Μνήμη της Τρίτης 25ης Ιουλίου 1967.
Ένα θαυμαστό γεγονός προ πεντηκονταετίας στην Αγιά Σοφιά.
Η Εκκλησιαστική Ιστορία καταγράφεται από ιερές πράξεις αντίστοιχων γεγονότων που τα συνοδεύουν και όχι από αερολογίες αντιφρονούντων που βαττολογούν. Μία τέτοια πράξη συνέβη προ πεντηκονταετίας το απόγευμα της Τρίτης 25ης Ιουλίου 1967 στο περίπυστο κάποτε καθεδρικό ναό της Ανατολικής Χριστιανοσύνης την Αγιά Σοφιά. Ο πάπας Παύλος Στ΄, ὁ πρώτος πάπας που με πρωτοβουλία του επισκέπτεται τη δεύτερη χιλιετία της Εκκλησίας τη Νέα Ρώμη-Κωνσταντινούπολη, διότι εκεί μέχρι σήμερα καθεδρεύει ο ισοστάσιο Πατριάρχης της καθ' ημάς Ανατολής. Πριν μεταβεί στο Φανάρι ο Πάπας επισκέπτεται προσκυνηματικά τον μεταβληθέντα σε Μουσείο από το 1934 ναό της του Θεού Σοφίας, πανίερο ομφαλό του κλίματος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, στο οποίον διαδραματίστηκαν πλείστα σπουδαία ιστορικά συμβάντα, μερικά των οποίων παρέχουν τραγικές μνήμες.
Τη σημαντική αυτή ιστορική πράξη τη κατέγραψα στον τόμο του βιβλίου μου: «Ειρηνοποιοί», με τη σχετική της φωτογραφική τεκμηρίωση και θεωρείται μέχρι σήμερα αξιομνημόνευτο γεγονός του νέου πνεύματος που «καταλλάσσει» και συμφιλιώνει τις από μακρού διαταραγμένες σχέσεις των δύο πρώτων Αποστολικών Εκκλησιών του Χριστού και προς τούτο μετά πεντηκονταετία παραθέτω πάλι το σχετικό κείμενό μου.
Ο πάπας όταν έφθασε στην άλλοτε πλατεία του Αυγουσταίου στάθηκε ἐπ'ολίγον και θαύμασε την εξωτερική λιτή αρμονία της περίφημης βασιλικής. Προχώρησε στη πλάγια είσοδο του νάρθηκα αντικρίζοντας την «Υπέρμαχο» Θεοτόκο στο μέσον των δύο κτητόρων της Πόλεως και του πάνσεπτου ναού. Όταν έφθασε κάτω από το κέντρο του μετέωρου τρούλου: « Ατενίζοντας τη λαμπρή πνευματικότητα του ναού και τα έκπαγλα ψηφιδωτά του, αισθάνεται τα απερίγραπτα βιώματα μίας μεταρσιώσεως. Το έμψυχο αυτό κτίσμα τον κάνει να ξαναζήσει τη ζωηφόρο ιστορία του. Ακούει την κατανυκτική συλλειτουργία των προκατόχων του Παπών με τούς Πατριάρχες, στον ίδιο αυτό πάνσεπτο χώρο και νιώθει μία ασυγκράτητη από σκοπιμότητες παρόρμηση να γονατίσει και να προσευχηθεί. Και με διάκριση το κάνει! Ερωτά τον επίσημο που τον συνοδεύει: « Μου επιτρέπεται για λίγο να προσευχηθώ;» Γονατίζει και προσεύχεται! Μαζί του και η ακολουθία του συμπροσεύχεται. Είναι μιά σκηνή, που δεν μπορεί να την επηρεάσει πιά καμμιά πικρή στιγμή του παρελθόντος, γιατί αποτελεί μετάβαση από το πικρό παρελθόν στη γηθοσύνη του παρόντος της καταλλαγής. Μόλις τελειώνει την προσευχή του, ο Πάπας σηκώνεται και κάνει μιά δήλωση με σημασία γιατί απωθεί κάθε κατακτητική εμπάθεια εκ του παρελθόντος : «Θα έπρεπε ο ναός αυτός να ξαναγίνει αυτό που ήταν»! Και αυτό εἰχε το δικαίωμα να το πει, αφού η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία παραχωρεί τον Καθεδρικό ναό της Κολωνίας, για να προσευχηθούν οι Μουσουλμάνοι Τούρκοι της Γερμανίας, στις επίσημες θρησκευτικές τους εορτές». ( «Ειρηνοποιοί». σσ. 202.).
Ο πλησίον ιστάμενος είναι ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Τσαγλαγιαγκίλ. Μία φιλική προσωπικότητα της εποχής προς την Ομογένεια και κυρίως στους Ιμβριώτες γιατί με τις ψήφους τους κέρδισε τις εκλογές με τους πολλούς βουλευτές στη περιοχή του Τσανάκαλε. Τήρησε την υπόσχεσή του στο μακαριστό μητροπολίτη Ίμβρου και Τενέδου Μελίτωνα. και με «απόφαση της Εθνοσυνελεύσεως της Αγκύρας» επανέφερε τα δίκαια για τους Ιμβριώτες που αναγνωρίστηκαν από τη Συνθήκη της Λωζάννης, όπως ήταν η Ελληνική Παιδεία της νήσου στην οποία και μαθήτευσαν οι φιλομαθείς νέοι του νησιού πολλοί των οποίων στήθηκαν η δεξαμενή στελεχών του Οικουμενικού Θρόνου με επικεφαλής τον σημερινό Οικουμενικό Πατριάρχη μας Βαρθολομαίο.
Ο τόμος των «Ειρηνοποιών» εκδόθηκε το 1974 και στα γαλλικά και τότε ο πάπας Παύλος Στ΄ με κάλεσε στο Βατικανό για να με τιμήσει και μεταξύ των άλλων με ρώτησε που βρήκα τὴ φωτογραφία της επισκέψεώς του στην Αγία Σοφία; Γνώριζε ότι και τα αρνητικά των φωτογραφιών εκείνων κατασχέθηκαν από τους φωτογράφους γιατί η τότε κυβέρνηση ήθελε να αποφύγει τις επιθέσεις των εθνικιστών και των Μουσουλμάνων αντιπάλων της. Στην Αγιότητά ανέφερα πώς ένας Τούρκος φωτορεπόρτερ μου εμπιστεύθηκε προσωπικά το αρνητικό μετά από υπόσχεση μου πώς δεν θα αποκαλύψω ποτέ το όνομά του. Ήταν ένας «Σταύριλις» εκ του Πόντου Κρυπτοχριστιανός.
Κατά την θρονική εορτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στις 30 Νοεμβρίου 1979 ο πάπας Ιωάννης-Παύλος Β΄ επισκέπτεται το Φανάρι. Ο πατριάρχης Δημήτριος με καλεί στην υποδοχή και με παρουσιάζει μεταξύ των συνεργατών του. Του πρόσφερα την ελληνικὴ και τη Γαλλική έκδοση των «Ειρηνοποιών» και ο Πάπας με εκπλήσσει λέγοντάς μου: «Εγώ σας ξέρω»! Αυτό βέβαια με αιφνιδίασε και ευγενώς τον ευχαρίστησα. Μετά ρωτώ το στενό παλαιό φίλο από τα φοιτητικά μου χρόνια μακαριστό π. Πέτρο Ντυπρέ, πως ήταν δυνατόν να με γνωρίζει! Μου αποκάλυψε ότι, όταν ήταν αρχιεπίσκοπος Κρακοβίας και πέρασε από τη Γραμματεία στο Βατικανό του πρόσφερε γαλλικό αντίτυπο από εκείνα που του είχα προσφέρει το 1974 όταν με δέχθηκε ο πάπας Παύλος Στ΄ και μου συμπλήρωσε τη πληροφορία του: Όταν ένα χρόνο σχεδόν μετά την εκλογή του το 1978 αποφάσισε να έλθει στο Φανάρι ζήτησε από τη βιβλιοθήκη του γραφείου του τον γαλλικό τόμο των «Ειρηνοποιών» γιατί του αναφέρθηκε ότι στα πλαίσιά των σελίδων του ο προκάτοχός του έχει καταγράψει ιδιόχειρα σχολιασμό των γεγονότων. Ο νέος Πάπας θέλησε να διαβάσει αυτές τις κρίσεις του για να είναι προετοιμασμένος και σύμφωνα και τα κείμενα των λόγων του για να τηρηθεί με συνέπεια η αυτή γραμμή πλεύσεως της Εκκλησίας του. Αυτό το καταθέτω για να μάθουν οι ημέτεροι με πόσης προσοχής, σεβασμού βουλεύονται οι εκ Ρώμης σε σχέση με όσους θέτουν το ανιστόρητο ερώτημα: « Άν η Ρώμη είναι Εκκλησία;» και «Αν ο Επίσκοπός της Πρεσβυτέρας Ρώμης έχει αρχιερωσύνη»; που δεν τόλμησε να αμφισβητήσει εκ των προτέρων ούτε και ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός.
Στις αρχές Μαΐου του 2001 συνήντησα στὴν Αθήνα τον πάπα Ιωάννη-Παύλο Β΄. ΄Ηταν καταβεβλημένος αλλά η μνήμη του λειτουργούσε άριστα. Hπρώτη προς εμέ με τρεμάμενη φωνή ερώτησή του ήταν: «Αγαπητέ γιατί δεν συνεχίσατε τον τόμο PACIFICATER» Με σεβασμό του απήντησα ότι τώρα ασχολούμαι με τη καταγραφή των εκκλησιαστικών γεγονότων του Γένους μου, γιατί ο «οίστρο της εθνικής ανεξαρτησίας» απέκρυψε ότι η Εκκλησία στην Ελλάδαεκκλησιολογείται ιστορικά και κανονικά γιατί έχει ως «Πηγή της Ευσεβείας» την Αποστολική Καθέδρα της Νέας Ρώμης - Κωνσταντινουπόλεως, άν και «προσαγορεύεται», κατά τον Μ. Βασίλειο, από διαφορετικές ονομασίες επαρχιών της και ως εκ τούτου είναι Μία Εκκλησία με Ένα Πατριάρχη, λόγω των «κατά κόσμον» ιστορικών συνθηκών. Με το ζωηρό αλλά γηραιό βλέμμα του τότε μου απήντησε:«Δόξα τῷ Θεῷ».-
Α.Π.