  ύμνων της Εκκλησίας μας. Ο π. Γεράσιμος κυριολεκτικά είχε πλήρη γνώση του υμνολογικού πλούτου των βιβλιοθηκών  των αθωνικών μονών, άλλά με το προσωπικό του ποιητικό τάλαντο ευφήμισε και σύγχρονα ιστορικά συμβάντα με ισάξιο τρόπο,  όπως έπραξαν και οι πρό αυτού υμνογράφοι. Έτσι καλλώπισε και συνεπλήρωσε τις παλαιότερες ακολουθίες με 37.000 σελίδες νέων ύμνων το υμνολόγιον  της Εκκλησίας μας.  Ο αείμνηστος «χειραγωγός»  μου εκ παιδός στην Θεολογία καθηγητής  Γρηγόριος Παπαμιχαήλ το 1953 δημόσια στην Ακαδημία Αθηνών τόνισε πως ο π. Γεράσιμος Μικρογιαννανίτης: «αποτελεί μία σπάνια Αγιορειτική προσωπικότητα, όχι μόνον για την σπάνια ελληνομάθειάς του, αλλά  και για την καταπληκτική ποιητική του ευχέρεια στη σύνθεση των τροπαρίων  και στην δαψίλεια των νοημάτων τους και στην καλλιέπεια της γλώσσης τους, ακόμη δε και στο ρέον ύφος τους και την αρμονίας όσων  συγγράφων φιλοτεχνεί». Πραγματικά αυτά τα σπάνια προσωπικά χαρίσματα τα διαπίστωσα και ο ίδιος όταν τον γνώρισα το 1963  στην Μεγίστη Λαύρα κατά  την «κατά Χιλιετηρίδα του Αγίου ΄Ορους». Όταν εγνώρισα τον ίδιο τότε παρακαλέσα τον φίλο π. Ιωάννη Ράμφο να γράψει το βιογραφικό του  σημείωμα και  το έδωσα στη Θ.Η.Ε. προς δημοσίευση ως ο αρμόδιος. *** Βλ.στον  Δ΄ τόμο της Θ.Η.Ε.  του  1964 κι στις σελίδες 350-351.

                                        Στην «Μικραγιάννα» γειτονική καλύβη προς εκείνη του «Προδρόμου» ήταν της Μεγάλης Κυρίας του Άθωνα αφιερωμένη στην «Κοίμησή της Θεοτόκου». Εκεί επί μακρόν εγκαταβίωσε ο πολύφατος Γέροντας π. Αβιμέλεχ Μπονάκης (1873-1965)*** Αντ. Στιβακτάκη. Γέροντας Αβιμέλεχ. ΙεράποληΚρήτης 2011.ο οποίος λόγο γήρατος επέστρεψε στην πατρίδα του την Κρήτη και την καλύβη του κατά σύσταση μάλλον του π. Γερασίμου η  Μεγίστη Λαύρα την ανέθεσε στον πατριώτη μου π. Διονύσιον Ξέστερνο εκ Κέας τότε χειροτονηθέντα υπό του ζώντος στη Σκήτη της Αγίας Άννης Μιλητουπόλεως Ιερόθεου ο οποίος και τον κατέστησε  «Πνευματικόν» για να παιδαγωγεί εις Χριστόν φερέλπιδες νέους, μερικοί των οποίων  ανήλθαν και στο αρχιερατικό αξίωμα. Ο π. Γεράσιμος εργαζόμενος το αρχείο της Σκήτης συνάντησε την ιστορία των δύο συνασκητώνπου μετέφεραντον  16ου  αιώνα την μοναστικήν παράδοση των Στουδιτών της Κωνσταντινουπόλεως στον Άθωνα. Αυτοί ήταν ο Διονύσιος ο Ρήτορας και ο εκ Στρατονίκης υποτατακτικός του Μητροφάνης που τα ασκητικά παλαίσματα τους φαίνεται πως άφησαν εποχή στην «Μικραγιάννα» και το1946 αποφασίζουν εκτός της κοινής προσευχής του π. Διονυσίου ως ιερέυς και του π. Γερασίμου ως ιεροψάλτου και ο μεν πρώτος να είναι ο οικονόμος για την βιωτική μεριμνά τους ο δε δεύτερος να συνεχίσει αμέριμνος και πλήρως την υμνογραφική προσφοράν του στην «ευφημία»  του Θεού. Όταν άρχισε να γνωστοποιείται  η συνθετική ικανότητα νέων ύμνων του π. Γερασίμου τον πλησίασαν πολλοί ευλαβείς νέοι με μοναχική κλήση και θέλησαν να ενταχθούν στην συνοδεία του όπως ήταν ο ευλαβέστατος π. Μητροφάνης, ο καλλικελαϊδος π. Σπυρίδων, ο φιλαιδήμων σχολάρχης π. Νικηφόρος που εκλέχτηκε Ιεράρχης των Αλεξανδρέων και ο φίλεργος Ναθαναήλ γενόμενος Ιεράρχης στην Αλβανία  και ο φέρελπις τότε νέος π. Νεκτάριος. Έτσι άρχισε να συγκροτείται άτυπα περι τον Γέροντα π. Γεράσιμος η οικογένεια των «Γερασιμαίων» και άτυπα να συγκροτείται το 1956 σε σπηλαιώδη βράχο  που ήταν ταπεινόν προσευχητήριον, μοναστηριακή  «λιτή» που έλαβε την μορφήν εκκλησιδίου το οποίον αφιερώθηκε στους προσφιλείς τους «Οσίους  πατέρες  Διονύσιον τον Ρήτορα και τον μαθητήν του Μητροφάνη τον Πνευματικόν» και τους τιμούσαν εκεί την 9ηνΙουλίου με κατανυκτική Αγιορειτική  «Αγρυπνία» που από το ψαλτήρι της περνούσαν οι δοκιμώτεροι μοναχοί ιεροψάλτες και την  ακρίβεια της τάξεως επιστατούσε το «άγρυπνον όμμα» του Γέροντα Γεράσιμου ως μόνιμου «τυπικάρη». Μετά την «Απόλυση» οι εκκλησιαζόμενοι στην «Τράπεζα»,  αφού άκουγαν το επιτραπέζιο πατερικό ανάγνωσμα ξεκινούσε η συνεσθίαση των συνδαιτημόνων και μετά η ανταλλαγή των βιωθεισών σκέψεων επί  των τελεσμάτων κατά την εόρτιον αυτήν σύναξη όπως στα αρχαία «Συμπόσια».  Ο Γέροντας ήταν ανεξάντλητος σε απαντήσεις για αγιολογικά και υμνολογικά ερωτήματα και μας εβεβαίωνε ότι τα ψαλτήρια του Άθωνα δοξολογούν τον Τριαδικόν Θεόν επί μία τουλάχιστον χιλιετία καλλιεργώντας όλα τα είδη της υμνολογίας που προέρχονται από  κληρονομία του Βυζαντινού παρελθόντος μας. Από τα συναξαριστικά κείμενα του παρελθόντος αντλούνται οι πλέον αυθαιντικές πληροφορίες της ύλης για την σύνθεση των ύμνων κάθε Ακολουθίας. Ο «υμνογραφικός» ζήλος του π. Γερασίμου μας  οδήγησε στην βαθύτερη γνώση του παραδοθέντος υμνογραφικού  πλούτου. συνετέλεσε να ερευνηθούν  τα μυστικά  του νοήματος,  των ριζών και των ρυθμών  που έφθασε  μέχρι τον τονισμό και  στην έμμετρη μορφή των ύμνων.  Έτσι μέσα στην  έρημον της «Μικραγιανάννας» με προσεκτική επιλογή των λέξεων και ανάκρισή τους,  βοηθήθηκε να συντάξει και το σχετικό γλωσσάριο «Ευφημίας» του θείου με πολύ κόπον και χωρίς βιβλιογραφικά βοηθήματα, που συνήθως χρησημοποιούνοι λειτουργιολόγοι επιστήμονες για να εντοπίζουν τα μυστικά στοιχεία  των θείων ύμνων, όπως ήσαν π.χ. οι Petit,Pitra.Bouvy. Cabrelκ.ά.

                            Ο π. Γεράσιμος από τα εφηβικά του χρόνια ποθούσε τον απράγμονα και μονήρη  βίο και κουρευθείς μοναχός το 1923 παρέμεινε αφιερωμένος στην κλήση του μέχρι το τέλος της ευσεβούς βιωτής του το 1991 που διήρκεσε επί 88 χρόνια. Όχι μόνον η Αγιορειτική κοινωνία, αλλά και όλος ο θρησκευόμενος λαός που τον εγνώρισε από την υμνολογική προσφορά του στη θεία λατρεία, ακόμη και ζώντα όπου εμφανιζόταν τον ετίμησε για την εξαίρετη και διαφορετική αρετή της αγιοσύνης του. Ο βίος του ποτέ δεν σκιάστηκε από ματαιόδοξα πάθη και αδιακρισία αξιωμάτων  αφού η πολιτεία του σφαγιζόταναπό το χάρισμα της αγίας ταπεινοφροσύνης και της σεμνής πατρικής ωριμότητος. Ο Ὀσιος Γεράσιμος ποτέ δεν θέλησε να γίνει ετερόφωτος από τίτλους και μάταιες επιδιώξεις τηρώντας την χρυσή ευκαιρία της κατά πνεύμα σιωπής και υπομονής. Αυτού η τιμή καθιερώθηκε να τιμάτε υπό της Μητρός Εκκλησίας μας την 10ην  Ιανουαρίου 2023 με την απόφανση του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαιου και της περί Αυτόν Ιεράς Συνόδου του.

                                    Ευχαριστώ θερμότατα όσους μαθητές και αναγνώστες διαβάζουν τα άρθρα μου κατά την πρόσφατη ασθένεια μου που πέρασε τώρα. Α.Π.

Ο  Αγιορείτης Πνευματικός π. Διονύσιος ο Κείος με τον Αριστείδη Πανώτη
στην καλύβη της «Κοιμήσεως  της  Θεότοκου»στη  «Μικραγιάννα» το 1987.

Loading

ΜΕΘΕΟΡΤΟΝ  ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΘΡΟΝΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Η Α.Θ.Π. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος με τον εκ παλαιου αρχοντα του Θρόνου στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. 2000.

Πολλές φορές η «Ιστορία», έγραφε ο γνωστός Βυζαντινολόγος Στήβεν Ράνσιμαν, «έχει συσκοτισθεί από εχθρότητα, προκατάληψη και αμάθεια». Στις ημέρες μας επιδιώκεται κάτι το δαιμονικό και φρικτότερο:  να διαψευστεί ο λόγος του Κυρίου προς τον εκπρόσωπο του Καίσαρα Πιλάτο ότι: «η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου…  ουκ έστιν εντεύθεν… αλλά ίνα μαρτυρήσω την αλήθεια» (Ιω.ιθ΄36).

Στον ιερό θεσμό της Εκκλησίας η ευαγγελική αλήθεια απετέλεσε την πλέον τιμαλφή διαχρονική παρακαταθήκη. Η ευθύνη για τη στήριξη και διάδοση της αληθείας της πίστεως ανατέθηκε από τον Ιησού Χριστό στους μαθητές Του οι οποίοι και ενδεικτικά αναφέρονται από τον Απόστολο των Εθνών ως «στύλοι της πίστεως» της πρώτης  χριστιανικής γενεά,  δηλαδή ως οι αυθεντικοί υποστηρικτές και εκφραστές της εν Χριστώ Αποκαλύψεως. Αυτοί ήταν ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης.  Μετά το πρώιμο μαρτύριο Ιακώβου του Ζεβεδαίου (43-44 μ.Χ,) για τη θέση του ακριβούς γνώστη της ευαγγελικής αληθείας κλήθηκε στα Ιεροσόλυμα να καλύψει ο έτερος Ιάκωβος, ο λεγόμενος «Αδελφόθεος» ο οποίος  ήταν ο πρεσβύτερος γιός της οικογενείας του μνήστορα Ιωσήφ. Η εγκυρότητα της μαρτυρίας αυτών των  αυτοπτών και αυτήκοων Μαθητών του Ιησού  στήριξε την γενεά των πιστών και  μετά την Πεντηκοστή και  στερέωσε στην οικοδομή της Εκκλησίας  της Αγίας Σιών. Οι ιεροί αυτοί άνδρες κλήθηκαν με το ουσιαστικό «Στύλοι» ως οι πλέον γνήσιοι εκφραστές του βίου, της διδαχής, του μαρτυρίου και της  Αναστάσεως Κυρίου και ως οι αρμοδιότεροι είναι και οι πλέον κατάλληλοι για να βεβαιώσουν όλην την αλήθεια περί του Μυστηρίου Ιησού του Ναζωραίου.  Ο ίδιος  Απόστολος Παύλος όλο το διάστημα της παραμονής του στην Αγία Πόλη μαθήτευσε παρά την ευλογημένη «τριανδρία» του  Πέτρου, του  Ιωάννη και του «Αδελφόθεου» Ιακώβου και αυτοί ἠταν οι «Στύλοι» του πυρήνα που συμφώνησε και αναγνώρισε την χάρη και το κύρος  της  αποστολικότητός του πρώην Σαύλου και ήδη Παύλου που με  την αποστολική αυθεντία   έγραψε  στους «Γαλάτες»,  που τότε ζούσαν περί τη σημερινή Άγκυρα της Ανατολίας, τα περί των  «δοκούντωνείναι Στύλους» ( Γαλ. β΄ 9). Σε   άλλη πάλι επιστολή του προς τον μαθητή του  Τιμόθεο  ο Παυλος αποκαλύπτει την αξίας και χρησιμότητα του λειτουργήματός του μέσα στην Εκκλησία πως είναι «η εδραίωση της αλήθειας» περί του Ιησού Χριστού (Α΄Τιμ. γ΄ 15). Αλλά και  ο Ευαγγελιστής Ιωάννης επιβεβαιώνει στην αυτήν «Αποκάλυψη» του ότι αυτός που αναγορεύεται σε «στύλο» είναι στην πραγματικότητα «εκείνος που  κρατεί αυτό που κατέχει»( Αποκ.γ΄.12) Εξ αυτών των ολίγων γραπτών  μαρτυριών του «κλητού» Αποστόλου αποδεικνύεται ότι ως «στύλος» εμβληματικά αναγνωρίζεται ο ακλόνητα κατέχων πραγματικά την αποκάλυψη περί του Κυρίου  και αποτελεί το ζωντανό και «γενναίο υπόδειγμα» πίστεως σφραγισμένης ως κληρονομίας διαβιβαζόμενης με την  διαδοχή του λειτουργήματός του μετά τον θάνατόν του στους  καθιερωμένους διαδόχους τους. Αυτό μας το βεβαιώνει  στα τέλη του πρώτου αιώνα με την Α΄ Επιστολή προς τους Κορινθίους ο αποστολικός άνδρας και επίσκοπος Ρώμης Κλήμης (V.1-5),  ότι δια της δυάδος του Πέτρου και του Παύλου συνεχίζεται η ἐξ αυτών προερχόμενη έγκυρη αποστολική  μαρτυρία της διδαχής των κλητών  να κυβερνήσουν στη Ρώμη την εκεί τοπική Εκκλησία της πολυάνθρωπης πρωτευούσης πόλεως της αυτοκρατορίας. Η κανονική αποστολική διαδοχή τους και η τιμή που διαχρονικά περιβάλλει την κατοχή της ταφής και των λειψάνων τους απορρέει από την μνημειακή συνεχή ανάδειξη  του παραδείγματός τους μέσα στην καθ’ όλου του Χριστού Εκκλησίας.  Έτσι περί το 200, δηλαδή μόλις λίγες γενεές χριστιανών  μετά το μαρτύριό τους,  ο Ρωμαίος πρεσβύτερος Γάϊος για να αποδείξει την ακρίβεια και την ορθοδοξία της πίστεως του στον αιρετικό Πρόκλο τον βεβαιώνει ότι εκείνος έχει την ζωντανή παρουσία των Πρωτοκορυφαίων στην Εκκλησία του από τον τόπο της ταφής και παραμονής των λειψάνων τους, του μεν Πέτρου στο λόφο του Βατικανού,  του δε Παύλου Εκτός των Τειχών στην αρχή της οδού προς την Όστια,  ενώ οι δοξασίες του Πρόκλου  δεν έχουν αντίκρισμα ιερά πρόσωπα,  ἀλλά μόνο τις κακοδοξίες της δοκησισοφίας του. Και αυτό το παράδειγμα δείχνει πόσο ζωντανή και διαρκώς πηγαία  είναι η κανονική αποστολική διαδοχή και γι’ αυτό συντελεί στη στήριξη των πιστών των λοιπών Εκκλησιών δια μέσου του έγκυρα χειροτονημένου επισκόπου και με την συγκατάθεσή του προς «τέλεση» του ύπατου  Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας,  κέντρου της νέας θείας λατρείας.

Το ίδιο ακριβώς συνέβη με την μακρά παραμονή του Αποστόλου Παύλου στη τότε μεγαλούπολη της Εφέσου της Μικράς Ασίας . Εκεί στα τέλη του α΄ αιώνα και  μέχρι τις αρχές του β΄ αιώνα παραμένει ο τελευταίος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης ο του Ζεβεδαίου διδάσκων και μεταδίδων δια των χειρών του το χάρισμα της ιεροσύνης και την τιμήν της Αποστολικότητος.  Την κληρονομία   του βεβαιώνει η διαδοχή και η συνεχής φροντίδα του για την ανάδειξη του τάφου του μέχρι που  το αποστολικό κύρος του απλώθηκε σε όλη την Ασιανή και Θρακική  Εκκλησία και τελικά εγκαταστάθηκε από την Έφεσο στην Πόλη του Κωνσταντίνου και καταστάθηκε από τις Οικουμενικές Συνόδους η ζωοδόχος πηγή της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.

Ο καθορισμός της ακριβειας της αποστολικής πίστεως αρχίζει οριστικά μετά τους διωγμούς των τριών αιώνων με την συγκρότιση στη Νίκαια της Βιθυνίας της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (325) και το πρώτο θέμα που την απασχόλησε τους επισκόπους της Εκκλησίας  ήταν η διατύπωση  της πίστεως στὸν ένα Θεόν Πατέρα και σχέση της  θεότητος του Ιησού Χριστού με Αυτόν. Το επόμενο σοβαρότατο θέμα για την ενότητα της Εκκλησίας Του ήταν η οργάνωση των διαφόρων  δικαιοδοσιών της Εκκλησίας σύμφωνα με «τα αρχαία ήθη κρατείτω» που είχαν οι  Εκκλησίες των μεγαλουπόλεων της Ρώμης και της Αλεξανδρείς με τον 6ον  κανόνα  και με τον 7ον  κανόνα απλώνεται η τιμή στον Ιεροσολύμων και με την  Β΄ Οικουμενική Σύνοδος μνημονεύεται η τιμή των πρεσβείων στην Αντιοχέων Εκκλησία ενώ με τον 2ον κανόνα και με τον 3ον  κανόνα τιμάται με την «Αρχή της Προγενέσεως», που αλλιώς λέγεται «πρεσβεία», ο αρχιεπίσκοπος της Κων/πόλεως μετά τον επίσκοπο της «Πρεσβυτέρας» Ρώμης. Έτσι καθωρίζονται στην οικουμενική Εκκλησία οι πέντε «Δικαιοδοσίες», που καλούνται και «Κλίματα» και  υφίστανται μέχρι σήμερα. Οι  αρχιεπίσκοποι των αποστολικών αυτών κέντρων είναι  ως πρωτόκλητοι οι φέροντες τις διευρυμένες αποστολικές αρμοδιότητες των «Στύλοι» και ως πρωτοκάθεδροι  έχουν επωμισθεί  την ευθύνην του «πρωτείου» τους  να υπερασπίζονται «εκείνο που  κρατούν και  κατέχουν»( Αποκ.γ΄.12). Για να επισημανθούν αυτές οι αποστολικές προσωπικότητες εργάστηκε ιδιαίτερα ο Επίσκοπος Ρώμης Δάμασος (366-384) κατά  το τεράστιο έργο του της αναστηλώσεως των κατακομβών και της συμωνίας του για την σύγκληση στην Κων/πολη το 381 της Συνόδου , που αργότερα αναγνωρίστηκε για την συμπλήρωση του ογδόου (8) άρθρου της Πίστεως περί του Αγίου Πνευματος κατά των Πνευματοχών και το άρθρα (9) ομολογεί την Καθολικότητα της Εκκλησίας ,(10) την μία βάπτιση  για την άφεση των αμαρτιών, (11)  την Ανάσταση της σαρκός και (12) όλα  αυτά επισφραγίζονται με την κατάφαση του  το Αμην. Και  το μόνο συμπλήρωμα είναι η ανάθεση των « δευτερίων» τιμής του Πρώτου επισκόπου της Πρεσβυτέρας Ρώμης μόνο στον αρχιεπίσκοπο της Νέας Ρώμης που αναγνωρίστηκε στην συνέχεια και  ως Οικουμενικός Πατριάρχης από την Ιστορά της Εκκλησίας.

           Ο Θεοδόσιος ευφυέστατος το 380  δημοσίευσε Διάταγμα  με το οποίο καθιέρωσε την προσωπική του πίστη στην Αγία Τριάδα  με  εκείνη που δεχόταν και  ο συμπατριώτης Ίβηρας επίσκοπος Ρώμης Δάμασος και η οποία και  σίγουρα την εγγυόνταν η δυάδα των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου που επί  Νέρωνος το 64-67 μαρτύρησαν για την χριστιανική πίστη και η διδαχή  τους  σφραγίστηκε με το αίμα τους στη Ρώμη.  Λόγω της σπουδαιότητος του μαρτυρίου τους  κατά την περίοδο των διωγμών τα ιερά λείψανά τους ανακομίστηκαν και απεκρύβησαν  στις νεκροπόλεις των Κατακόμβων μέχρι την αποκάλυψή τους και πιστοποίησή τους και την απόθεσή τους στις 29 Ιουνίου στη Ρώμη  στους τόπους αρχικής ταφής τους που αναγέρθηκαν  οι μνημειακές μεγάλες  βασιλικές  του Πέτρου παρα το στάδιον του Νέρωνα στο «Βατικανό» και του Παύλου  «Έξω των Τειχών»  στο ιδιωτικό κτήμα.           

Τα κοσμούντα  το αρχαίο αποστολικό αξίωμα του «Στύλου», όπως του κρίνειν, του ελέγχειν, του τιμωρείν, του απαιτείν ὑπακοήν εις τον ποιμένα, αλλά και  της διαχειρήσεως της κατά Χριστόν «οικονομία» προς Σωτηρίαν των ψυχών  και  για περιφρούρηση της ενότητος  μέσα στην εν Χριστό αδελφότητα.Αυτά τα προνόμια εφαρμόζοντο ως υποχρεώσεις των  «Πρώτων» των πέντε Δικαιοδοσιών όταν επικράτησε στην ζωή της Εκκλησίας  το  σύστημα της συνοδικής «Πενταρχίας» από την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδου το 451, περί το μέσο του 5ου  αιώνα.  Από τότε το βασικό καθήκον των πέντε Πατριαρχών-Στύλων είναι «το μην τρέχειν εις  τι καινόν» γιατί η αταξία  προκαλεί διαιρέσεις στην Εκκλησία.

Μόλις τον 16ον αιώνα τον 16ον αιώνα απειλείτο από τον εξισλαμισμό της Ρωμιοσύνης  και το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραμένει άστεγο στην έδρα του και τότε ζήτησε την βοήθεια του μόνου τότε υπάρχοντος ορθόδοξου κράτους και  εκείνο για να βοηθήσει    αξίωσε «στανικά» πατριαρχία για την Μητρόπολη  Μόσχας. Αυτή αναγκαστηκά δόθηκε όμως με «ενόρια» χωροθέτηση της δικαιοδοσίας της και από τότε την απέκτησε αναγόρευσε ως μόνη φιλοδοξία της  την ψευδοδοξία της ότι είναι η  «Τρίτης Ρώμης» και αρχισε με τα πεπραγμένα της τον σφετερισμό των κανονικών προνομίων του Οικουμενικού Θρόνου, ξεχνώντας ότι  η  πατριαρχία της και εκείνες που ακολουθησαν είναι υπό την εκκρεμότητα της εγκρίσεως της «Πενταρχίας», όταν αυτή πλήρως αποκατασταθεί! Όμως  τα δίκαιά της διακονίας της Μητρός Εκκλησίας στηρίζονται επί των Ιερών Κανόνων και δεν  παραγράφονται από τις πανουργίες της  προπαγάνδας, ούτε με δωροδοκίες και εκβιασμούς του κοσμικού κράτους των.  Η Εκκλησία Κων/πόλεως είναι η μόνη που κατέχει εκ των πατριαρχικών θρόνων της Οικουμένης «υπερόρια δικαιοδοσία» να επιμελείται τα εκκλησιαστικά θέματα  των «εν τοις βαρβαρικοίς», λαών, όπως είναι οι σλαβογενείς  πληθυσμοί δια του 28ον  κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου!  Και ενώ ο Λόγος Κυρίου παρμένει αψευδής και επαναλαμβάνει πως η επίγεια βασιλεία της Εκκλησίας Του «ουκ έστιν ενταύτα…» η Εκκλησία στην Ρωσία και σήμερα αλώθηκε από ανθρώπους προερχόμενους από τον αφιλόχριστο καίσαρα του βαθέως κράτους και αυτοί επιδιώκουν να την μεταβάλουν σε εγκόσμια Σατραπεία «αυτομανίας πεπληρωμένη», κατά τους Πατέρες,  που εκτοξεύει ορμαθό ύβρεων και ψευδολογιών κατά του πάνσεπτου ιερού κέντρου των Ελληνορθοδόξων, γιατί ο Οικουμενικός Θρόνος παραμένει ακλόνητος στις ασεβής προσβολές και δεν υποχωρεί ρωσικά εθνοφυλετικά θελήματα που επιδιώκουν να ανατρέπουν την Παύλειας αποστολική  αρχή πάντα «κατά τάξιν γινέσθω»( Α΄ Κορ. ιδ΄. 40). Οι σημερινοί επιβάτες της ρωσικής πατριαρχίας επιδιώκουν να καταβροχθήσουν πάσα προγενέστερή Εκκλησία στην αχανή επικράτειά τους, συνεχώς απλώνοντας τα όριά της και ανατρέποντας την αποστολοπαράδοτη κρατούσα Τάξη της  Ορθοδοξίας. Με τη χρήση του βρώμικου υβριδιτικού πόλεμο επιδιώκει να μεταβάλει με την ψευδοδοξία της την εκεί τοπική Εκκλησία σε παρασυναγωγή. Οι πολυχρόνια συνωμοτούντες υπερβόρειοι ψευδαδελφοὶ τώρα κλαίουν ότι αποχωρίζονται μόνοι τους από την ελληνική παράδοση της Ορθοδοξίας και κοντά τους οι ημέτεροι αδιάβαστοι της αντορθόδοξης  Ιστορίας του Πανσλαβισμού και ό,σοι  καταστάθηκαν αργυρόγνωμοι με τις λιτανείες στο βορρά ιερών λειψανων, ας διαβάσουν αυτό που προσυπέγραψε και ο ιερός Φώτιος και μάλιστα εκεινοι των οποίων επιμελήθηκε τον κατά Χριστόν φωτισμό των προγόνων τους, την γνωστή «Επαναγωγή» για την εξουσία του σημερινού  Πρώτου «Στύλου» της καθ’ ημάς Ανατολής  :

«Ο Πατριάρχης εστίν εικὼν ζώσα Χριστού και έμψυχος δι’ έργων και λόγων εν αυτώ ζωγραφών την αλήθειαν… υπέρ δε της αληθείας και της εκδικήσεως των δογμάτων και της συντηρήσεως του δικαίου και της ευσεβείας λαλείν εναντίον βασιλέων και μη αισχύνεσθαι»2.      Α.Π.

1. Πρβ. Α΄.Κορ.ε΄,3 εξ. θ΄,19 και ια΄34. ιδ΄37 και Β΄Κορ.ι, 13-16. Β΄Θεσ. γ΄, 4. Ρωμ.ιε΄, 18,  και Α.Τιμ.α΄, 20 κ.τ.λ.

2.   Ράλλη-Ποτλὴ Σύνταγμα κτλ. τόμ. 6 σ. 428-429.

Loading

Η ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ   ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ-Α ΜΕΡΟΣ

Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας και ο Αριστείδης Πανώτης εμπρός στην Θεολογική Σχολή Χάλκης. Την φωτογραφία τράβηξε το 1969 ο διερχόμενος από εκεί Αρχιμανδρίτης Βαρθολομαίος Αρχοντώνης και αμέσως ο άρχοντας ανταπέδωσε την ευγένειά του με φωτογράφηση του πλησίον του Πατριάρχη Αθηναγόρα και του την πρόσφερε κατά την εκλογήν του το 1991.

                 Μιά προσωπικότητα  που δεν χάνει τίποτα από την ακτινοβολία της και μετά την πεντηκοντατηρίδα από της  εκδημίας  της, αλλά όσο απομακρύνεται στην αιωνιότητα τόσο αναγνωρίζεται  η συμβολή της στην Ιστορία και μάλιστα  καλύτερα σκιαγραφούνται  οι χαρισματικές διαστάσεις της μορφής της πρέπει να κατατίθεται η μαρτυρία της ζωής τους για να  παραδειγματίζουν τις γενεές όσων  πραγματικά θέλουν να  αναδειχθούν άξιοι μνήμης  από στην Εκκλησία. Εκείνοι μάλιστα  που μαθήτευσαν παρά τους πόδας κάποιου σύγχρονου Γαμαλιήλ, έχουν υποχρέωση  να καταγράψουν  το πέρασμά του  από την εκκλησιαστική ζωή για να φρονηματίζουν πάντα τους νεοτέρους και να ασφαλίζουν το μέλλον τους από κάθε υποκόσμια απειλή .    

       Ο Αριστοκλής Σπύρου που πέρασε στην Ιστορία ως ο «Πατριάρχης Αθηναγόρας» κατάγεται από την σημαντική ηπειρωτική οικογένεια «Κοκκίνου» και  ήταν γιός του ιατρού Ματθαίοου Σπύρου και μητέρα την  Ελένη Μόκορου από την Κόνιτσα και γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου το 1886 στο σημερινό «Βασιλικό» του άνω Δήμου Πωγωνίου του νομού Ιωαννίνων. Στά  12 του χρόνια προσβάλλεται από την μόλυνση του τύφου, που εξελίσσεται μέσα στην οικογένειά του  σε τραγωδία με συνέπεια την απώλεια μητέρα του.   Η  θεοσεβή γιαγιά του Ειρήνη Μόκορου αναλαμβάνει την μητρική αγκάλη στην Κόνιτσα και μεταγγίζεται στην καρδία του Αριστοκλή ότι μητέρα των ορφανών είναι η Παναγιά και μάλλον του μεταδίδει την κλήση προς τα «ιερά πράγματα» που τότε πρόσεξε ο τοπικός μητροπολίτης  Βελλάς και Κονίτσης  Κωνσταντίνος Καρατζόπουλος 1, ο οποίος  και ανέλαβε την προστασία του και συνέστησε  το 1907 την εισοδό του Αριστοκλή στην Θεολογική Σχολή τῆς Χάλκης. Εκεί τα τρία τελευταία χρόνια των σπουδών του  σχολάρχευε ο Γερμανός Στρηνόπουλος (1907-1922), με τον οποίο έκτοτε  συνδεόταν στένα στην ζωή του ο Αθηναγόρας.   Στην Μονή της Αγίας Τριάδος στη νήσο Χάλκη η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως λειτουργούσε από τα μέσα του 19ου  αιώνα την Θεολογική Σχολή της μέχρι τα μέσα του 20ου  αιώνα προς ανάσχεση πάσης έξωθεν επιθετικής δοκισισοφίας και ορθόδοξη συνεκπαίδευε των μελλόντων στελεχών της από την Ελλάδα, την Σερβία, την Συρία, την Κύπρο, την Αλβανία για αναπλήρωση  των αναγκών  σε κληρικούς και θεολόγους των Ορθοδόξων  Εκκλησιών. Η Σχολή αυτή εξελίχθηκε σε έγκυρη «Πανορθόδοξη Ακαδημία» υπηρετούσα την Ορθόδοξη διακονία του Θρόνου στην Οικουμένη με διδάσκοντες ολκής ιεράρχες και λαϊκούς ακαδημαϊκούς που διέπρεψαν σε Μητροπόλεις και σε έδρες στην Ελλάδα, όπως ήταν ο Ίμβριος μητροπολίτης  Σερρών Απόστολος Χριστοδούλου και ο Χρήστος Ανδρουτσος κ.α. Ο Αριστοκλής κατέστησε εκεί την Θεολογία βίωμα της ζωής του με ισόβια αφιέρωση στη διακονία της Εκκλησίας. Το 1910 κατατάχθηκε στους αποφοίτους της  με το θέμα της διατριβής: «Περί της εκλογής πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως από του Μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι της Ἁλώσεως», που είναι  ενδεικτική  της ιστορικής φιλομαθείας του περί του ιεροῦ θεσμού της ευσεβείας μας και ότι δεν αποτελεί νεανική  «προσδοκία» μεγαλομανούς οιηματία.  Τον τελευταίο χρόνον των σπουδών του  δολοφονείται ο πατέρας  του προασπιζόμενος  την ελευθερία των βορειόθεν Ελλήνων και εξ αυτού καταφεύγει για την στήριξη  του στον τότε Μ. Πρωτοσύγκέλλο Αθηναγόρα Ελευθερίου, που παίρνει και το όνομά του  όταν χειροτονείται διάκονος από τον μητροπολίτη Ελασσώνος Πολύκαρπο Βαρβάκη και έκτοτε δείχνει την αφιέρωσή του χωρίς ποτέ στην σταδιοδρομία του να αποβάλει το ράσο στη ζωή του, ούτε για συνέδρια στην Ευρώπη, ούτε και στην Αμερική.

                Η πρώτη  διακονία που του ανατέθηκε  ηταν  στην Μητρόπολη Πελαγονίας, που τότε εδρεύει στην πόλη του  «Μοναστηρίου» που  απέχει μόνον 26 χιλιόμετρα από την Φλώρινα. Όταν αυτή τη πόλη την περιέσφιξε το σλαβικο γένος των Σέρβων την κάλεσαν Βιτώλια. 2 Στην εκεί  Μητρόπολη  της Πελαγονίας το Φανάρι είχε τότε αποστείλει ως μητροπολίτη τον Στέφανο Δανιηλίδη και όταν αυτός σε λίγο   μετατέθηκε στην πατρίδα του τη Λήμνο, τον διαδέχθηκε ο Χρυσόστομος Καβουρίδης ο οποίος προήγαγε ως θεολόγο τον Αθηναγόρα  σε αρχιδιάκονον και του ανέθεσε  τα καθήκοντα της γραμματείας της Μητροπόλεως και τότε έμαθε την δακτυλογραφία με «γραφομηχανή» και ανέθεσε τις δημόσιες σχέσεις με τις πολυπληθείς βαλκανικές εθνότητες της περιοχής και του ανετέθηκαν και τα καθήκοντα  του καθηγητή των θρησκευτικών  στην  «Ελληνική  Αστική Σχολή» και ακόμη υπό του Ελληνικού Προξενείου του επόπτης όλων των ελληνικών σχολείων της Βόρειας Μακεδονίας.  Παράλληλα με την εκκλησιαστική και εθνική προσφορά του εκεί τελειοποίησε με Γάλλο Λαζαριστή μοναχό την γαλλική  γλωσσομάθειά του.  Η διακονία του εκεί επί επταετία του άφησε  πολύτιμη εμπειριά μέχρι που μια  ομάδα  Γάλλων αξιωματικόν διαπίστωσε το βασιλόφρων φρόνημα του   μητροπολίτη Χρυσόστομου και το γνωστοποίησε στην φίλης των «Συμμάχων»  κυβέρνηση της «Εθνικής Αμήνης» και όταν  μετέβη ο μητροπολίτης με τον αρχιδιάκονό του στην Θεσσαλονίκη  συνελήφθηκαν  και φυλακίστηκαν αμφότεροι και τελικά  εκτοπίστηκαν στο Άγιον Όρος.

  Εκεί ο Αθηναγόρας με οδηγόν τον ιερομόναχο Παύλο τον Λαυριώτη επισκέπτεται μονές και κελλιά και όντας  αφάνταστα φιλομαθής συναντάται με θεοφώτιστους Αγιορείτες Πατέρες  της εκεί  πολυεθνικής ορθοδόξου κοινωνίας και εξ αυτού παραμένει θαυμαστής της αγίας ζωής των αφιερωμένων στο ιδεώδες της «Ιεράς Ησυχίας». Όμως την Αγιορειτική   μαθητεία του διέκοψε ένα μήνυμα από τον παλαιόν ομογάλακτό του στη Χάλκη που ήταν από την Ἰμβρο τον  Παναγιώτη Δημητριάδη ότι  ο νέος μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκης ζητούσε για προσωπικό γραμματέα του γλωσσομαθή  Θεολόγον κληρικό,  γνώστη της «γραφομηχανής» και ο Πάνος που συνδεόταν μαζί του πρότεινε ως έμπειρον τον αρχιδιάκονο Αθηναγόρα. Έτσι ο  Μελέτιος τον προσκάλεσε στο «Κλεινόν Άστυ» και επί μία διετία αυτός μαθητεύει  πλησίον του πολυειδήμονα Κρήτα ιεράρχη, την αξία του οποίου είχε ήδη επισημάνει  η Ελληνική Κυβέρνηση σε δύο τότε κρίσιμα εκκλησιαστικά και εθνικά προβλήματα, όπως στην διευθέτηση της ενδοκυπριακής έριδας για την αρχιεπισκοπία της  Λευκωσίας στην Κύπρο και στην επίλυση του Αγιορειτικού ζητήματος, που τότε απειλείτο από τον Ρωσικό Τσαρισμό με πλήρη «Διεθνοποίηση»! Ο Αριστοκλής  όταν μαθήτευε στην Χάλκη είχε εντρυφήση  στο ανακαινιστικό φρόνημα του πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄ και τώρα είχε την ευκαιρία   να ζήσει κοντά σε προσωπικότητα δοκιμασμένη στον εκκλησιαστικό στίβο στα Ιεροσόλυμα, στη Δαμασκό, στην Αλεξάνδρεια, στη Κύπρο και στον Άθωνα και κοντά στον πολυτάλαντο Μελέτιο συνετελέστηκε η  «εκκλησιαστική του ωρίμανση»και εξ επιρροής του άρχισε την μαθήτευση στην αγγλική γλώσσα.  Στην Αθήνα ο αρχιδιάκονος λειτουργούσε στην ενορία της Αγίας Αικατερίνης της Πλάκας κοντά στον ρέκτη παπα-Μάρκο Τσακτάνη και σχετίστηκε με τους κύκλους των ευσεβών  οικογενειών που συνεργαζόταν  όπως π.χ. ήταν η οικογένεια  Ζολώτα και  με τον π. Άγγελο Νησιώτη και τον π. Ευσέβιο Ματθόπουλου  και στον Πειραιά με τον  π. Γεώργιο Μακρή κ.ά. Πάντα κρατούσε τις ισορροπίες στις μεγάλες τότε πολιτικές αντιθέσεις  και κατα οδυνηρά συμβάντα μετά τις Νοεμβριανές εκλογές του 1920 αυτό εκτιμήθηκε και από τον επανελθόντα στην Μητρόπολη Αθηνών Θεόκλητον Μηνόπουλο και παρά την εχθρότητα των βασιλόφρονων κληρικών κράτησε τον Αθηναγόρα στην διοίκηση της Μητροπόλεως Αθηνών μέχρι που συντελέστηκε η Μικρασιατική Καταστροφή !

        Για να συνδράμει ο Κλήρος των Αθηνών  τις συνέπειες της «Εξόδου» στην Παλαιά Ελλάδα των Μικρασιατών Ελλήνων συνεστήθη η  «Παγκληρική Ένωση», με Πρόεδρο τον αρχιμ. Δαμασκηνό Παπανδρέου και Γενικό Γραμματέα τον αρχιδιάκονον Αθηναγόρα Σπύρου που συνεργάστηκε με την προελθούσα από την Επανάσταση ελληνική κυβέρνηση που ζήτησε τότε την κανονική παρέμβαση του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου Μελετίου Δ΄, προς αποκατάσταση της τρωθείσης στην Ελλάδα  από τον «Εθνικόν Διχασμόν» κανονικής εκκλησιαστικής Τάξεως από τους αντικανονικά διοικούντες την τοπική Εκκλησία αρχιερείς.   Μετά από αιτηθείσα άδεια από το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, που αποτελεί το θεσμικόν κέντρον της εν Ελλάδι Εκκλησίας  :«ήρθη το αξιοκατάκριτο και αντικανονικόν της παρεμβάσεως της κοσμικής εξουσίας  στα της Εκκλησίας» (νόμος Σ΄ και Σα΄ του 1852 βλέπε Α.Π. «Συνοδικόν» τ. Β΄ σσ. 99-119) και ανέλαβε «κατ’ Οικονομίαν»  η Κυβέρνηση της Επαναστάσεως του 1922, είτε η πρώτη υπό τον Σωτήριο Κροκιδά,  είτε  η διάδοχος κυβέρνηση υπό τον συνταγματάρχη Στυλιανό Γονατά  την ευθύνη  της πληρώσεως με ιεράρχες  των εν Ελλάδι χηρευουσών οκτώ Μητροπόλεων τον Δεκέμβριον του 1922 και εξ αυτού καταστάθηκε μητροπολίτης Κερκύρας ο Ἠπειρώτης Αθηναγόρας Σπύρου. 3 

 Σε πολύ δύσκολη ιστορική στιγμή έφθασε στην Κέρκυρα ο νέος Μητροπολίτης.  Η πρώτη παρουσία του  στην Κέρκυρα ήταν μια έκφραση δυναμικής και ασυνήθιστης  ποιμαντορίας εκφράζουσα στο νησί εκείνα που  έμαθε κατά τη θητεία του στο Μοναστήρι και την παραμονή του στην Αθήνα κοντά στον Μελέτιο.  Εκεί διδάχθηκε πόσο ανακαινισμένη πρέπει να είναι η μαρτυρία της Εκκλησίας  μετά  τα οδυνηρά συμβάντα της τραγικής συρρικνώσεως του Γένους  κατά  την μεταπολεμική εποχή.  Συγκεντρώνει  το ενδιαφέρον του  να φέρει την νεολαία κοντά στον Χριστό και για να πληροφορήσει  το έργο της Εκκλησίας στον λαό του Θεού. Και όπως ο   ο Μελέτιος στην Κύπρο συνέστησε τον «Ἐκκλησιαστικό Κήρυκα» καὶ στην Αθήνα το 1919  την  «Διδαχὴν» (1919) 4 ἐτσι και  ο Κερκύρας Αθηναγόρας συνέστησε το περιοδικό «΄Αγιος Σπυρίδωνας» όχι μόνον για να  μαθαίνεται  η θρησκευτική ζωή  της Κερκυραϊκής κοινωνίας ,  αλλά και να στηρίζονται  τα πρέποντα στην τοπική Εκκλησία, όπως ήταν η επιστροφή του σεπτού λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνος που ήταν τότε ιδιοκτησία παλαιάς οικογένειας της Κέρκυρας. Στο πρόσωπο του Αθηναγόρα βρήκε ο Αθηνών Χρυσόστομος  και τον γλωσσομαθή ιεράρχη που ήταν ἀξιος να αντιπροσωπεύσει την Εκκλησία της Ελλάδος σε διεθνη συνέδρια, όπως ήταν το 1925 το συνέδριο της «Χ.Α.Ν.» στο Ελσίνσκυ της Φιλλανδίας, όπου  συνάντησε και τον άλλοτε Σχολάρχη του τότε μητροπολίτη Θυατείρων Γερμανό Στρινόπουλο, ο οποίος  τον συνέδεσε με τους κύκλους των πρώτων «Ευρωπαίων Οικουμενιστών».    

      Τα τραγικά πολιτειακά συμβαίνοντα από το 1917 στην Ρωσία ανάβασαν σε ύψη την αθεϊστική επιθετικότητα στη Θρησκεία και κατ’ επέκταση στην Ορθδοξη εκεί αυτοκρατορική Εκκλησία.   Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Φώτιος Β΄ για να αποδείξει την ζωτικότητα και την ενότητα της Ορθοδοξίας  και  συγκαλεί την από μακρού προσδοκόμενη διορθόδοξη σύναξη για να συνταχθεί ο «Κατάλογος των προς συζήτηση εκκλησιαστικών θεμάτων» στην μέλλουσα να συνέλθει «Διορθόδοξη Προσύνοδο». Η Διάσκεψη αυτή γίνεται στην Αθωνίτικη Μονή Βατοπαιδίου προκειμένου να επανατονιστεί η Πανορθόδοξη ενότητα των Ορθοδόξων που παραστέκει σε κάθε δοκιμαζόμενο λαό. Ο μητροπολίτης Αθηναγόρας εκπροσωπεί την εν Ελλάδι Έκκλησία  και ο ομογάλακτός του ιεράρχης Τιμοκίου Αιμιλιανός την Εκκλησία της Σερβίας καθὠς  και ο άγιος μητροπολίτης Αχρίδος Νικόλαος Βελιμίροβιτς και  ο εν Αθήναις Αποκρισιάριος του Πατριάρχου Φωτίου Β΄ μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος Φιλιππίδης και κατά τον Μέγα Αθανάσο «ούς η χάρις συνήψεν, ου διέστησε ο τόπος». Τότε ο Χρύσανθος γνωρίζει από κοντά τον ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο και το οργανωτικό σθένος του πρός καταλλαγή του «αλληλοσπαρασόμενου» απόδημου Ελληνισμού  της Αμερικής. Το Φανάρι από τον Τύπο  γνωρίζει  τα εκ του διωγμού της Εκκλησίας στη Ρωσία προερχόμενα  κύματα των ορθοδόξων μεταναστών που κατέπλεαν στην Νέα Υόρκη και αυτοί προστέθηκαν  στους  «τσαρικούς» ορθόδοξους  πού πολιτεύονται εκεί συνιστώντες αυτοδιοίκητες τοπικές ορθόδοξες Εκκλησίες στις Η.Π.Α. από σλαβογενείς και αραβόφωνους Ορθοδόξους χριστιανούς.  Στις συζητήσεις   μεταξύ Χρυσάνθου και Αθηναγόρα διαπίστωσε η σοβαρότητα της εκεί κακοδαιμονίας που μεταφυτεύθηκε από  «Εθνικό Διχασμὀ» καθώςκαιη έλλειψη διορθοδόξου κοινωνίας από μη γνωρίζοντες  την πάγια τάση της Μόσχας από τον 18ον  αιώνα  να εκρωσίσει όλα τα ορθόδοξα έθνη   που  περιλαμβάνει η επικράτειά της κατά  την αίρεση του «Εθνοφυλετισμού». Στην Διάσκεψη του Βατοπαιδίου ο  Τραπεζούντος  Χρύσανθος εκτίμησε δεόντως την συγκρότηση του Αθηναγόρα  τόσον εκ της   επταετούς  θητεία του στο πολυεθνικό ορθόδοξο λαό  του Μοναστηρίου, όσον και την επίσης επταετή ποιμαντική επιτυχία του  στην Κέρκυρα , καθώς και την δίχρονη διοικητική του πείρα στην Αθήνα και εισηγήθηκε  τις προτάσεις του στην κρίση του πατριάρχου Φωτίου Β΄ και της Ιεράς Συνόδου του και συνοδικά αποφασίστηκε η πλήρης αλλαγή της καταστάσεως στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής χάρη του μέλλοντος της ομογένειας στον Νέο Κόσμο της Αμερικής.  Έτσι τέθηκε στην  διαθεσιμότητα της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως ο Αμερικής  Αλέξανδρος Δήμογλου και οι δύο  βοηθοί του επίσκοποι, ο Ιωακείμ Αλεξόπουλος και ο Φιλάρετος Ιωαννίδης προκειμένου  να αξιοποιηθούν  σε  Μητροπόλεις της ελλαδικής επικράτειας.5

           Στις 12 Αυγούστου του 1930: «Οι αποτελούντες Αρχιερείς την  Ιερά Σύνοδο, μετά την γενομένην συνοδικώς πρόταση τριών υποψηφίων των μάλλον κατάλληλων εις τούτο, ήτοι τον πανιερώτατον Μητροπολίτην Κερκύρας και Παξων  κ.  Αθηναγόραν, Σερρών κ. Κωνσταντίνον και Σάμου κ. Ειρηναίον, κατελθόντες εν τω πανσέπτω Πατριαρχικώ ναώ του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, προτροπή και αδεία του Παναγιωτάτου και σεβασμιωτάτου ημών Αυθέντου και Δεσπότου, του Οικουμενικού Πατριάρχου, κ.κ. Φωτίου , και ψήφους  κανονικάς  προβαλόμενοιτη επικλήσει του Παναγίου Πνεύματος, εἰς εκλογήν και ανάδειξιν του αξίου εκ των τεθέντων  τριών υποψηφίας προσώπου , προεκρίναμεν τον πανιερώτατον Μητρτοπολίτην Κερκύρας και Παξών κ. Αθηναγόραν,  Εφ’ω και εις διηνεκή ένδειξιν και μόνιμον παράστασιν  κατεστρώθη τα ονόματα αυτών εν τω κώδικι της Αγίας του Χριστού  Μεγάλης Εκκλησίας. Εν τη σωτηρίω (α@λ΄) 1930 κατά μήνα Αύγουστον (ιβ), Επινεμήσεως ΙΓ΄:  + ο Κυζίκου Καλλίνικος,+ ο Νικαίας Βενιαμίν, + ο Χαλκηδόνος Αγαθάγγελος, + ο ΔέρκωνΑμβρόσιος, +  ο Προύσης Νικόδημος, + ο Ηλιουπόλεως Γεννάδιος, + ο Ιμβρου και Τενέδου Ιάκωβος, + ο Θεοδωρουπόλεως Λεόντιος  + ο Χριστουπόλεως   Μελέτιος, + ο Μύρων Πολύκαρπος και  + ο Λαοδικείας Δωρόθεος.»            

Κώδικας Α΄β΄2, σελ 110 της 12 Αυγούστου 1930

                      

                           Η ανάθεση της Αρχιεπισκοπής Αμερικής στον από Κερκύρας Αθηναγόρα ο οποίος είχε τα εχέγγυα διαποιμάνσεως  των σκορπισμένων Ελληνορθόδοξων μεταναστών κατά τις ορθόδοξες παραδόσεις στις τότε 50 «Ηνωμένες Πολιτείες» της Βόρειας Αμερικής    προϋποθέτει  πολλά άνωθεν χαρίσματα και μεγάλη αγωνιστική αντοχή για να αποδώσουν. Το άπλωμα αυτό της  σαγήνης στο τρίτο σε μέγεθος κράτος της γης, από τον Ατλαντικό μέχρι τον Ερηνικό Ωκεανό και από τον Καναδά μέχρι την Αργεντινή ήταν αποστολικός άθλος για να συνενώσει την διασπορά των  ελληνορθόδοξων   μεταναστών ώστε να μην  αλλοτριωθούν στην αχανή  χώρα από τους εραστές της ανεξιθρησκείαςπου να τους  αφομοιωθούν σε διάφορες θρησκευτικές δοξασίες και χριστιανικούς κλάδους. Ο Αμερικής Αθηναγόρας στήριξε  με την απέρριτη  ζωή και έντιμη πολιτείας του την επιτυχία της διακονίας του κατά την δεκαοκταετή (18) διακονία του στις Η.Π.Α. και τον Καναδά.  Η σεπτή κορυφή της ευσεβείας μας ο άγιος Πατριάρχης Φώτιος Β΄  και οι τότε  επιφανείς συνοδικοί ιεράρχες του Θρόνου δώρησαν στην ομογένεια την ενότητα για να  διαιωνίζεται και τα μέλη της να ανέρχονται σε ύπατα  αξιώματα ώστε  να μεγαλύνεται το ιστορικό και ευσεβές Γένος μας.   

              Μετά την εκλογή του ο Αθηναγόρας παραμένει επί εξάμηνο στην Αθήνα μέχρι να ολοκληρωθεί στις 6 Νοεμβρίου 1930 η εκλογή υπό της Ιεράς Συνόδου των Αθηνών των από τις Η.Π.Α. ιεραρχών, στην Κερκύρα του Αλέξανδρου Δήμογλου, του Ιωακείμ Αλεξόπουλου στην  Φωκίδα και του Φιλάρετου Ιωαννίδη στη Σύρο. Κατά τον αποχαιρετισμό από  την Μητρόπολη Κερκύρας του Αθηναγόρα συνέβησαν συγκινητικές  εκδηλώσεις ευγνωμοσύνης του Κερκυραϊκού κλήρου και του λαού για το συντελεσθέν εκεί επί επταετία μεγάλο ποιμαντικό έργο του και επί χρόνια οι Κερκυραίοι τον ενθυμούντο με εόρτια γράμματα στις γιορτές. Τον Οκτώβριο επέστρεψε  στην Αθήνα  προκειμένου να προετοιμάσει την μετάβαση του στην νέα εκκλησιαστική επαρχία του και επεσκέφθηκε τον πρεσβευτή των Η.Π.Α. και την έδρα της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής και την Γεννάδειο Βιβλιοθήκη,  καθώς και το Αμερικανικό Κολλέγιο και τις εν Αθήναις Αντιπροσωπείες των ελληνοαμερικανικών οργανώσεων, όπως ήταν π.χ. η ΑΧΕΠΑ. Επίσης είχε συναντήσεις και συσκέψεις σε Υπουργεία για το «Μεταναστευτικό πρόβλημα» των Ελληνορθοδόξων προς τις Ηνωμένες  Πολιτείες  προς στήριξη  των πολυμελών οικογενειών τους στην πατρίδα κ.ά.  

          Τα περιγραφόμενα γεγονότα απέδειξαν ότι: «Πολλοί είναι οι κλητοί της Ιστορίας, όμως ελάχιστοι παραμένουν  οι εκλεκτοί» (Ματθ. κβ΄14) των οποίων η μνήμη  παραμένει ζωντανή και μετά  μισό  αιώνα από την εκδημία τους , όπως είναι η μνήμη του Αμερικής Αθηναγόρα Σπύρου -Α.Π.

Ο Αμερικής Αθηγαγόρας κατά την επίσκεψή του τον Οκτώβριο του 1930 στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκης συνοδευόμενος από τον Λαυριώτη π. Παύλο.

  1. Πρόκειται για τον από  Δέρκων Πατριάρχη που το 1925  εκθρόνισαν οι Τούρκοι

  μετὰ πατριαρχία 45 ημερών στην Ελλάδα.

      των αποδήμων  με αποστολή στην Αμερική του άλλοτε προέδρου της «Παγκληρικής Ενώσεως»

       μητροπολίτη Κορίνθου Δαμασκηνού Παπανδρέου, ο οποίος όμως για τους λόγους του

       ενδιαφερόταν για την «προεδρική» Μητρόπολη Αθηνών και την γενικήν εκτίμηση που

Loading

ΚΑΤΩ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ. ΣΤΟ ΜΟΥΡΑΓΙΟ , ΚΑΤΙ  ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ …

           Τὸ παλαιὸ Δημαρχεῖο καὶ ἡ παλαιά Ἁγία Τριάδα πρὸ τοῦ πολέμου.  

               Καθημερινά διαπιστώνω την αξία της λαϊκής προγονικής σοφίας για να αντιμετωπίζουμε πρόσωπα, που αντί να προσκλαίουν σε σπήλαιο του Ακράθωνα αναδεικνύονται «κακοί χρεωφειλέτες που πετούν άχυρα» κατά θεσμών και προσώπων κατασκευάζοντας «ομολογιακή φράξια» από ατίθασα περιτρίμματα Μητροπόλεων,   ώστε εμπαθέστατα να : «πετούν μία πέτρα στο γιαλό και χίλιοι γνωστικοί να μην επαρκούν για να τη βρουν και να τη βγάλουν»! Ο Πειραιάς είναι η πόλη της βαπτίσεώς μου και κυρίως των νεανικών   χρόνων μου και ίσως αυτά που θα διηγηθώ να τα θυμούνται και οι επιζώντες φίλοι μου Πειραιώτες που έγιναν αρχιερείς,

     Α΄.   Η μακαρίτισσα η γιαγιά μου ζούσε μετά τον πόλεμο στην Καστέλλα και πήγαινα τακτικά να τη βλέπω από την Αθήνα που τότε ζούσαμε. Εξ άλλου αυτή όταν προπολεμικά ζούσα μαζί της στο Παλαιό Φάληρο με δίδαξε να αγαπώ και να σέβομαι την Εκκλησία μας, οδηγώντας με κοντά στον π. Βασίλειο Ατέση, μετά πρώην μητροπολίτη Λήμνου. Πολλές φορές όμως που πήγαινα να την επισκέπτομαι μου ζητούσε να τη συνοδεύσω στα μαγαζιά του κέντρου του Πειραιά. Η νησιώτικη ευλάβειά της με οδηγούσε να προσκυνήσω και στον πρόχειρο ναό που στήθηκε μέσα στην παλαιά Αγία Τριάδα μετά τον καταστροφικό βομβαρδισμό της τον Ιανουάριο του 1944. Έτσι, μερικές φορές παρακολούθησα στα σκαλιά αυτού του ερειπωμένου τότε ναού ένα κωμικοτραγικό θέαμα. Ένας περίεργος τύπος, που φορούσε μαύρη σταυρωτή μακριά ρεντιγκότα και παπιγιόν ήταν ανεβασμένος στα σκαλιά του ναού και με ύφος μανιασμένου ιεροκήρυκα ανέπτυσσε οργισμένος το πρόγραμμα του και συγχρόνως κατακεραύνωνε τα κακώς κείμενα της τότε δημόσιας ζωής. Ερώτησα ποιος είναι και έμαθα πως ήταν ο αρχηγός των «Κυανοφρόνων» Τηλέμαχος Αρμόνδου Δελαπατρίδης, που σπούδασε Νομικά και Θεολογία και τώρα από το πάθος της δοξομανία περιφερόταν από το Σύνταγμα των Αθηνών μέχρι το περίφημο Ρολόϊ του Πειραιά. Αναζητούσε βήμα για να τον ακούνε καὶ αυτός ήταν τα σκαλιά της επίκεντρης Αγίας Τριάδος για να καυτηριάσει αμαρτίες και αδικίες επί παντός επιστητού. Έμαθα ότι ο τύπος αυτός επί χρόνια καταφερόταν επί δικαίων και αδίκων…. γιατί δεν τον «ψήφισαν το 1927 Πρόεδρο Δημοκρατίας»! Το ακροατήριό του το αποτελούσαν συνήθως διάφοροι περίεργοι περαστικοί που αρέσκονταν να διασκεδάζουν με υπαίθριες γραφικότητες. Μαζί τους όμως ανακατευόταν και η χλευάζουσα αληταρία από τα «χασαπάκια» της παρακείμενης τότε κρεαταγοράς. Όμως ο θυμώδης ρήτορας νόμιζε πως οι συγκεντρωθέντες ήλθαν για να ακούσουν τις καταγγελίες του και παραληρούσε σε υψηλούς τόνους με επιθετική γλώσσα. Ύψωνε τη φωνή του στο κατακόρυφο προκαλώντας μούγκρισμα και σε λίγο τη θορυβώδη καζούρα του ακροατηρίου που κατέληγε σε σφυρίγματα! Τότε ο τιμητής των πάντων γούρλωνε τα μάτια, έτριζε τα δόντια του και με επιτιμητικό ύφος «προφήτη» παρόντες και απόντες τους «αναθεμάτιζε». Σε αντίδραση η συγκεντρωμένη «μαρίδα» τον αποδοκίμαζε, τον γιουχάιζε! Εκείνος αμέσως έπαιρνε απειλητικό ύφος του «μάντη κακών» και τους υποσχόταν τη πίσσα όλων των καζανιών της Κολάσεως! Και όσο αυξανόταν η κλίμακα των απειλών του, τόσο οι «μαουνιέρηδες» που είχαν καταφθάσει από το παρακείμενο λιμάνι για να διασκεδάσουν τον «εξαγρίωναν» για να τον αποτρελάνουν μέχρι που έφθανε η αστυνομία για να διαλύσει την «ομήγυρη» και να επιβάλλει τη τάξη! 

     Δίδαγμα: Αλλοίμονο σε εκείνον που έχασε το μέτρο κρίσεως και τη σεμνή και ισορροπημένη παρουσία. Οι απειλές των «αφορισμών» δεν συγκινούν πλέον κανένα ούτε και προστατεύουν τη σοβαρότητά του! Αυτά σήμερα έχουν αντίθετα αποτελέσματα στο λαό που δεν θα αργήσει να μάθει τα πεπραγμένα του τιμητή και να αξιολογήσει τις τεθλασμένες κινήσεις της σταδιοδρομίας του. Ο φαμφαρονισμός όταν γίνεται χρόνια κατάσταση δεν ελέγχεται, ούτε δαμάζεται! Με διάφορους τρόπους συνεχίζει να εκφράζεται για να προδίδει τα εσώψυχα του φορέα του που να επαναλαμβάνει συνεχώς σφάλματα. Η προώθηση στην ιεραρχία αξιοδάκρυτων δοξομανών «τύπων» διψασμένων για δόξα και πεινασμένων για πλούτο φθείρει ανεπανόρθωτα το κύρος της ποιμαίνουσας Εκκλησίας, όπως διαπιστώνεται από την ανεκκλησίαστη βαπτισμένη νεότητα, που αποτελεί και το μέλλον του πληρώματος της Εκκλησίας και ο εκκλησιασμός κυρίως των υπερήλικων ανδρών και γυναικών!

        Β΄   Όταν πάλι ήμουν φοιτητής και συνήθιζα να πηγαίνω στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Πειραιώς που τότε στεγαζόταν στη δεξιά πλευρά του σπουδαίου Δημοτικού Θεάτρου της πόλεως, διερχόμουν από την προ αυτού πλατεία και αντίκριζα συνήθως άλλον έναν άλλο σαλεμένο. Τον «στρατηγό» Διπλαράκο που πήγαινε και ερχότανε στη πλατεία και έντονα συνέταζε το φανταστικό στράτευμά του με παραγγέλματα που έδιδε προτείνοντας μία δήθεν «στραταρχική ράβδο» περιτυλιγμένη με αλυσίδα! Η μανία του αποτυπωνόταν στο στήθους του. Φορούσε ένα γιλέκο καταστόλιστο από ψευτοπαράσημα, αποδεικτικά της ψυχικής του καταστάσεως. Είχε σ’ αυτό καρφιτσώσει φαντακτερά κουμπιά και μερικά παλιά μετάλλια από τα παλιατζίδικα της πλατεία Ιπποδαμίας! Αυτά του τα κρεμούσαν για να διασκεδάσουν οι φιλοπαίγμονες παλιατζήδες. Φανταζόταν ότι ως «στρατηγός» συγκέντρωνε στη πλατεία το στράτευμά του και του έδινε παραγγέλματα, Η ανεξέλεγκτη λόξα του ήταν βέβαια ακίνδυνη γιατί τη ζούσε στον κόσμο του, όμως δεν ενοχλούσε κανένα και μάλλον προκαλούσε τη συμπάθεια των διερχόμενων και ποτέ την κοροϊδία. Ο Διπλαράκος παρέμεινε στη μνήμη μου ένας που έχασε την ταυτότητα και το μέτρο των λογισμών του γι’ αυτό : αιωνία η μνήμη του.

Δίδαγμα: Η φαντασία ότι κάποιος έγινε «στρατηγός» δεν του εξασφαλίζει σοβαρότητα και εκτίμηση όταν δεν μπορεί να κυβερνήσει τον εαυτό του και τα νεύρα του και «αφορίζει» χωρίς απόφαση της διοικούσης αρχής του και μη αφορισμένους χριστιανούς προκαλώντας τον διεθνή καγχασμό για το ελλαδικό επισκοπάτο. Στη ζωή του δυστυχώς πορεύεται ως ο κακομαθημένος νεανίας που με δικολαβική και εξεζητημένη λογιότητα λοιδορεί τους πάντες.

             Οι συνειρμοί είναι των αναγνωστών μου.

               Ένας παλαιός και πραγματικά άγιος κληρικός, που υπηρέτησε ως θεολόγος στο Πειραιά, χωρίς ποτέ να έγινε θηρευτής της αρχιεροσύνης, δέχθηκε ενώ δίδασκε ένα τηλεφώνημα της Συνόδου πώς εκλέχθηκε μητροπολίτης Κερκύρας! Αυτός ήταν ο μακαριστός Μεθόδιος Κοντοστάντος. Στα γερατειά του ήταν υποχρεωμένος από την εθιμοτυπία στις επίσημες τελετές να φέρει τα παράσημά του. Κάποτε θέλησε να τον πειράξει ο Κίτρους Βαρνάβας, αλλοίμονο, μόνιμος και αυτός θηρευτής παράσημων και τίτλων με στόχο τη διαδοχή στην αρχιεπισκοπή Αθηνών και άρχισε να ερωτά τον Κερκύρας περί της ιστορίας κάθε διακρίσεως. Ανύποπτος ο άγιος γέροντας του εξιστορούσε τα καθέκαστα κάθε διακρίσεως. Αυτό το ζήτησε επίμονα ο Κίτρους και στο τέλος σοβαροφανώς του παρατηρεί ότι κάποιο παράσημο του έλειπε! Ο γέροντας στεναχωρήθηκε και τον ρώτησε ποιο ήταν αυτό το παράσημο; Εκείνος, για να τον αιφνιδιάσει του είπε περιπαικτικά: «Σεβασμιότατε δεν βλέπω να έχετε του Φίξ»! Πρόκειται για το καπάκι των φιαλών του ζύθου Φίξ, που το φορούσαν παλιά τα παιδιά για να κοκορεύονται μεταξύ τους ότι κάτι περισσότερο έχουν από τους άλλους! Ο πραγματικά άγιος Κερκύρας δεν ήξερε ποιο ήταν αυτό και η συζήτηση έληξε!

       Γι’ αυτό δεν υπάρχει δίδαγμα! Υπάρχει  μόνον «κριτήριον θέσπισμα» γιὰ τούς πιστεύοντες στὸν Ἰησοῦν Χριστόν: «Όσοι έλαβαν μὲ πανούργους συνδυασμούς καὶ επίορκους λογισμούς «Ωμοφόρια» ἀπὸ τὸ Οικουμενικό Πατριαρχείο καὶ έμπρακτα εξαπάτησαν τούς δύσαντες «τας κανονικάς ψήφους» τους κατά τὴν «Ἑσχάτην Ἡμέραν» αὐτὸ τὸ «Ωμοφόριο» τους εἶναι ὁ «βρόγχος τοῦ  αἰώνιου κολασμοῦ τους» γιὰ τὴν δίκαιη τιμωρία τους καὶ τότε θὰ ξεκαρδιστοῦν οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες κολασμένοι!     Α.Π.

Loading

ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΤΙΜΗ

Ἡ Α.Θ.Π, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἀπένειμε στῖς 25 Νοεμβρίου 2021 στὸ Μέγαρο Μουσικῆς Ἀθηνῶν τὸν δίκαιον ἒπαινον στὸν πρεσβυγενὴ καὶ  πολιόν Ἂρχοντα  καθηγητή Ἀριστείδη  Πανώτη γιὰ τὸ ἐπί  ἒτη προσφερθέν ἱστορικόν ἒργον του στὴν ὑπεράσπιση τῶν δικαίων τῆς Μητρός Ἐκκλησίας διά συγγραφῶν παρουσία τῆς Ἐξοχότατης  Προέδρου τῆς Δημοκρατίας κ. Αἰκατερίνης Σακκελαροπούλου καὶ τοῦ πρωθυπουργοῦ Κυριάκου Μητσοτάκη , Ἱεραρχῶν, Ὑπουργῶν, Ἀκαδημαϊκῶν διδασκάλων,  κλήρου καὶ λαοῦ.

Ο πρόεδρος της αδελφότητος κ. Αθανάσιος Μαρτίνος Διοικητής του Αγίου Όρους επισκέφτηκε κατ΄οίκον και του επέδωσε τη πλακέτα διακρίσεως και το κειμένο του πατριαρχικοῦ πιττακίου

Ἡ προσφερθεῖσα πλακέτα  διακρίσεως ἀναφέρει τὰ ἀκόλουθα: 

                                      Ἡ   Ἀδελφότης Ὀφφικιαλίων

                                       τοῡ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου

                                      «Παναγία ἡ Παμμακάριστος»

                                           εὐγνωμονεῖ  καὶ τιμᾶ

                                 τὸν Ἐντιμολογιώτατον Ἂρχοντα

                                          Μέγα Ἱερομνήμονα

                                    κ.  Ἀριστείδην  Πανώτην

                                      διὰ τὴν μακροχρόνιον

                                καὶ πολύτιμον προσφοράν του

                                 εἰς τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν

                                        24 Νοεμβρίου 2021

 Ἡ εὐπρεπής καὶ εὒχαρις αὐτὴ πλακέτα συνοδευόταν διὰ κειμένου πατριαρχικοῦ πιττακίου στὸν τιμώμενον. ποὺ λέγει τὰ ἀκόλουθα:

Loading

Ιστορία Εγκυκλοπαιδείας

Ευχές και ευλογίες των Αντιπροσωπειών των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών
που συνήλθαν στην Α΄ Πανορθοδόξη Διάσκεψης στη Ρόδο το 1961 για
την ολοκλήρωση της «Θρησκευτικής και Ηθικής Εγκυκλοπαιδείας».

  Η   ΙΣΤΟΡΙΑ   ΤΗΣ  ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ  ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑΣ  

          

Για να ποτιστεί το θρησκευτικό ένστικτο  στις  νεότερες γενεές  και να βλαστήσει  η  κληρονομιά  της ευσεβείας μας  χρειαζόταν  συγκέντρωση του πλούτου και του ευρους της θρησκευτικής  Γραμμτείας  όλων των  επί μέρους κλάδων   των Εκκλησιαστικών επιστημών. Ο πολύτιμος αυτός θησαυρός  δεν περιορίζεται χρονικά και τοπικά, αλλά  αποτελεί  πηγή ιερής  εμπνεύσεως για όσους γνωρίζουν  στην καθολικότητα  του θρησκευτικού φαινομένου   ώστε  να «θεραπεύονται» οι  ασθενείς γνώσεις και να αναπληρώνονται τα Άνωθεν ελλείποντα» από «φιλογενείς» δάσκαλους  και φιλίστορες συγγραφείς  που αναλαμβάνουν υπεύθυνα  να παρουσιάσουν σε συνοπτικά άρθρα το απόσταγμα της μελέτης και των ερευνών τους  προκειμένου  να στηριχθοῦν οι λειτουργούς του θυσιαστηρίου και οι διδάσκαλοι της έδρας  στην βίωση της  ορθοδόξου Πίστεως και στην προσέγγιση της αξίας  της Παραδόσεως για τὸν  σωστό  προσανατολισμό της εκκλησιαστικής ζωής του Κλήρου και του Λαού.

Το 1882 είχε έπιστρέψει στην Πετρούπολη από την Αμερική ο μάγιστρος της Θεολογίας  Αλέξανδρος Π. Λοπούχιν (1852-1904), που εξελέγη αργότερα και καθηγητής των Κοινωνιολογικών μαθημάτων στην περίφημη εκεί Θεολογική Ακαδημία της Πετρουπόλεως και  ἦταν θεολόγος με ιεραποστολικὰ ἐνδιαφέροντα καὶ ζήλο  για την Ορθοδοξία, όπως φαίνεται από τις μελέτες του και τη δημοσιογραφική δράσι του. Τότε ζούσε  στην Αγία Πετρούπολη  και ο πρωθιερέας Λεωνίδας Πετρώφ (1830-1915) θεολόγος της πνευματικής αριστοκρατίας  της τότε  παλαιάς και ευσεβούς κοινωνίας  και φιλότιμος συγγραφέας πολλών πνευματικών, ιστορικών και λειτουργικών βιβλίων. Αυτός  ιδιαίτερα καταγινόταν με την σύνταξη έργων με  λεξικογραφικό χαρακτήρα , όπως ήταν ο «Βιβλικός Άτλας» και  ο «Ιστορικοεκκλησιαστικός Άτλαντας», καθώς  και  η  «Εγκυκλοπαιδεία των προσκυνημάτων της Πετρουπόλεως» κ.λπ. Μάλιστα  το 1889 κυκλοφόρησε  και  σ’ένα τόμο το «Σπραβότσνυ Μπογκοσλόφσκυ Τσερκοβνοϊστοριτσέσκυ Σλοβάρ», δηλαδή το «Εγκυκλοπαιδικόν θεολογικόν λεξικόν της Εκκλ. Ιστορίας» (σελ. 294) σε δίστηλο κείμενο, χωρίς εικόνες. το οποίο  περιείχε και  σύντομη ανάλυση διαλεγμένων λημμάτων από  τους τέσσερεις κλάδους της Θεολογίας. 1  Το 1892 ανέλαβε  την διεύθυνση  περιοδικών με μεγάλη κυκλοφορία και ασκούσε μεγάλη επίδραση στο θρησκευόμενο κοινό,  όπως ήταν  ο   «Εκκλ. Αγγελιαφόρος» και   το «Χριστιανικόν  Ανάγνωσμα» και για την σύνταξή τους συνεργαζόταν στενά με κληρικούς και λαϊκούς  παράγοντες  « πασών των Ρωσιών» και  γόνιμα με τους επιστημονικούς κύκλους των Θεολογικών Ακαδημιών  Κιέβου, Μόσχας, Πετρουπόλεως και Καζάν.2  Ο καθηγητής Αλέξανδρος Λοπούχιν είχε  άριστες  σχέσεις του με τον πρωθιερέα Β. Γκρεγκούλιεμπιτς που ήταν  ιδρυτής του μηνιαίου πνευματικού περιοδικού «Στράνικ» Ταξιδιώτης») που είχε μεγάλη έπιτυχία στην κοινή γνώμη και του έδωσε την οικονομική δυνατότητα να εκδώση σαν παράρτημα του περιοδικού αυτού και με την επιστημονική συνδρομή όλων των φίλων του, την «Πραβοσλάβναϊα Μπογκοσλόφσκαϊα Εντσικλοπέντιϊα», δηλαδή την «Ορθόδοξη Θεολογική Εγκυκλοπαιδεία» ποὺ  κυκλοφόρησε μόνον σε δώδεκα τόμους (1900-1911) και περιέλαβε   περισπούδαστα άρθρα από όλους  τους κλάδους της Θεολογίας, αλλά και κείμενα  της  εκκλησιαστικής επικαιρότητος με βιβλιογραφίες, στατιστικές, χάρτες και εικόνες των συγχρόνων ιεραρχών και των πνευματικῶν καθιδρυμάτων στη  Ρωσία.  Οι συντάκτες αυτών των  άρθρων είναι  κληρικοί  και  θεολόγοι με ακαδημαϊκούς και μη τίτλους, αλλά πάντα με την έγκυρη επιστημονική γνώση και δραστηριότητα,  όπως  ἦταν οι πρωθιερείς Νικ. Ελεόνσκυ, Θεόδ. Τιτώφ και οι καθηγητές Ιβάν. Σοκόλωφ, Αλ. Σαντώφ, Ν. Ποκρόφσκυ, Παύλος Πονομάρεφ, Αθ. Μπουλγκακώφ, Βλαδ. Κερένσκυ, Σεργ. Γκλαγκόλεφ, Ν. Ζαοζέρσκυ και ο Αλέξ. Ουσπένσκυ κ.α. Δυστυχώς όμως η ψυχή της αυτής της  εκδόσεως ήταν ο Λοπούχιν που πρόωρα άπεβίωσε στις 22 Αύγούστου 1904. Τότε  ο  καθηγητής Ιβάν Ιβάνοβιτς  Σοκόλοφ  εξέδωσε  στην Πετρούπολη το 1904 ένα σημαντικό  ερευνητικό  σύγγραμμα  του    την  «Ιστορίας της Εκκλησίας Κων/πόλεως τον 19ον αιώνα» που προξένησε μεγάλη ἐκτύπωση στον εκεί θεολογικό κόσμο γιατὶ απαντούσε στην τότε ανάγκη ανασυστάσεως της πατριαρχίας «πασών των Ρωσιών»  που έμμεσα κατήργησε ο Μέγας Πέτρος για να καταστήσει την εκεί  Εκκλησία μιά  άφωνη κρατική υπηρεσία Προτεσταντικού χαρακτήρα.  Στην εργασία αυτή  εξαίρει και την κανονική  ευθύνη του Οικουμενικού Πατριάρχη  μέσα στην Ορθοδοξία και αποστομώνει τους υμνητές του «εθνικιστικού  κρατισμού» που κατήντησαν την Εκκλησίας «εργαλείο» στὰ χέρια του Κράτους γιατί έγραψε: «Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως είναι ο αρχιεπίσκοπος  της πόλεως που διαχρονικά καταστάθηκε  στην Ιστορία κέντρον της συνοδικής  εκκλησιαστικής δραστηριότητος και  εστία υψηλού πολιτισμού γι’ αυτό και  πρέπει να διατηρήσει τα ίδια  ακριβώς δίκαια και υποχρεώσεις τα οποῑα δυνάμει  των εκκλησιαστικών κανόνων του ανήκουν και εκ παλαιού και ἱστορικά βεβαιώθηκαν».   Οἱ σκέψεις αὐτές  εκτιμήθηκαν από τον μεγάλο πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ και του απένειμε το 1906 το οφφίκιο του Μεγάλου Ιερομνήμονα και το 1917 ο Σοκόλοφ εξελίχθηκε σε σπουδαῖο εκκλησιαστικὸ παράγοντα για την ανασύσταση της πατριαρχίας στη Ρωσία.

Για να  συνεχιστεί  η έκδοση τῆς  «Ορθοδόξου Θεολογικής Εγκυκλοπαιδείας»  μετὰ τὴν ἐκδημία τοῦ μακαριστοῦ Α. Λοπούχιν ανατέθηκε η αρχισυντάξία της στον καθηγητή Νικολάϊ  Γκλουμποκόφσκυ (1867-1937) της Ακαδημίας της Πετρουπόλεως. Αὐτὸς  ἠταν  ένα θεολόγος  συντηρητικών  αρχών και   επιδίωξε να ανεβάσει το έπιστημονικό επιπέδο των άρθρων με την συμμετοχή έγκριτων και δόκιμων θεολόγων  της εποχής του,  κατά τα πρότυπα των ετεροδόξων σχετικῶν έργων  προσθέτωντας και την  βιβλιογραφία. Όμως ενώ  την έν Ρωσία Εκκλησίας διευθυνόταν  από το 1720  από μία «Αριστίνδην» Συνόδου τσαρικῆς επιλογῆς με τον λαϊκό «Αυτοκρατορικό Επίτροπο» τότε Κ.Π. Ποπεδονόστεφ οι ανατρεπτικές ιδέες  και η κοινωνικὴ  κακοδαιμονία είχαν πάρει τεράστια  επαναστατική έκταση στη Ρωσία. από τα λάθη της κοσμικής εξουσίας που φορτώθηκαν και στην «Αυτοκρατορική Εκκλησία» για να γνωρίσει  τον άγριον   αθεϊστικόν  διωγμόν μέχρι το 1943, για να δεχθεί πάλι τα  δεσμά του απόλυτου ελέγχου ἀπό  το σοβιετικό καθεστώς διά  του «Ιστορικού  Συμβιβασμού». Αυτό το καθεστώς  «εν ετέρα μορφή» και μετά  την Περεστρόϊκα  εξουσιάζει  πάλιν την εν Ρωσία Ἐκκλησία.   Πρόσφατη απόδειξη  είναι το σκότος της  «ακοινωνησίας» του 2018  για το «Ουκρανικό» στο Μίνσκ της Λευκορωσίας.  Το σκότος αυτό χρεώθηκε στον πεφυσιομένο «αυτόχειρα» Βλαντίμιρο Γκουντιάγιεφ και στην  βλάσφημη    συνοδεία του, μήπως τροχοπεδήσουν εκεί  και  αλλού τις εξελίξεις και ο μύθος του «Πανρωσικού Γολιάθ» καταρρεύσει.

Το 1911 η σφοδρή αντιπαράταξη  των φιλοπατριαρχικών και των φιλοκρατιστών  μεταφερθηκε και στην έκδοση της  «Πραβοσλάβναϊα Μπογκοσλόφσκαϊα Εντσικλοπέντιϊα» και η έκδοση σταμάτησε  στον δωδέκατον τόμο και μάλιστα  στο λήμμα « Κωνσταντινούπολη»! Όμως ο  Γκλουμποκόφσκυ δεν  παρέδωσε την  προεργασία του στην άτεγκτη τσαρική λογοκρισία καῖ μόνος  προχώρισε στην έκδοση του ἐπίτομου «Πόλνυ Πραβοσλάβνυ Μπογκοσλόφσκυ Εντσικλοπεδίτσεσκυ Σλοβάρ», δηλαδή του «Πλήρους Όρθόδοξον Θεολογικόν Εγκυκλοπαιδικού Λεξικού» σε δύο τόμους μεταξύ  του  1914-1917  σε  δίστηλο κείμενο από  2464 σελίδες χωρίς βέβαια εικόνες. Αυτό έρχεται κάπως να γεφυρώσει το δημιουργηθέν κενό  τῆς μεγάλης ἐκδόσεως και  ο υπεύθυνοςε συντάκτης του καταδιώχθηκε και κατέφυγε ως πρόσφυγας στη Βουλγαρία, όπου  το 1923 εξελέγη πάλι  καθηγητής  στην Θεολογική Σχολή της Σόφιας.

Από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μια νέα περίοδος σχέσεων και αμοιβαίου σεβασμού ανοίγεται μεταξύ των Ορθοδόξων και τῶν Αγγλικανών.   Εξέχουσες προσωπικότητες της Αγγλίας ιδρύουν το 1914 τον «Σύνδεσμο των Εκκλησιών Αγγλικανικής και Ανατολικής» και 1919 πολλοί Αγγλικανοί κληρικοί επισκέπτονται  τις Ορθόδοξες Εκκλησίες ιδίως επί της πατριαρχίας του Μελετίου Δ  όταν   αναγνωρίζεται το κύρος των αγγλικανικών χειροτονιών, ως προερχόμενον από κανονικήν διαδοχή εκ της Πρεσβυτέρας Ρώμης. Το 1922 συνιστάται με εδρα το Λονδίνο  η  Μητρόπολη  Θυατείρων και Μεγάλης Βρεταννίας με  πρώτον ιεράρχη τον Γερμανόν Στρινόπουλον πρώην Σχολάρχη της Θεολογικής Σχολής Χάλκης.  Με την υπόδειξη  του Α. Bontwood, το 1919, ο διδάκτωρ της Θεολογίας  James Langford άρχισε τη σύνταξη ενός μικρού λεξικού θεολογικών όρων, το «Dictionary of the Eastern Orthodox»,  από XIV-144 σελίδες,  που το συμπλήρωσαν και ο λόρδος Abbod Pershore και ο πρεσβύτερος J. A. Douglas ως  μελετητές  της Ορθοδοξίας με σοφές προσθήκες  και το  βιβλίο τυπώθηκε τον Αύγουστο του 1923 από τον οργανισμό «The Faith Press» και κυκλοφόρησε  με πρόλογο του Ιωάννου Γενναδίου. 3

Την 1η  Μαρτίου  του 1926  ο Παύλος Δρανδάκης συνιστά   την  «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» του «Πυρσού», κατά το πρότυπο της αγγλόφωνης Έγκυκλοπαίδειας «Βritannica» Αυτό  κυκλοφόρησε μέσα σε οκτώ χρόνια σε 24 τόμους (1926-1934), με κείμενο 23. 000 σελίδων,   και  βασικός συγγραφέας των ἐκκλησιαστικών θεμάτων ἠταν  ο Άθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, καθώς και θεολόγοι συνάδελφοι και μαθητές του. Το 1928, ο αντισυνταγματάρχης Γ. Ι. Σώχος είχε την πρωτοβουλία της εκδόσεως της «Μεγάλης  Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαιδείας», ποὺ οικονομικά ικανοποίησε τον εκδότη του και  γι’ αυτό σκέφτηκε να ἐπεκταθεῖ  και στο θρησκευόμενο κοινό. Αρχικά  ζήτησε τη συνεργασία των πανεπιστημιακών της θεολογικής Σχολἠς Αθηνών ,χωρίς όμως να επιτύχει ανταπόκριση καὶ τότε στράφηκε στον δημοσιογραφικό χώρο και συνεργάστηκε τον φιλόλογο και δημοσιογράφο Ιωάννη Δημάρατο, ο οποίος καλεσε κοντά του νέους θεολόγους με ακαδημαϊκές προοπτικές,  όπως ήταν οι:  Δ. Μωραΐτης, Ι. Καρμίρης, Κ. Μπόνης, Γερ. Κονιδάρης, Β. Ιωαννίδης, Ν. Καψής, Ε. Καρπαθίου, Ι. Δ. Φραγκούλα κ. α., και συνέγραψαν άρθρα που κυκλοφόρησαν ως περιοδική έκδοση σε φυλλάδια από το 1936 την «Θρησκευτική και Χριστιανική Εγκυκλοπαιδεία» που έφθασε μέχρι τον Γ¨ τόμο της όταν  διακόπηκε η έκδοση κατὰ τὸν ελληνοϊταλικό  πόλεμο του 1940  και κατά την  κατοχή απεβίωσε  ο  εκδότης της  Γ. Ι. Σώχος. Έτσι  το έργο έμεινε ημιτελές  και με πολλές  ελλείψεις σε λήμματα, χωρίς  πνευματικὴ πνοή και γραμμή στοχασμοῦ εκκλησιαστικού φρονήματος,  παρ’ ότι παρουσιάζει και περισπούδαστα άρθρα, που και σήμερα έχουν την επικαιρότητά τους.

Το 1948 ο φιλόλογος και δόκιμος συντάκτης της «Καθημερινής» Αθανάσιος Μαρτίνος   θέλησε να επαναλάβει την πρωτοβουλία του  1936 του Σώχου και ήλθε σε επαφή με τον τότε μεγαλεπίβολο Αθηνών Δαμασκηνό.  Του εξέθεσε την μεταπολεμικὴ    διασπορά των λεγόμενων «προδευτικών» ιδεών και την ἀνάγκη  ο ελληνικός λαός  με σοβαρή έκδοση να αποκτήσει πληροφόρηση για την πίστη τοῦ Γένους και την κληρονομία του θησαυρού  της Ορθοδοξία. Ο Δαμασκηνός ενθουσιάστηκε και υποσχέθηκε την συμπαράσταση της Εκκλησίας,  αιφνήδια όμως  απεβίωσε στις 20 Μαΐου 1949 σε ηλικία 59 χρόνων και ο διάδοχός του Αθηνών  Σπυρίδων τότε αντιμετώπιζε τὸ «Κυπριακό ζήτημα». Το 1954 ο νεοσύστατος  εκδοτικός οίκος η «Άμπελος»  κυκλοφόρησε  λίγα φυλλάδια την «Μεγάλη Εγκυκλοπαιδεία του Χριστιανισμού» μὲ υπεύθυνο τον θεολόγος Δαμιανό Στρουμπούλη. Ήταν μία έκδοση  εκλαϊκευμένης μορφής  και μετά από λίγα φυλλάδια διέκοψε την έκδοση  μάλλον  για οικονομικούς λόγους.  Περί  το  τέλος  της στρατιωτικής θητείας μου το 1959 με  κάλεσε ο Αθηνών Θεόκλητος  Β΄. σκεπτόταν   την ανακαίνιση του αρχιεπισκοπικού οίκου του καὶ σε δωμάτιο  του εισογείου του είχε διασωθεί  η βιβλιοθήκη του Αθηνών Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου  και έπρεπε να μετακινηθεί. Τότε με την μεσολάβηση του συμφοιτητή μου Πρωτοσυγκέλλου του Θεόκλητου  Ἀβραντινή  ανέλαβα  την  καταγραφή και  την ασφαλή διαφύλαξή της καὶ ασχολήθηκα με σύνταξη οργανώσεώς της κατά τὴν σύγχρονη   Βιβλιοθηκονομίας για την  μελλοντική χρήση της που ευαρέστησε μεγάλως τον Μακαριώτατον, ο οποίος   και  με  συνέστησε  στον τότε υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων καθηγητή  Γρηγόριο Κασιμάτη ως γνώστη των εκκλησιαστικών ζητημάτων με διετείς μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι.  Ο κ. υπουργός  με κάλεσε  πλησίον του και σε λίγο  ορκίστηκα  μέσα στο Υπουργείο της  οδού  Ευαγγελιστρίας ως εκπαιδευτικὸς λειτουργός με ἀπόσπαση στο υπουργικό του γραφείο για τα εκκλησιαστικά. Τότε εγνώρισα τὸν δημοσιογράφο  κ. Αθανάσιον Μαρτίνον. 4  που συνέστησε  τις «Εκδόσεις Α Ω» στην οδό Πεσμαζόγλου 1  που ήθελε  να εκδόσει σε δώδεκα ογκώδεις τόμους την «Θρησκευτική και Ηθική  Εγκυκλοπαιδεία». στο σχήμα του  «Εγκυκλοπαιδικού  Λεξικού  του Ελευθερουδάκη» (1927-1932).  Προσπάθησα με έμμεσο τρόπο να καταλάβω τις σκέψεις του γιά την έκδοση  και  τις οικονομικές δυνατότητες που υπήρχαν και κατά τις συνομιλίες διεπίστωσα ότι είχα κάποια μακρυνή συγγένεια με την μητέρα του η εκ πατρός καταγωγή μου εκ της  Τριφυλλίας και  έτσι ανέλαβα να τον βοηθήσω καὶ  μεθοδικά ξεκίνησα το  καταρτισμό του λημματολόγιου και των κανόνων ὑλης, γλώσσης,  παραπομπών,  η βασική  βιβλιογραφία και οι  προτάσεις  περί των συνεργατών.   Για την συγκέντρωση της  ύλης ήταν καταλληλος ο  σεμνός θεολόγος και έμπειρος δημοσιογράφος Βασίλης Μουστάκης, γνωστὀς μου ἀπὸ την «Κιβωτόν».  Η ταπεινότητά μου λόγω της τότε δημοσίας θέσεώς μου ανέλαβε τα καθήκοντα του αρχισυντάκτη με πολλαπλή  άλλη διακονί   Άρχικά καλλιτεχνικός σύμβουλος ήταν ο Φώτης Κόντογλους, που σχεδίασε καὶ τὸν «υπτάμενον Αγγελον» ως έμβλημα της εκδόσεως άλλά  μετὰ μου συνέστησε τον μαθητήν του Ράλλη Κοψίδη που έγινε και δικός μου φίλος και παντοιοτρόπως το  στήριξα στο Φανάρι.   Το 1963 Πατριαρχείο της Μόσχας συνεκρότησε ειδική Επιτροπή υπό την προεδρία του τότε αρχιεπισκόπου Τάλιν Αλεξίου , μετά Πατριάρχη, για την αποστολήν στην Θ.Η.Ε. άρθρων αφορόντων την  θεολογική και  εκκλησιαστική ζωή στην Ρωσία και είχε επαφή μαζί μου.

Η περίοδος προετοιμασίας του έργου συνέπεσε με την εκδημία του Αθηνών Θεοκλήτου Β΄ με την εν Αθήναις βαθύτατη «αρχιεπισκοπική κρίση» του 1962 που συνετάραξε την Ελλαδική Εκκλησία. Έτσι  η Θ.Η.Ε από τον πρώτο τόμο η  παρουσία της θέλησε να στηρίξει την Εκκλησία μαςμιά που  Λίγους μήνες πριν   πραγματοποιήθηκε  από  την 21ην   Σεπτεμβρίου  μέχρι την 1ην Οκτωβρίου 1961  στην Ρόδο η   Α΄   Πανορθόδοξη Διάσκεψη που έκανε  απτή την ενότητα της  Ορθοδόξου Εκκλησίας μας αλλά και μεγάλη προοπτική ζωπυρώσεως  της αναγενήσεώς της  και  της μαρτυρίας της στον κόσμο. Την σπουδαιότατη αυτή σύναξη  παρηκολούθησα προσωπικά και ακόμη επιμελήθηκα την έκδοση των Πρακτικών της «ἐκ του Οικουμενικού Πατριαρχείου», ενώ εκτυπώθηκε εν Αθήναις στο «Ἐθνικό Τυπογραφείο» της οδού Καποδιστρίου 17.  Επειδή ο «Πρώτος»   της Μεγάλης Εκκλησίας κατά το κανονικό προνόμιον της ευθύνης του  άνοιξε την οδόν  των Πανορθοδόξων Διασκέψεων  η  Θ.Η.Ε κατέστεψε τον πρώτον τόμο της  : «Στην σεπτήν κορυφήν της Ορθοδοξίας, τον Οικουμενικόν Πατριάρχη Αθηναγόρα σεβασμού και ευλαβείας ένεκεν» και θα συνεχίσει τὴν αφιέρωση των λοιπών τόμων του στους «Πρώτους» των τριών παλαίφατων  Πατριαρχείων  και μετά  κατά το «Συνταγμάτιο τῶν Διπτύχων»  στους «Πρώτους» των  κανονικών  Ορθοδὀξων  Εκκλησιών. Από  εμφάνισή της η Θ.Η.Ε. δέχθηκε  τα  συγχαρητήρια των Εκκλησιαστικών περιοδικών και εφημερίδων : «Απόστολος Ανδρεας», «Πάνταινος», «Εκκλησία», «Irénikon», «EvangelischeWelt», «Proche-OrientChrétien» «Ανάπλασις», «Ενορία», ΔελτίονΕλλ. Θεολόγων. κ.α.  Οταν η έκδοση ολοκληρώθηκε το 1968 δέχθηκε καὶ το «Αριστείον» της Ακαδημίας Αθηνών,  καθώς και την  τιμητική  σύσταση του Ελληνικού κράτους (Εγκύκλιοςυπ’ αρ. 1273/4-7-64) για τον πλουτισμό των Σχολικών βιβλιοθηκών. Το 1964  θεώρησα καθήκον να εκδόσω το  περιοδικό: «Ορθόδοξη Παρουσία», θεωρούμενο  ισάξιο των ευρωπαικών θεολογικών περιοδικών με τους συνεργάτες μου εκ  της Θ.Η.Ε., και  συνέχισα την κυκλοφορία του  επί διετία προσφέροντας περισπούδαστα αρθρα και χρονικά στην Εκκλησιαστική Ιστορία.    Αυτά ενόχλησαν τὴν  λογοκρισία της Επταετίας τοῦ 1967 και καθ’ ὑπόδειξη τῶν συντακτών του τότε με το Ν.Δ. 126/1969 νέου Καταστατικού Χάρτη   της ενταύθα Ἐκκλησίας ἐπειδή ὑπέδειξα πως είναι αντιγραφή εκείνου  που επέβαλε στην Ἐκκλησία της Ρουμανίας το εκεί επικρατούν σοβιετικό καθεστώς και ότι αυτό καταπατεί «την Πατριαρχική Πράξη του 1928», σταμάτισα την έκδοσή του   λόγο της σχέσεώς μου με το Φανάρι και προτίμησα το: «Σιωπής τιμάστω» !

  1. Το 1895 ο Léon Clugnet, με τον εκδότηA. Picard, τυπώνει στο Παρίσι το Dictionnaire grec-français des noms liturgiques en usage dans l’Église Grecque(σ. Χ-196, σχήμα8ον), που μπορεί να χαρακτηρισθεί μάλλον σαν γλωσσάριο παρά σαν λεξικό. Μετά τον πρόλογο, παραθέτει τα λειτουργικά βιβλία, από τα οποία πήρε το υλικό του και με αλφαβητικό τρόπο ερμηνεύει τις ελληνικές λέξεις δίνοντας τις αντίστοιχες λατινικές λειτουργικές έννοιες.
  2. 2. Περί της  επιστημονικής δραστηριότητος των Θεολογικών Ακαδημιών της Ρωσίας,  βλέπε ΘΗΕ. Α , σ. 1144-1145. όπου και η βιβλιογραφία.
  3. 3. Πρόκειται περί του ιδρυτή της Γενναδείου Βιβλιοθήκης των Αθηνών και γνωστό λόγιο και βιβλιόφιλο, που πρωτοστατούσε σε πολλές εκδόσεις, και μάλιστα αυτό ειναι αφιερωμένο στον περίφημο Σέρβο μητροπολίτη Αχρίδος Νικόλαο Βελιμίροβιτς, ο οποίος  διεκρίθηκε μετά  στην «Διορθόδοξη Διάσκεψη» στην μονή Βαταπεδίου  του Αγίου Όρους (1930) και σύντομα αναλύει λήμματα από την Ιστορία, τη Λειτουργική, την Αγιολογία, επισυνάπτοντας εορτολόγιο και βιβλιογραφία.
  4. Θ.Η.Ε Μαρτίνος τ. 8  σ. 783-5.

Loading

ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟ ΝΙΚΟ ΜΑΓΓΙΝΑ

«ΚΕΡΑΥΝΟΣ ΕΝ ΚΟΡΩΝΟΪΩ» 
Αριστείδης Πανώτης

Από την παρουσίαση του "Συνοδικού" του Αριστείδη Πανώτη στο Φανάρι (2009) Φωτογραφία: Νίκος Μαγγίνας

Άρχων Μ. Ιερομνήμων της Μ.τ.Χ.Ε.
Ισχυρότατη και αιφνιδιαστική είδηση με κεραυνοβόλησε και με άφησε εμβρόντητο. H εκδημία του αγαπημένου μου Νίκου Μαγγίνα, μετά από μακρά και στενή φιλία δασκάλου και μαθητή μισού και πλέον αιώνος.
Η τελευταία συνάντησή μας τον περασμένο Σεπτέμβριο στην βεράντα του σπιτιού μου, λόγω της πολύμηνης απομονώσεως μου εκ της πανδημίας, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Ήλθε με τα εόρτια «μαντέμια» του από την «Πόλη», όπως πάντα έπραττε ευγνωμόνως για τις συστάσεις μου περί της αγνότητος, της φιλοτιμίας και της ανιδιοτελούς προσφοράς του στον εκκλησιαστικό χώρο. Ήθελε να με συμβουλευτεί για την ετοιμαζόμενη έκδοση ιστορικών φωτογραφιών του, όπως είχα πράξει και εγώ προ ετών στους «Ειρηνοποιούς» μου. 
Μιλήσαμε επί μακρόν και αναφέρθηκα στις προσπάθειές μου για την διάσωση του πλήθους των ιστορικών φιλμς και φωτογραφιών που αποτελούν πολύτιμες ιστορικές μαρτυρίες που πρέπει να μην έχουν την τύχη των προ ημών. Δυστυχώς όλα αρπάζονται από τους «εντυγχάνοντες» και χάνονται. Του είπα τι μου έλεγε ο πατριάρχης Αθηναγόρας και η μακρά πείρα μου και τι σκέπτομαι και γι’ αυτό αγωνιώ. Συμφώνησε απόλυτα γιατί μόνον ο «δάσκαλος» ξέρει την ιστορική αξία των φωτογραφιών για τα εκκλησιαστικά πρόσωπα και γεγονότα του αιώνα μας. Η τάξη του αρχείου αυτού εξασφαλίζεται όταν δοθεί σε κάποιο ειδικό ίδρυμα "Ερευνών" και όχι σε αναρμόδια πρόσωπα συλλεκτών και συλλόγων. Είπαμε πολλά και ενδιαφέροντα και στο τέλος με φωτογράφησε, όπως πάντα για να με δει ο Πατριάρχης, που συνδέεται «εκ νεότητός του» μαζί μου. Έτσι περατώθηκε η τελευταία μας συνάντηση.
Καλό ταξίδι αγαπημένε μας Νικολάκη.
Όπως σε αγκαλιάσαμε εγώ και η οικογένειά μου να βρίσκεσαι πλέον στους κόλπους Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ στην Βασιλεία του Θεού.

Loading

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΗΣ ΚΑΡΑΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ

Στο περίφημο βιβλίο του θεολόγου Αριστείδη Γ. Πανώτη Ειρηνοποιοί, Παύλος ΣΤ' – Αθηναγόρας Α' (Ίδρυμα Ευρώπης ΔΡΑΓΑΝ, Αθήναι 1971) διαβάζουμε τα εξής πολύ ενδιαφέροντα σχετικά με την επανακομιδή της Τιμίας Κάρας του Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου από την Ρώμη στην Πάτρα στις 26 Σεπτεμβρίου 1964, δηλ. σαν σήμερα πριν από 55 χρόνια:

Δύο Έλληνες πρωτοπόροι της επαναπροσεγγίσεως των δύο Εκκλησιών. Ο Ρωμαιοκαθολικός ιερομόναχος και Αυγουστινιανός Βυζαντινολόγος π. Γρηγόριος Νόβακ και ο Ορθόδοξος θεολόγος Αριστείδης Πανώτης, καθηγητής, που υπηρετούσε από το 1962 στο γραφείο του τότε υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων Γρηγόρη Κασιμάτη.

“Η ιστορία της επιστροφής της κάρας του Αγίου Ανδρέα άρχισε τον Φεβρουάριο του 1963 σε μια συνάντηση Ορθοδόξων και Καθολικών στην Αθήνα. Γίνονται οι σχετικές εισηγήσεις στη Ρώμη, με θετικά αποτελέσματα. Υποδεικνύεται στον Μητροπολίτη Πατρών Κωνσταντίνο, από τον γράφοντα, ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσει το διάβημά του. Συντάσσεται το κείμενο και αποστέλλεται. Η απάντηση είναι αρίστη. Στα μέσα Μαϊου έρχεται στην Πάτρα ο Ιω. Βίλλεμπρανς, για μυστικές συνεννοήσεις με τον Μητροπολίτη Κωνσταντίνο, ο οποίος και γράφει προσωπικό γράμμα στον Πάπα Παύλο ΣΤ'. Ο Πάπας Παύλος ΣΤ' απαντά καταφατικά στο αίτημα. Θέλει όμως να επιστραφεί η Κάρα “με νέα λειψανοθήκη ανταξία του περιεχομένου της”, που τα έξοδά της θα κατέβαλε ο ίδιος, γιατί η αρχική λειψανοθήκη, με την οποία ο Θωμάς Παλαιολόγος την παρέδωσε στον Πάπα Πίο Β' το 1462, είχε αντικατασταθεί με νεωτέρα και είχαν χαθεί τα ίχνη της παλαιάς σε κάποιο Σκευοφυλάκιο. Ζητούνται σχέδια λειψανοθήκης, ορθοδόξου τεχνοτροπίας, από την Αθήνα, αλλά παράλληλα γίνονται και έρευνες για την ανακάλυψη της αρχικής λειψανοθήκης. Ανακαλύπτεται. Ήταν στο μουσείο της πατρίδος του Πάπα Πίου Β'. Είναι χρυσή και η επιστημονική εξέτασή της από διαπρεπείς αρχαιολόγους και βυζαντινολόγους αποδεικνύει ότι είναι σπάνιο έργο τέχνης της προεικονομαχικής περιόδου (Ζ' αιώνος) και έτσι έχει μεγάλη καλλιτεχνική αξία. Μετά την υπεύθυνη αυτή γνώμη, ο Πάπας αποφασίζει να κάνει διπλό δώρο στη Μητρόπολη Πατρών, την κάρα και την αρχαία λειψανοθήκη. Την επισκευάζουν και της προσθέτουν μόνο μια βάση από πολύτιμο λίθο, “κύανο” (lapis lazuli) με την επιγραφή “εν πνεύματι ομονοίας και ως δείγμα μεγάλης αγάπης”. Μέσα στη μοναδική αυτή λειψανοθήκη, με σχετική τελετή, παρουσία των Ορθοδόξων Παρατηρητών, ο Πάπας κλείνει το ιερό λείψανο και το σφραγίζει και μ' αυτή παραδίδεται στον Μητροπολίτη Πατρών Κωνσταντίνο, στις 26 Σεπτεμβρίου 1964”.

Η ανάγνωση του επισήμου εγγράφου βεβαιώσεως της ταυτότητος του λειψάνου, ενώ ο πάπας προσβλέπει στο διασωθέν τεμάχιο της Κάρας που διαφυλάσσεται σε βάμβακα παρουσία κληρικών του οίκου του.

Τα παραπάνω μας αποκαλύπτουν την άγνωστη στους πολλούς ιστορία της λειψανοθήκης της Κάρας του Πρωτοκλήτου, η οποία είχε στην Πάτρα την ...τύχη της καταστροφής (!!) από μικρόνοες – το λιγότερο - “σούπερ ορθοδόξους”. Από αυτήν την τελετή της εναπόθεσης της Τιμίας Κάρας στη λειψανοθήκη της και το κλείσιμό της από τον ίδιο τον Πάπα Παύλο ΣΤ' δημοσιεύουμε εδώ από το πολύτιμο Αρχείο του καθηγητού και Οφφικιάλου της Μ.τ.Χ.Ε. Αριστείδη Πανώτη – τη ευγενική παραχωρήσει του και τον ευχαριστούμε θερμά – κάποιες ιστορικές φωτογραφίες. Κι ακόμα κάποιες από την υποδοχή του λειψάνου στην Πάτρα.

Η σεπτή Κάρα τοποθετείται εντός της αρχαίας λειψανοθήκης παρουσία του τότε παρατηρητή στην Βατικανή Σύνοδο π. Παντελεήμονα Ροδόπουλου, μετέπειτα μητροπολίτη Τυρολόης και Σερεντίου και του μετά καρδιναλίου Βίλλεμπρανς.
Ο πάπας Παύλος Στ' μεταξύ της νεώτερης λειψανοθήκης της Κάρας του Αποστόλου Ανδρέου και της αρχαίας και πολυτιμότατης προεικονομαχικής λειψανοθήκης που την παρέδωσε στη Ρώμη ο Θωμάς Παλαιολόγος και βρέθηκε και την όψη της γνωρίζουμε από σχέδια του ΙΕ' αιώνα!
Ο πάπας Παύλος με συγκίνηση μεταφέρει την αρχαία λειψανοθήκη επάνω στην πολύτιμη από κύανο βάση της που φέρει και το οικόσημό του.
Ο Πατρών Κωνσταντίνος απευθύνει επίσημη επιστολή προς τον πάπα Παύλο ΣΤ' που επιδίδει ο πρωτοσύγκελλός του αρχιμανδρίτης Ιερόθεος Τσαντίλης με τον προσήκοντα σεβασμό, όπως έπραξαν στο παρελθόν όλοι οι Ορθόδοξοι κληρικοί, μηδέ και του τότε μητροπολίτη Εφέσου Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, που τίμησε την αρχιερωσύνη και την αξία της τιμής του Πάπα μέχρι το τέλος της Συνόδου Φερράρας – Φλωρεντίας το 1439, όταν καλώς πράττων διεφώνησε με τις τότε μονομερείς και βεβιασμένες αποφάσεις.
Ο αείμνηστος μητροπολίτης Πατρών Κωνσταντίνος Πλατής που συναντάται στο Υπουργείο Παιδείας (τότε Ευαγγελιστρίας 2) με τον Α. Πανώτη και του υποδεικνύεται ο δρόμος τελεσφορήσεως του αιτήματός του για την επιστροφή της σεπτής Κάρας του Πρωτοκλήτου. Αυτή την ακολουθεί πιστά και το Βατικανό ανταποκρίνεται και τον επισκέπτεται μυστικά στην Πάτρα ο σεβ. Βίλλεμπρανς.
Η παράδοση στις 26 Σεπτεμβρίου 1964 της σεπτής Κάρας στον μητροπολίτη Πατρών Κωνσταντίνο από τον καρδινάλιο Μπέα τον αρχιεπίσκοπο Βίλλεμπρανς και τον π. Πέτρο Ντυπρέ.
Ο Πατρών Κωνσταντίνος φέρει πλέον στον παλαιό ναό του Αποστόλου την σεπτή Κάρα. Την ιστορική στιγμή παρακολουθεί ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου.
Λιτάνευση του σεπτού λειψάνου στην Πάτρα παρουσία πολλών ιεραρχών. Πρώτοι είναι ο Χανίων Νικηφόρος και ο Λαρίσης Ιάκωβος.
Ο καρδινάλιος Μπέα και ο αρχιεπίσκοπος Βίλλεμπρανς συναντούν στην Αθήνα τον καθηγητή Αριστείδη Πανώτη αναγνωρίζοντας την συμβολή του στην ευόδωση της πρώτης προσεγγίσεως της Αγίας Έδρας με την Μητρόπολη Πατρών. Τον Α. Πανώτη τίμησε και ο μητροπολίτης Πατρών Κωνσταντίνος με το σχετικό μετάλλιο που κόπηκε για το σπουδαίο γεγονός για την τοπική Μητρόπολη και για την αποπεράτωση του νέου Αποστολείου του Αποστόλου Ανδρέα στην Πάτρα.

Loading